ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΡΙΖΟΠΛΗΚΤΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Συνολικό ισοδύναμο ή παράλληλο σύμπαν;

Γράφει ο  Ιουλιανός

Αυτή η ατέλειωτη, βουερή κι αρίφνητη σάγκα των "ισοδύναμων" που με τόση ευκολία κι αμεριμνησία, ου μην και ευχαρίστηση, τροφοδοτούν διαρκώς με νέες προεκτάσεις, μαιανδρισμούς και παρακλάδια οι πολιτικές μας ηγεσίες ώστε, βοηθούντων των μέσων μαζικής υστερίας, να εμφανίζονται ως αιχμή του δόρατος μιας ολοένα πιο επίφοβης και απειλητικής επικαιρότητας με έχει βάλει εδώ και πολύ καιρό σε σκέψεις. 


"Ισοδύναμα" σε σχέση με τι; 


Για ποιον λόγο; Χωρίς περιορισμούς; 


Χωρίς κανένα περιορισμό και εις το διηνεκές; 


 Με ποια λειτουργική σχέση και ποιες συνέργειες μεταξύ τους; 


Με τι είδους συμβατότητα; Ή μήπως με ασυμβατότητα; 


Εδώ και με κοστολογημένα, ιεραρχημένα, αποδοτικά και βιώσιμα αποτελέσματα ή εική και ως έτυχεν εκεί, στο "παράλληλο σύμπαν" των γονατογραφούμενων προεκλογικών προγραμμάτων και εξαγγελιών; 


Αν κάτι με τρομάζει με τα "ισοδύναμα" είναι η ετοιμότητα της επίκλησής τους από πολιτικούς παράγοντες οι οποίοι διακρίνονται για την ανετοιμότητα, συχνά δε και για την ανεντιμότητα της πολιτικής τους πράξης.  


Ένας που συνελήφθη κατ’ επανάληψη ψευδόμενος, διαστρέφων την πραγματικότητα ή κλέπτων οπώρας πόσο αξιόπιστος συνομιλητής μιας ιεραρχικά λειτουργούσας γραφειοκρατικής δομής με κέντρα αποφάσεων χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα μπορεί να θεωρηθεί;


Ένα δεύτερο στοιχείο ανησυχίας αφορά τον χαρακτήρα αυτών των ισοδυνάμων. Κατά κανόνα, για να μη πω σχεδόν πάντοτε, αφορούν επέκταση παλαιών φορολογιών, κρυφές φορολογίες, νέες φορολογίες. Ξεκινούν με δεδομένο ότι τα πράγματα ως έχουν καλώς έχουν, ότι μάλιστα πρέπει, ει δυνατόν, να διατηρηθούν παντί τρόπω ως έχουν και επιδιώκοντας τον "ευγενή" – πλην όμως ουτοπικό – αυτόν στόχο κινούνται προς τη γνώριμη κατεύθυνση της μονοκόμματης, μονόφθαλμης, μονοδιάστατης πολιτικής της υπερφορολόγησης του παραγωγικού κομματιού της οικονομίας προς διάσωσιν του μη παραγωγικού.


Το τρίτο στοιχείο ανησυχίας αφορά τη βιωσιμότητα αυτών των περίφημων "ισοδυνάμων". Οι εισηγητές τους λαμβάνουν με χαρακτηριστική, τερατώδη αφέλεια ως δεδομένο το εκάστοτε ζητούμενο. Δεν μπαίνουν καν στον κόπο να υπολογίσουν το κατά πόσον τα σχεδιαζόμενα έσοδα είναι επιτεύξιμα και, κυρίως, επαναλαμβανόμενα. Δεν μπαίνουν καν στον κόπο να αξιολογήσουν τον βαθμό νομιμοποίησης αυτών των προτάσεων στην ευρύτερη κοινωνία – όχι στις ομάδες συμφερόντων και τις ομάδες πίεσης που αρέσκονται να παρουσιάζουν ως "κοινωνία". Τέλος, δεν μπαίνουν καν στον κόπο να συσχετίσουν τα διάφορα "ισοδύναμα" μεταξύ τους. Να δουν αν είναι συμβατά με τους γενικότερους πολιτικούς, δημοσιονομικούς, διοικητικούς σχεδιασμούς ή αν λειτουργούν ως τροχοπέδη το ένα σε σχέση με το άλλο ή με την ακολουθούμενη πολιτική. Επιτρέψτε μου να παρατηρήσω ότι τα μέχρι τούδε αποτελέσματα είναι πολύ "φτωχά", η δε υποτιθέμενη ωφέλεια υποπολλαπλάσια, με οικονομικούς όρους, της επισυμβάσας βλάβης. 


Η τέταρτη παρατήρησή μου στρέφεται στην άλλη πλευρά της ακροστιχίδας των "ισοδυνάμων". Ποια είναι αλήθεια τα προστατευόμενα με αυτά "αγαθά"; Έχουν εξηγηθεί επαρκώς; Έχει αποδειχθεί η "αγαθότητά" τους; Εξυπηρετούν ζωτικές κοινωνικές, οικονομικές ή άλλες ανάγκες; Τις ανάγκες ποιων; Αν τίθεται ζήτημα νομιμοποίησης των ισοδυνάμων ως μέτρων με συγκεκριμένο ιδεολογικό πρόσημο και συχνά τιμωρητικό περιεχόμενο, δεν τίθεται, εξίσου, ζήτημα νομιμοποίησης των προστατευόμενων "αγαθών"; Πόσο "αγαθά" είναι αλήθεια τα "αγαθά"; Πόσο άμοιρα των αιτιών της κρίσης και της κατάρρευσης της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας; Πόσο "δικαιωματικά" αποτελούν άβατα και αδιανόητα διακυβεύματα;  


Η απάντηση στο ερώτημα αυτό μοιραία παραπέμπει στο κατά πόσον υφίσταντο και εξακολουθούν να υφίστανται κακοήθειες και παράλογες καταστάσεις στην οικονομία και τη διοίκηση της χώρας. Διότι οι εισηγητές των "ισοδυνάμων" φαίνεται να λησμονούν τους λόγους για τους οποίους βρίσκονται στην ανάγκη να τα προτείνουν. Λόγους υπαρκτούς και ακόμη παρόντες, αν όχι ενισχυμένους.


Η πέμπτη παρατήρηση αφορά τη συνολική αποτίμηση των "ισοδυνάμων". Είτε μας αρέσει είτε όχι, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια αδήριτη πραγματικότητα, η οποία ορίζεται από τη βαθμιαία κατάρρευση των δημοσίων εσόδων, τη σημαντική και συνεχιζόμενη ύφεση της οικονομίας, την αποτελεσματική αντίσταση διάφορων προστατευόμενων ή/και τελείως κλειστών τομέων της οικονομίας ή οικονομικών δραστηριοτήτων στην αλλαγή, τη διαγραφή κύκλων και την απεραντολογία περί διαγραμμάτων γύρω από τα άμεσα και διαρκώς οξυνόμενα προβλήματα που απειλούν με έκρηξη το καζάνι της οικονομίας, την επιμονή της πολιτικής τάξης να αγνοεί την εφιαλτικών διαστάσεων ανεργία και την επιταχυνόμενη απονέκρωση του παραγωγικού κομματιού της οικονομίας προτείνοντας "ισοδύναμα" του τύπου "αύξηση των εργοδοτικών εισφορών" αντί του εξορθολογισμού των επισφαλών δαπανών.


Η έκτη παρατήρηση περνά από τον χώρο του "πραγματικού" σ’ αυτόν του "μη πραγματικού": Καθώς το ένα μετά το άλλο τα "ισοδύναμα" αποδεικνύονται πυροτεχνήματα που λάμπουν για λίγο στον νυχτερινό ουρανό για να τον καταστήσουν την επόμενη στιγμή ακόμα πιο σκοτεινό στα μάτια του παρατηρητή, νέες "προτάσεις" έρχονται να συμπληρώσουν τις προηγούμενες ανεδαφικές, ανέφικτες εισηγήσεις περί "ισοδυνάμων". Αρχίζουν να ακούγονται, ολοένα πιο συχνά, ακριτομυθίες περί "παράλληλου προγράμματος", "παράλληλου τραπεζικού συστήματος", "παράλληλων μέτρων", κ.ο.κ. Αν τα "ισοδύναμα" κινούνταν μέχρι σήμερα στον χώρο του πραγματικού και απλώς αποδεικνύονται λίγα, ανεπαρκή, αναποτελεσματικά, μη βιώσιμα, η συζήτηση για οτιδήποτε "παράλληλο" περνά πλέον στη … ζώνη του λυκόφωτος. Τεχνηέντως απομονώνεται κάπου πίσω μας η ενοχλητική πραγματικότητα και αντί να στοχαζόμαστε πώς θα αντιμετωπίσουμε εκείνη χτίζουμε μια άλλη, λιγότερο άμεση και υλική και, για τούτο, πιο εύπλαστη. Εικοτολογούμε αντί να λογαριάζουμε. Φανταζόμαστε αντί να σκεφτόμαστε. Απεραντολογούμε αντί να γινόμαστε συγκεκριμένοι. Θολώνουμε αντί να λαγαρίζουμε. Μπερδεύουμε αντί να ξεμπερδεύουμε. Αίφνης το γλαφυρό παράδειγμα του Γόρδιου Δεσμού αντιστρέφεται:  


Αντί να πασκίζουμε να τον λύσουμε – με το μυαλό ή με το ξίφος – επιχειρούμε να τον περιπλέξουμε ακόμη περισσότερο. Αντί να προτείνουμε λύσεις, μεταφέρουμε τις λύσεις στο ομιχλώδες φόντο μιας άλλης πραγματικότητας, μιας μη πραγματικότητας.


Το ερώτημα λοιπόν προβάλλει φυσικά και αμείλικτα: Υπάρχει κάποιο συνολικό ισοδύναμο ικανό να σταθεί απέναντι σε μια δυσμενή και ολοένα επιδεινούμενη πραγματικότητα ή είναι προτιμότερη η φυγή στο "παράλληλο σύμπαν"; 


Μπορεί να αντισταθμιστεί πραγματικά το κόστος της επιβαλλόμενης δημοσιονομικής προσαρμογής χωρίς να αποσωθεί η ήδη πνέουσα τα λοίσθια παραγωγική οικονομία της χώρας ή είμαστε καταδικασμένοι να γίνουμε μάρτυρες της συνολικής αποτυχίας των "ισοδυνάμων" επί "ισοδυνάμων" με πενιχρό, υπολειπόμενο, ολοένα πιο υπολειπόμενο άθροισμα;  


Μπορεί να έχει κανείς και την πίτα ολάκερη και τον σκύλο χορτάτο;  


Μπορεί να λέει "Αυτό δεν το αγγίζω, εκείνο δεν το συζητώ", όταν η μόνη πραγματική συνέπεια μιας τέτοιας άρνησης είναι να χαθεί στο σύνολό του εκείνο που δεν αγγίζεις και δεν συζητάς ελλείψει πραγματικών μέσων για τη διάσωσή του;


Το συνολικό ισοδύναμο δεν είναι εύκολη υπόθεση.  


Προϋποθέτει μια επαναξιολόγηση του συνόλου των δαπανών, καθώς και της κατανομής τους, από μηδενική βάση.  


Προϋποθέτει ιεραρχήσεις. Προϋποθέτει λογική


Προϋποθέτει συνολική και άμεσα διαχεόμενη στην οικονομία άρση των κακοηθειών, των εμποδίων, των αγκυλώσεων.  


Προϋποθέτει κοινωνική πολιτική που δεν θα ερμηνεύει ως "ευαισθησία" τις πάσης φύσεως διακρίσεις υπέρ αυτονομημένων σεκτών του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. 


Προϋποθέτει, τέλος, την απόφαση να κάνεις πολιτική μ’ όσα έχεις κι όχι μ’ όσα ελπίζεις ή θα ’θελες να έχεις και δεν έχεις ούτε υπάρχει πιθανότητα να βρεις σε τούτον τον σκληρό κι άκαρδο ντουνιά. Εκτός εάν επιλέξεις το "παράλληλο σύμπαν". Εκεί μπορείς, για κάποιο διάστημα ακόμα, να αγνοήσεις τη βοή των επερχομένων γεγονότων.


Επιτρέψτε μου, εις επίρρωσιν των παραπάνω να παραθέσω, για πολλοστή φορά, την πρόσκληση που απηύθυνε, αιώνες πριν, στο έσχατο στάδιο της παρακμής του Βυζαντίου, ένας σπουδαίος λόγιος αυτοκράτωρ, ο Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος, στον διάδοχό του, Ιωάννη Η΄, ο οποίος διακρινόταν επίσης, τουλάχιστον κατά τα πρώτα έτη της βασιλείας του, από μια τάση αλαζονικής φυγής από την πραγματικότητα:


"Δοκεί τω βασιλεί τω υιώ μου είναι αυτόν αρμόδιον βασιλέα, πλην ου του παρόντος καιρού· βλέπει γαρ και φρονεί μεγάλα, και τοιαύτα οία οι καιροί έχρηζον επί της ευημερίας των προγόνων ημών. Πλην τη σήμερον, ως παρακολουθούσιν ημάς τα πράγματα, ου βασιλέα θέλει ημών η αρχή, αλλ’ οικονόμον".


Ας στοχαστούμε, ηγεσία και λαός, αυτή την τρομερή φράση: "ως παρακολουθούσιν ημάς τα πράγματα".  


Τα λέει όλα. Είναι το μέτρο του συνολικού ισοδυνάμου που καλούμαστε να επιλέξουμε και να διαμορφώσουμε για να μη καταλήξουμε, άπαντες, στο "παράλληλο σύμπαν"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου