Ο υπουργός Παιδείας ακόμη μια φορά κατέπληξε το πολυπληθές κοινό
του. Προτείνει σε όσους γονείς δεν μπορούν να συνεχίζουν να πληρώνουν
ιδιωτική εκπαίδευση για τα παιδιά τους να τα στείλουν στη δημόσια, ώστε
με τον τρόπο αυτό να ασκήσουν πίεση στο κράτος να τη βελτιώσει. Πόσο
αφελής σκέψη εκ μέρους του – λες και υπάρχουν γονείς που θα μπορούσαν να
χρησιμοποιήσουν τα παιδιά τους σαν ομήρους σε μια κατάληψη.
Είναι
βέβαια περίεργο ότι ο ίδιος έχει ένα παιδί και, παρ’ όλα αυτά, δεν έχει
τη στοιχειώδη φαντασία για να καταλάβει πώς αντιλαμβάνονται οι
περισσότεροι άλλοι την υποχρέωση προς τα παιδιά τους, ούτε όμως και τη
συναισθηματική νοημοσύνη ώστε να επικοινωνήσει με όσους θέλουν να
εξασφαλίσουν το καλύτερο για τη μόρφωση των παιδιών τους.
Καλά, δεν βλέπει γύρω του, δίπλα του, τι γίνεται;
Ο ίδιος ο
πρωθυπουργός, που θα είχε κάθε λόγο να συμφωνήσει με τον Ν. Φίλη,
στέλνει τα παιδιά του στην ιδιωτική εκπαίδευση. Θα έπρεπε κάτι να έχει
αντιληφθεί από αυτό, δεδομένου ότι ως αριστερός ο Αλ. Τσίπρας έχει κατά
τεκμήριο καλύτερη αντίληψη του συμφέροντός του, εν σχέσει με τους μη
αριστερούς.
Το ζήτημα του 23% στην παιδεία είναι, όμως, για τον αρμόδιο
υπουργό και την κυβέρνηση ιδεολογικό. Το είπαν ξανά και ξανά και το
εννοούν. Αν όσοι τα βρίσκουν έστω και με το ζόρι για να πληρώσουν
ιδιωτική εκπαίδευση, δικό τους πρόβλημα: αφού τα βρίσκουν ας τα δώσουν·
αν δεν τα βρίσκουν, ας πάνε με τον πολτό. Σε τελευταία ανάλυση, ο
ελεγχόμενος κοινωνικός πολτός είναι προϋπόθεση για τον σοσιαλισμό.
Τον ίδιο στόχο, τον σοσιαλισμό, εξυπηρετεί και η άλλη ωραία ιδέα του
Ν. Φίλη για κρατικό δίπλωμα τύπου Lower. (Δεν το λένε πια Lower, αλλά
σιγά μη νοιάζεται ο Φίλης πως το λένε...) Αμφιβάλλω πολύ αν είναι δυνατή
η πραγματοποίηση της ιδέας, αλλά και αν κάτι καταφέρουν να φτιάξουν,
για να ανταγωνίζεται τα πτυχία γλωσσικής επάρκειας που δίνει κατόπιν
εξετάσεων το Κέμπριτζ, είναι βέβαιο ότι θα είναι ένα θλιβερό
υποκατάστατο. Αιτία της βεβαιότητάς μου είναι η χρόνια αποτυχία της
δημόσιας παιδείας στον τομέα των ξένων γλωσσών. Γι’ αυτό, τείνω να
πιστέψω ότι η στόχευση του σχεδίου για κρατικό Lower δεν είναι να
ανταγωνισθεί ο δημόσιος τον ιδιωτικό τομέα, προσφέροντας ανώτερες
υπηρεσίες· διότι τόσα χρόνια, δεκαετίες ολόκληρες, υφίσταται το
Βρετανικό Συμβούλιο, αν ήθελε η δημόσια εκπαίδευση μπορούσε να έχει
ωφεληθεί από τον ανταγωνισμό – δεν ενδιαφερόταν όμως, τόσο απλά. Στην
πραγματικότητα, επιδιώκουν την εξάλειψη του ανταγωνισμού, όχι την
αξιοποίησή του. Στόχος τους είναι μάλλον ο περιορισμός της ιδιωτικής
εκπαίδευσης και η σταδιακή εξώθηση όσων αγοράζουν τις υπηρεσίες του σε
μια χαμηλού επιπέδου εκπαίδευση για όλους ή, εν πάση περιπτώσει, για
τους περισσότερους.
Προσοχή: δεν ενδιαφέρονται μόνο για την πελατεία
τους, όπως το ομολογούν απερίφραστα· ενδιαφέρονται να την επεκτείνουν
κιόλας, διά της «φτωχοποίησης» (αγαπημένη τους λέξη) της μέσης τάξης.
Κάτι ανάλογο διαφαίνεται και στην πολιτική τους έναντι της
ιδιοκτησίας:
Προστατεύουν τα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά από τις
κατασχέσεις, καταργώντας ουσιαστικά τη διάκριση μεταξύ ιδιοκτήτη και
ενοικιαστή. Κάνουν και κάτι περισσότερο όμως, διότι, με την αυξημένη
φορολογία στα ακίνητα, καταλήγεις να πληρώνεις ενοίκιο στο κράτος.
Δίνεται η εντύπωση, λοιπόν, ότι με την πολιτική της κυβέρνησης για τα
ακίνητα επιχειρείται, κατά κάποιο τρόπο, η υποκατάσταση των τραπεζών από
το κράτος και, συγχρόνως, η καθιέρωση ενός νέου είδους ιδιοκτησίας: της
συνιδιοκτησίας με το κράτος.
Μοιάζει όλο αυτό με το παιγνίδι που ενώνεις αριθμημένες στιγμές και
σιγά σιγά προβάλλει ένα σχήμα. Οι στιγμές στο παζλ είναι λίγες προς το
παρόν, ωστόσο το σχήμα που μοιάζει να διακρίνεται είναι μιας κοινωνίας
τύπου Τσάβες. Βέβαια, οι αναλογίες στους στόχους των πολιτικών και των
μέτρων που σχολιάζω παραπάνω δεν είναι πάντα σαφείς, αλλά αυτό είναι
αναμενόμενο, επειδή δεν μιλώ για οργανωμένο σχέδιο. Δε νομίζω ότι
υπάρχει τέτοιο πράγμα, ούτε και τους θεωρώ ικανούς να το φτιάξουν.
Απλώς, είναι κάτι που βγαίνει από μέσα τους, καθώς πορεύονται
αντιμέτωποι με αμέτρητες αντιξοότητες και ψαύουν μέσα στο ημίφως,
αναζητώντας τον δρόμο προς τον σοσιαλισμό. Αυτή είναι η μόρφωσή τους,
αυτές είναι οι παραστάσεις τους, οι εμπειρίες τους, τα όνειρά τους.
Ενα καθεστώς ελεγχόμενης δημοκρατίας τύπου Βενεζουέλας δεν αμφιβάλλω
ούτε στιγμή ότι θα ονειρεύονται με ανοικτά τα μάτια. Αν πιστεύω, όμως,
ότι δεν θα καταφέρουν να στήσουν μια τέτοιου τύπου κοινωνία είναι επειδή
εδώ δεν υπάρχει ο παράγων «Ινδιάνος». Φτώχεια επιπέδου Ινδιάνων έχει
πάψει να υπάρχει στην Ελλάδα από την εποχή της πρώτης οκταετίας του
Κωνσταντίνου Καραμανλή. (Εξ ου και το βαθύ μίσος της Αριστεράς για την
ιστορία και τη μνήμη του.)
Η Ελλάδα έκανε άλματα κοινωνικής προόδου μετά
τον Εμφύλιο, χωρίς κάτι αληθινά συνταρακτικό, όπως ένας πόλεμος, δεν
είναι εύκολο να οπισθοδρομήσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου