ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ και ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Ένα παράλληλο νόμισμα για την Ελλάδα - Οι εναλλακτικές προτάσεις και η αξιολόγησή τους

ΑΚΡΩΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ...

Των Biago Bossone και Marco Cattaneo / VoxEU.org  policy portal

Ελλείψει μιας συμφωνίας με τους πιστωτές, πολύ σύντομα, αντιμετωπίζοντας πρόβλημα ρευστού, η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να χρεοκοπήσει. Για να αποτραπεί μια τέτοια εξέλιξη, και να αποφευχθεί η λήψη νέων δόσεων άχρηστης και επώδυνης λιτότητας, η Αθήνα θα μπορούσε να καταφύγει στην εισαγωγή κάποιου είδους νέου εγχώριου νομίσματος –παράλληλα με το ευρώ- ώστε η κυβέρνηση να είναι σε θέση να προχωρήσει στις πληρωμές των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων, απελευθερώνοντας τα ευρώ που απαιτούνται για πληρωθούν οι πιστωτές της. 

Η ΕΚΤ δεν έχει αρνηθεί αυτή τη δυνατότητα. Προσφάτως, πηγές της ΕΚΤ έχουν ανεπίσημα συζητήσει το ζήτημα στα media με κάποιες λεπτομέρειες (αν και ανώνυμα) και το μέλος του δ.σ. Yves Mersch έχει αναφερθεί σε ένα παράλληλο νόμισμα για την Ελλάδα ως ένα από τα «κατ’ εξαίρεση εργαλεία που μπορεί να εξετάσει οποιαδήποτε κυβέρνηση εάν δεν έχει άλλη επιλογή», επισημαίνοντας ότι όλα αυτά τα εργαλεία φέρουν υψηλό κόστος.

Ισχύει αυτό στα αλήθεια;  

Είναι στα αλήθεια η περίπτωση όπου ένα παράλληλο νόμισμα θα ήταν χειρότερο από το φάρμακο που παίρνει τώρα η Ελλάδα (και πρόκειται να παίρνει επ αόριστον);.

Ένα παράλληλο νόμισμα per se ούτε θα εμπόδιζε το ρίσκο μιας άτακτης χρεοκοπίας της Ελλάδας ούτε θα την βοηθούσε να βγει αυτομάτως από την κρίση. Αλλά δεν γεννιούνται ίσα όλα τα παράλληλα νομίσματα, και υπάρχουν διάφοροι τρόποι να σχεδιαστεί ένα παράλληλο νόμισμα, με το κάθε ένα να φέρει σημαντικά διαφορετικές επιπτώσεις.

Παρακάτω συγκρίνουμε τις προτάσεις που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στο τραπέζι και συζητούμε πώς ένα παράλληλο (quasi) νόμισμα θα μπορούσε να σχεδιαστεί για να προωθήσει την οικονομική ανάκαμψη στην Ελλάδα. Το ζήτημα αυτό έχει σημασία για όλες τις χώρες που πλήττονται από μια φτωχή οικονομική δραστηριότητα, χωρίς αυτόνομη νομισματική πολιτική, και περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο.

Παράλληλο νόμισμα: Τα IOUs του Cochrane
Ο John Cochrane εξετάζει το ενδεχόμενο η ελληνική κυβέρνηση να εκδώσει zero coupon ομόλογα ως υποσχετικές για την επιστροφή στον κομιστή ενός αντίστοιχου ποσού ευρώ σε κάποια μελλοντική ημερομηνία (IOUs).  

Αυτά τα IOUs θα μπορούσαν να πάρουν τη μορφή χάρτινων τίτλων ή ηλεκτρονικών καταχωρίσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς, και η κυβέρνηση θα μπορούσε να τα μετακυλύει κάθε χρόνο, ακριβώς όπως και για κάθε είδους δανειακή υποχρέωση.  

Τα IOUs θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή μισθών του δημοσίου, συντάξεων και κοινωνικών επιδομάτων, καθώς και να ανακεφαλαιοποιήσει ή να δανείσει στις τράπεζες. 

Τα IOUs θα διαπραγματευόταν με discount, αλλά εάν η κυβέρνηση τα δεχόταν στην ονομαστική αξία για πληρωμές φόρων, το discount ίσως να μην ήταν μεγάλο. Κυρίως, η έκπτωση θα αντικατοπτρίζει το ρίσκο η Ελλάδα είτε να υπαναχωρήσει από τις δεσμεύσεις της να αποδέχεται το δικό της χρέος ως πληρωμή φόρων ή να αναστείλει την μετακύλισή του, ως εκ τούτου αθετώντας υποχρεώσεις του νέου ομολόγου

 Όπως παρατηρεί ο Cochrane, η εισαγωγή των IOUs θα αντιστοιχεί στη δημιουργία ενός ξεχωριστού ή διπλού νομίσματος που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να μην βγει από την ευρωζώνη.

Όπως επισημαίνει ο Cochrane, στις σύγχρονες χρηματοπιστωτικές αγορές, μια χώρα σε χρεοκοπία όχι μόνο δεν χρειάζεται να αλλάξει νόμισμα, αλλά δεν χρειάζεται καν το δικαίωμα να τυπώσει νόμισμα προκειμένου να τυπώσει στα αλήθεια χρήματα, καθώς, όπως υποστηρίζει, τα ομόλογα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως χρήματα αυτές τις ημέρες.

Ο Cochrane δεν παρουσιάζει την ιδέα του για τα IOUs ως συμβουλές τακτικής για την Ελλάδα, αλλά μόνο ως θεωρητική δυνατότητα, και υποστηρίζει αντ αυτού την ανάγκη η Ελλάδα να προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, ο ίδιος εκτιμά ότι η εισαγωγή των IOUs θα ήταν μια πολύ καλύτερη εναλλακτική από το να φύγει η Ελλάδα από την ευρωζώνη, με τους τραπεζικούς λογαριασμούς να αλλάζουν και τους ανθρώπους να πληρώνονται σε μη μετατρέψιμες δραχμές. Στο τέλος, καταλήγει ο Cochrane, οι υποσχετικές έναντι ευρώ θα μπορούσαν να είναι μια ανώτερη επιλογή.

Τα notes του Parentau
Ως ένας τρόπος να δοθεί τέλος στη λιτότητα χωρίς να υπάρξει έξοδος από την ευρωζώνη, ο Rob Parentau προτείνει οι κυβερνήσεις των χωρών στην περιφέρεια της ευρωζώνης να εκδώσουν χρεόγραφα προσδοκώμενων δημοσιονομικών εσόδων σε δημοσίους υπαλλήλους, κρατικούς προμηθευτές και δικαιούχους κοινωνικών επιδομάτων. 

Αυτά τα χρεόγραφα (ΤΑΝs), τα οποία είναι αρκετά γνωστά εργαλεία δημόσιων οικονομικών σε πολλές πολιτείες των ΗΠΑ, θα έπρεπε να έχουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: μηδενικό κουπόνι (μη πληρωμή τόκων), αέναο (που σημαίνει χωρίς εξόφληση του κεφαλαίου, χωρίς εξαγορά και ως εκ τούτου χωρίς αύξηση στο δημόσιο χρέος), μεταβιβάσιμα σε ευρώ (μπορούν να πουληθούν σε τρίτους στην ανοιχτή αγορά) και εκφρασμένα σε ευρώ. Επιπλέον και πιο σημαντικό, οι τίτλοι θα γινόταν δεκτοί στην ονομαστική τους αξία εκδίδοντας κρατικούς τίτλους για τη διευθέτηση φορολογικών υποχρεώσεων του ιδιωτικού τομέα. 

Τα ΤΑΝs θα μπορούν να διανεμηθούν ηλεκτρονικά σε τραπεζικούς λογαριασμούς επιχειρήσεις και νοικοκυριών μέσω κάποιου είδους κρυπτογραφημένου και ασφαλούς συστήματος, ή θα μπορούσαν να διανεμηθούν ως πιστοποιητικά για την διευκόλυνση της πιθανής χαλάρωσης της χρήσης άλλων συναλλαγών, αναλόγως της αποδοχής. Ουσιαστικά, οι κυβερνήσεις που εκδίδουν ΤΑΝs θα τιτλοποιούσαν τις μελλοντικές φορολογικές υποχρεώσεις των πολιτών τους και θα δημιουργούσαν έναν τύπο φορολογικής πίστωσης που δεν θα υπολογιζόταν ως υποχρέωση στους ισολογισμούς των ούτε θα απαιτούσε μια σειρά μελλοντικών πληρωμών τόκων στους προϋπολογισμούς. Η χρήση των TANs θα απελευθέρωνε ευρώ για την πληρωμή του δημόσιου χρέους που είχαν στην κατοχή τους ξένοι και για την εισαγωγή τω βασικών αγαθών.

Ένα επιχείρημα αυτής της εναλλακτικής προσέγγισης χρηματοδότησης, σύμφωνα με τον Parentau, είναι ότι οι κυβερνήσεις που εκδίδουν αυτά τα ΤΑΝs (θα μπορούσαν να λέγονται G Notes για την Ελλάδα, Ι Notes για την Ιταλία, S (Spain) Notes για την Ισπανία) μπορούν να συνεχίσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα που απαιτούνται για την επιστροφή των οικονομιών τους σε δρόμο πλήρους ανάπτυξης της απασχόλησης –δημοσιονομική λιτότητα μπορεί να εγκαταλειφθεί χωρίς να εγκαταλειφθεί το ευρώ.

Έναντι του ενδεχόμενου κινδύνου αυτές οι εκδόσεις να ενισχύσουν τον πληθωρισμό, ο Parentau συστήνει ότι η κεντρική τράπεζα κάθε χώρας θα πρέπει να είναι υπεύθυνη όχι μόνο για την παρακολούθηση των συνθηκών πληθωρισμού, αλλά επίσης για τη δημιουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης για την πιθανή επίσπευση του πληθωρισμού, υπό την εποπτεία μιας ανεξάρτητης τρίτης πλευράς, όπως το ΔΝΤ ή η ΕΚΤ. Για να αποτραπεί η ενίσχυση του πληθωρισμού, θα πρέπει να εφαρμοστούν σκληροί κανόνες, όπως αυτόματες περικοπές κυβερνητικών δαπανών ή αυξήσεις φόρων.

Τα future tax coins του Βαρουφάκη
Πριν αναλάβει την θέση του υπουργού Οικονομικών της Ελλάδας, ο Γ. Βαρουφάκης επίσης συνέβαλε στην ιδέα του παράλληλου νομίσματος για τις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνη. Πρότεινε οι κυβερνήσεις να καθιερώσουν το δικό τους σύστημα πληρωμών υποστηριζόμενο από μελλοντικούς φόρους και εκφρασμένο σε ευρώ, και να χρησιμοποιούν  αλγόριθμους όπως το Bitcoin για να δημιουργήσουν ένα νέο νόμισμα που ονομάζεται FT-coin (όπου το FT σημαίνει μελλοντικοί φόροι).

Σύμφωνα με την πρόταση του Γ. Βαρουφάκη, τα άτομα θα πληρώνουν ας πούμε 1000 ευρώ για να αγοράσουν ένα FT-coin από μια ιστοσελίδα του υπουργείου Οικονομικών σύμφωνα με μια σύμβαση που δεσμεύει το εθνικό υπουργείο Οικονομικών να αποπληρώσει κάθε FT-coin για 1000 ευρώ κάθε φορά ή να αποδεχθεί τα FT-coin δύο χρόνια μετά από την έκδοση, για την διαγραφή, ας πούμε, φόρων αξίας 1.500 ευρώ. 

Κάθε FT-coin θα είναι χρονολογημένο έτσι ώστε να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αποπληρωμή φόρων προτού περάσουν δύο χρόνια.  

Επίσης, κάθε χρόνο (αφού το σύστημα αρχίσει να λειτουργεί σε πλήρη ισχύ) το υπουργείο Οικονομικών θα εξέδιδε μια νέα παρτίδα FT-coins για να αντικαταστήσει αυτά που έχουν χρησιμοποιηθεί για πληρωμές φόρων, με την προϋπόθεση ότι η ονομαστική αξία όλων των FT-coins σε κυκλοφορία να μην υπερβαίνει ένα ορισμένο ποσοστό του ΑΕΠ, ως εκ τούτου αποφεύγοντας ότι όλα τα FT-coins θα αποπληρωθούν ταυτόχρονα και η κυβέρνηση θα καταλήξει με μικρότερους φόρους. Μόλις αποκτήσει FT-coins, το άτομο θα μπορεί είτε να κρατήσει τα FT-coins στο πορτοφόλι του/της ή να τα ανταλλάξει.

Ο ΒΑρουφάκης πρότεινε περαιτέρω ότι προκειμένου να καταστήσει το σύστημα πλήρως διαφανές και τις συναλλαγές απολύτως ελεύθερες, το FT-coin θα διαχειρίζεται από έναν αλγόριθμο τύπου Bitcoin σχεδιασμένο και υπό την εποπτεία μιας ανεξάρτητης μη κυβερνητικής εθνικής αρχής, και όπως στην περίπτωση του Bitcoin, το συνολικό ποσό των FT-coins θα καθοριστεί εκ των προτέρων, τουλάχιστον σε σχέση με μια μεταβλητή που δεν είναι στον έλεγχο της κυβέρνησης (π.χ. ονομαστικό ΑΕΠ), ενώ κάθε συναλλαγή (συμπεριλαμβανομένων πληρωμών φόρων μέσω FT-coins) θα εποπτεύεται από την κοινότητα των χρηστών FT-coins μέσω μιας τυπικής διαδικασίας μπλοκαρίσματος της αλυσίδας.

Σύμφωνα με τον Βαρουφάκη, ένα πλεονέκτημα ενός τέτοιου σχήματος είναι ότι οι φορολογούμενοι θα έβλεπαν τον φορολογικό τους λογαριασμό να μειώνεται. Επίσης, στο βαθμό που τα FT-coins διαπραγματεύονται με premium έναντι της ονομαστικής αξίας τους, χορηγούν επιπλέον αγοραστική δύναμη στους κατόχους των, η οποία θα μπορούσε να υποστηρίξει τη συνολική ζήτηση. Με άλλα λόγια, εάν η αξία εξαγοράς ενός FT-coin για το δημόσιο είναι 1500 ευρώ, υψηλότερα της ονομαστικής της αξίας των 1000 ευρώ, υπάρχει ένα κίνητρο για τα FT-coins να διαπραγματεύονται στην αγορά με premium αντίστοιχο της αξίας των φόρων τους προς το δημόσιο. Αυτή είναι η πηγή της επιπλέον αγοραστικής δύναμης που τα FT-coins χορηγούν στους κατόχους τους.
Η πρότασή μας: Πιστοποιητικά έκπτωσης φόρου

Η κυβέρνηση θα εξέδιδε πιστοποιητικά έκπτωσης φόρου (TCCs), για να διατεθούν στους εργαζόμενους και στις επιχειρήσεις δωρεάν. Οι φορολογικές βεβαιώσεις θα έδιναν το δικαίωμα στον κατοχό τους σε μια έκπτωση φόρου ενός ποσού αντίστοιχου με αυτό που εκπνέει, ας πούμε, δύο χρόνια μετά από την έκδοση.  

Αυτοί οι μελλοντικοί τίτλοι θα μπορούν να ρευστοποιηθούν με αντάλλαγμα ευρώ και να χρησιμοποιηθούν άμεσα για δαπάνες. 

Η ρευστοποίηση των πιστοποιητικών θα λάβαινε χώρα αντί αγοράς φορολογικών πιστοποιητικών από εκείνους που θέλουν να αποκτήσουν το δικαίωμα σε μελλοντικές φορολογικές εκπτώσεις. Για τους επενδυτές, η έκπτωση φόρου στην πραγματικότητα θα ήταν ένα ασφαλές επενδυτικό μέσο, πληρώνοντας έναν τόκο αντίστοιχο με το διετές ομόλογο μηδενικού κουπονιού. Εκτός αυτού, χωρίς να είναι ένα χρεόγραφο, τα φορολογικά πιστοποιητικά θα ήταν ασφαλέστερα από ό,τι τα ομόλογα.

Μέσω της εκκαθάρισης, η φορολογική πίστωση θα επέτρεπε μελλοντικές φορολογικές εκπτώσεις να μετατραπούν σε τρέχουσες δαπάνες. Σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις του πολλαπλασιαστή εισοδήματος (ακόμη και λιγότερο του 1), οι προσομοιώσεις δείχνουν ότι οι νέες δαπάνες που λαμβάνουν χώρα για τον χρόνο αναβολής των πιστοποιητικών έκπτωσης φόρου, θα μπορούσε να παράγει αρκετά δημοσιονομικά έσοδα για να αντισταθμίσει τις ελλείψεις ευρώ που θα συνεπαγόταν για την κυβέρνηση, αφού θα δεχόταν φορολογικές πιστώσεις για φορολογικές εκπτώσεις στη λήξη τους.

Τα πιστοποιητικά φορολογικής πίστωσης θα συμπλήρωναν τα διαθέσιμα εισοδήματα και να προσθέσουν νέα αγοραστική δύναμη στους εισοδηματίες, ως εκ τούτου τονώνοντας τη ζήτηση. Η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα φορολογικά πιστοποιητικά για να αυξήσει τους καθαρούς μηνιαίους μισθούς, να μειώσει το ακαθάριστο εργατικό κόστος (ανακατανέμοντας μέρος αυτών σε επιχειρήσεις, αναλογικά με το κόστος εργασίας τους) και ακόμη και να χρηματοδοτήσει ανθρωπιστικές δράσεις, προγράμματα εγγυημένης απασχόλησης, και πανόμοια. Μειώνοντας το εργασιακό κόστος, η φορολογική πίστωση θα υποστήριζε τις εξαγωγές θα ισορροπούσε τις επιδράσεις της ισχυρότερης ζήτησης στις εισαγωγές και θα καθιστούσε την Ελλάδα ελκυστική για επενδύσεις και μετεγκατάσταση παραγωγής από το εξωτερικό.



Οι προτάσεις που παρουσιάστηκαν στο πρώτο μέρος, μπορούν να αξιολογηθούν στη βάση του πώς κάθε τύπος σχεδίασης νομίσματος αναμένεται να επηρεάσει την εσωτερική συνολική ζήτηση και τις δημοσιονομικές μεταβλητές

Μπορεί να γίνουν οι ακόλουθες παρατηρήσεις:


Τα IOUs του Cochrane φαίνεται να λειτουργούν στην καλύτερη περίπτωση ως προσωρινό μέτρο, το οποίο θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να προχωρήσει σε αποπληρωμές και να απελευθερώσει ευρώ για να εξυπηρετήσει το χρέος. Ωστόσο, η λύση πιθανώς δεν θα είναι βιώσιμη μεσοπρόθεσμα, από τη στιγμή που τα IOUs θα δημιουργούσαν μια νέα κατηγορία κρατικών υποχρεώσεων σε ευρώ, για την οποία κανείς δεν θα ξέρει εάν, πότε, και πώς θα τιμήσει η ελληνική κυβέρνηση. Επίσης, η έκδοση IOUs θα αντικαταστήσει μόνο λίγα ευρώ, αλλά δεν θα έχει καμία επίδραση στην συνολική εγχώρια ζήτηση, παραγωγή και απασχόληση.

Αναφορικά με τα TANs (χρεόγραφα αναμενόμενων φορολογικών εσόδων), σε αντίθεση με τα IOUs του Cochrane, δεν θα εκπροσωπούν τις υποχρεώσεις χρέους για την κυβέρνηση που τα εκδίδει. Σε ό,τι αφορά άλλες επιπτώσεις, αυτές εξαρτώνται από το πώς ερμηνεύεται η πρόταση. Εάν τα χρεόγραφα εκδίδονται και χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατο λίγων ευρώ για τις πληρωμές δημοσίου, θα δράσουν ως υποστηρικτικό μέσο, όπως τα IOUs του Cochrane,αλλά δεν θα έχουν καμία επίδραση στην συνολική εσωτερική ζήτηση. Αυτό το συμπέρασμα θα αλλάξει εάν η κυβέρνηση που το εκδίδει επρόκειτο να τα εκχωρήσει στους πολίτες κληροδοτήματα, συμπληρωματικά των πηγών εσόδων τους. Αναφορικά με την επίδρασή τους στον προϋπολογισμό, καθώς τα χρεόγραφα χρησιμοποιήθηκαν για να αποπληρωθούν φορολογικές υποχρεώσεις, θα προκαλέσουν ελλείμματα στα κυβερνητικά έσοδα σε ευρώ και θα αυξήσουν το έλλειμμα που πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί με νέο χρέος ή φορολογία. Σε αντίθεση με τα TCCs (tax credit certificates), τα χρεόγραφα δεν θα έφεραν καμία αναβαλλόμενη ωρίμανση/λήξη και δεν θα δινόταν χρόνος να δημιουργηθούν ως αντιστάθμισμα νέοι δημοσιονομικοί πόροι. Τέλος, σε αντίθεση με την πρόταση για φορολογικά πιστοποιητικά, τα φορολογικά χρεόγραφα του Parentau δεν θα εκδοθούν στις επιχειρήσεις με σκοπό την μείωση των φορολογικών υποχρεώσεων και ως εκ τούτου, του εργασιακού κόστους, βελτιώνοντας έτσι την εξωτερική ανταγωνιστικότητά τους.


Αναφορικά με την πρόταση Βαρουφάκη, τα FT-coins δεν θα έφερναν πολλές επιπλέον πόρους στην οικονομία. Τα άτομα παίρνουν FT-coins με αντάλλαγμα τα ευρώ που ήδη έχουν. Η δημιουργία επιπλέον αγοραστικής δύναμης για τους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις, θα αυξανόταν μόνο όσο τα FT-coins θα πωλούνταν με premium έναντι της ονομαστικής τους αξίας, με βάση την ανώ του μέσου όρου αξία των φόρων προς το δημόσιο. Δίνοντάς τα δωρεάν, θα καθιστούσε την επίδρασή τους πιο αποτελεσματική. Όπως και στο TCC μοντέλο, το αποτέλεσμα που θα δημιουργούνταν από τις επιπλέον δαπάνες, θα έπρεπε να φέρει τους πόρους για να καλύψει τα ελλείμματα του ευρώ που θα επηρέαζαν τον προϋπολογισμό την στιγμή της εξαγοράς των FT-coin. Ωστόσο, το multiplier effect που προκαλείται από τα FT-coins, θα ήταν χαμηλότερο από ό,τι υπό την επιλογή των TCC, από τη στιγμή που οι διαρροές των δαπανών μέσω του εξωτερικού εμπορικού καναλιού δεν θα αντισταθμιζόταν από μεγάλες εξαγωγές μέσω τις μειώσεις του εργασιακού κόστους (τις οποίες καθιστούν δυνατές τα TCCs).

Τέλος, η επιλογή των TCC δεν θα συναντούσε προβλήματα από τις παραπάνω αδυναμίες. Τα TCCs θα δημιουργούσαν επιπλέον αγοραστική δύναμη, θα αποφύγουν αρνητικές επιδράσεις του εξωτερικού εμπορίου, και θα δημιουργούσαν πόρους για να αντισταθμιστούν τα ελλείμματα του ευρώ από τις φορολογικές μειώσεις στις λήξεις των TCC. Επίσης θα είχαν εγγυήσεις για την προστασία του προϋπολογισμού από τον κίνδυνο των δημοσιονομικών υποαποδόσεων.

Εφαρμόζοντας ένα TCC πρόγραμμα στην Ελλάδα
Η εισαγωγή TCCs στην Ελλάδα θα έβγαζε την οικονομία άμεσα εκτός ύφεσης προκαλώντας μια ισχυρή ανάκαμψη της παραγωγής και της απασχόλησης. Στο παρακάτω γράφημα, «ένα βασικό σενάριο» (χωρίς TCCs) συγκρίνεται με ένα εναλλακτικό σενάριο (με TCCs) εξετάζοντας την έκδοση 8 δισ. ευρώ σε TCCs στον πρώτο χρόνο εφαρμογής του προγράμματος, αυξάνοντάς τα στα 16 δισ. ευρώ και στα 24 δισ. ευρώ στο δεύτερο και τρίτο χρόνο αντιστοίχως, παραμένοντας αμετάβλητα στη συνέχεια. Το εναλλακτικό σενάριο λειτουργεί υπό δύο βασικές υποθέσεις.

Μια βασική υπόθεση, η οποία προϋποθέτει έναν δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή (δηλαδή, αύξηση 1,3 του ΑΕΠ ανά κάθε TCC που εκδίδεται σε ετήσια βάση) και

Μια “συντηρητική” υπόθεση, βασισμένη σε έναν πολύ χαμηλότερο πολλαπλασιαστή του 0,8.

Στο βασικό σενάριο, η Ελλάδα εμφανίζει κάποια ήπια αύξηση του ΑΕΠ, με το μέσο πρωτογενές πλεόνασμα του 1,9% να επιτρέπει μικρή μόνο μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους, από το 183% στο 178% σε πέντε χρόνια. Από την άλλη πλευρά, στο εναλλακτικό σενάριο σύμφωνα με την βασική υπόθεση (1,3 πολλαπλασιαστής), η παραγωγή ανακάμπτει ισχυρά με την πραγματική ανάπτυξη του ΑΕΠ να διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 4,3% μέσα σε ένα εκτιμώμενο  χρονοδιάγραμμα πέντε ετών. Στο μεταξύ, το μέσο πρωτογενές πλεόνασμα διαμορφώνεται στο 3,5% του ΑΕΠ, προκαλώντας την αναλογία του δημοσίου χρέους να υποχωρεί στο 131%.

Ακόμη και με βάση την συντηρητική υπόθεση (πολλαπλασιαστής 0,8), η Ελλάδα θα εμφανίσει κατά μέσο όρο μια ανάπτυξη μεγαλύτερη του 2,4% του ΑΕΠ, ενώ ο λόγος του δημοσίου χρέους θα υποχωρήσει σε λιγότερο από 161% και το πρωτογενές πλεόνασμα θα ξεπερνούσε τον στόχο του 1,9%, και θα διαμορφωνόταν κατά μέσο όρο στο 0,9% παρόλα αυτά.
Τι πρέπει να κάνουμε σε περίπτωση δημοσιονομικής υποαπόδοσης
Αρκετές ρήτρες κλιμακούμενης διασφάλισης θα εισαχθούν στο πρόγραμμα TCC για να προστατέψουν τον προϋπολογισμό από το ενδεχόμενο τα δημοσιονομικά έσοδα να μην αυξάνονται σύμφωνα με τους στόχους του πρωτογενούς πλεονάσματος:

Πρώτον, η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να ανακοινώσει μια δέσμευση για την πληρωμή ενός μέρους (κατά πάσα πιθανότητα ενός μικρού μέρους) των δημόσιων δαπανών με TCCs.

Δεύτερον, οι φορολογούμενοι θα έχουν το δικαίωμα να λάβουν TCCs ως αποζημίωση για επιπλέον πληρωμές φόρου σε ευρώ. Βασικά, αυτό αντιστοιχεί με την αντικατάσταση μιας αύξησης του φόρου με μια υποχρεωτική ανταλλαγή TCCs έναντι ευρώ.

Τρίτον, οι κάτοχοι TCCs θα μπορούσαν να ενθαρρυνθούν να αναβάλουν την χρήση των TCCs για φορολογικές εκπτώσεις, δεχόμενοι μια αύξηση της ονομαστικής τους αξίας (αντίστοιχη με έναν τόκο που πληρώνεται για τις συμμετοχές των TCC με την μορφή πρόσθετων TCCs).

Τέταρτον, η κυβέρνηση θα μπορούσε να αντλήσει ευρώ στην αγορά με την τοποθέτηση TCCs με μεγαλύτερο χρόνο ωρίμανσης αντί για ομόλογα.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτές οι εγγυήσεις είναι λίγο-πολύ προ κυκλικές σε σχέση με εκείνες που θα επιβαλλόταν από την ΕΕ για την εξασφάλιση των στόχων του προϋπολογισμού σε περίπτωση δημοσιονομικής υποαπόδοσης. Μπορεί να δει κανείς αμέσως ότι μία ή περισσότερες τέτοιες διασφαλίσεις, πιθανώς χρησιμοποιούμενες συνδυαστικά, θα διευκόλυναν ακόμη και σημαντικά ελλείμματα στους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα.

Ως παράδειγμα, σύμφωνα με την συντηρητική υπόθεση, το έλλειμμα πρωτογενούς πλεονάσματος 1% που προκύπτει (0,9% αντί για 1,9%), που ισοδυναμεί με περίπου 2 δισ. ευρώ στην περίπτωση της ελλάδας, θα μπορούσε να βρεθεί προσφέροντας κάποιο κίνητρο τόκου στους κατόχους TCCs τα οποία ελήγουν κάθε χρόνο (μέχρι τα 24 δισ. ευρώ, όπως αναφέρεται πιο πάνω). Εναλλακτικά, το αναβαλλόμενο κίνητρο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθει για να καθυστερήσει η ωρίμανση TCCs ισοδύναμων με 1 δισ. ευρώ, ενώ 0,5 δισ. ευρώ θα μπορούσαν να ανακτηθούν από τη χρήση TCCs για την πληρωμή κάποιων κρατικών δαπανών και το υπολειπόμενο κενό θα μπορούσε να καλυφθεί μέσω υποχρεωτικής ανταλλαγής TCCs έναντι ευρώ, με τους υψηλούς εισοδηματίες. Η επίδραση τέτοιων μέτρων διασφάλισης θα συγκρίνεται προφανώς πιο ευνοϊκά με τις υφεσιακές επιδράσεις της ίδιας προσαρμογής που επιχειρήθηκε μέσω περικοπής δαπανών και/ή με αυξήσεις φόρων στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Αναπτυξης.

Συμπέρασμα

Υπάρχουν εναλλακτικές στη λιτότητα ως ο μόνος κανόνας προσαρμογής για την Ελλάδα, ένας κανόνας που ενώ φτώχυνε δραματικά την χώρα, αποδεικνύεται επίσης αναποτελεσματικός στο να αναβιώσει αξιόπιστες προοπτικές ανάπτυξης.  

Εισάγοντας ενα νόμισμα παράλληλα με το ευρώ θα βοηθούσε την Ελλάδα να αλλάξει πορεία και να βγει άμεσα από την ύφεση, με την προϋπόθεση ότι το νόμισμα σχεδιάζεται κατά τρόπο που να δημιουργεί τα κίνητρα για τις δαπάνες του ιδιωτικού τομέα.

Έχουν προταθεί σειρά επιλογών. Αυτές έχουν απεικονισθεί και συζητηθεί σε αυτή την διπλή σειρά κειμένων. Όλες οι επιλογές απαιτούν από το δημόσιο, να μετατρέψει μελλοντικά φορολογικά έσοδα, σε άμεση ικανότητα δαπάνης. Κάθε επιλογή ωστόσο, έχει μια πολύ διαφορετική αναμενόμενη επίδραση στην εσωτερική συνολική ζήτηση και στη δημοσιονομική βιωσιμότητα. 

Θεωρούμε πως μόνο τα πιστοποιητικά έκπτωσης φόρου, που χρησιμοποιούνται ως quasi-currency, θα είχαν αρκετή δύναμη τόσο για να δημιουργήσουν νέα αγοραστική ικανότητα και αρκετούς πόρους για να πληρώσουν για τον εαυτό τους κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού κύκλου που ανακάμπτει. Επίσης, επαρκείς εγγυήσεις μπορούν να δημιουργηθούν σε αυτά τα πιστοποιητικά, που θα προστάτευαν τον προϋπολογισμό έναντι του κινδύνου της δημοσιονομικής υποαπόδοσης με έναν τρόπο που θα απέτρεπε να καταστούν αναγκαία, νέα μέτρα λιτότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου