Του Κώστα Ράπτη
“Μια μητέρα δεν θα πάψει ποτέ να βλέπει το παιδί της
ως μητέρα”. “Αλλά και το παιδί δεν θα πάψει να επιδιώκει να γίνει
νοικοκύρης στο σπίτι του”. Ο διάλογος είναι πραγματικός και διεξήχθη
τηλεφωνικώς μεταξύ του Τούρκου προέδρου Tayyip Erdoğan και τον
νεοεκλεγέντος ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Mustafa Akıncı, σε μια προσπάθεια
εκτόνωσης της έντασης η οποία εκδηλώθηκε δημόσια ήδη από το πρώτο 24ωρο
μετά τον δεύτερο γύρο των “προεδρικών εκλογών” στα Κατεχόμενα.
Αφορμή αποτέλεσαν οι δηλώσεις του Akıncı ότι επιθυμεί μια ισότιμη, “αδελφική” σχέση με την Τουρκία, και όχι μιας σχέση “μητέρας πατρίδας” προς “τέκνο”.
“Ακούν τα αυτιά του κ. Προέδρου όσα λέει το στόμα του;” αντέδρασε με το γνωστό του ύφος ο Erdoğan μιλώντας στους δημοσιογράφους κατά την αναχώρησή του για το Κουβέιτ – και υπενθύμισε ότι για την “ΤΔΒΚ” η Τουρκία έχει καταβάλει θυσίες σε αίμα, πέρα από το ένα δισ. δολάρια ετησίως με το οποίο στηρίζει την οικονομία της.
Την έκρηξη Erdoğan συνέβη να παρακολουθεί ζωντανά στο στούντιο του CNN Turk ο ίδιος ο Akıncı, ο οποίος τη σχολίασε επιμένοντας στις δηλώσεις του και υπεραμυνόμενος του δικαιώματος των Τουρκοκυπρίων στην “ενηλικίωση”. Λίγο μετά χτύπησε το τηλέφωνο και ο Akıncı ενημέρωσε το τηλεοπτικό κοινό ότι στη γραμμή βρισκόταν ο Erdoğan (...)
Οι αποκλίσεις “μητέρας” και “τέκνου” είχαν γίνει σαφείς και από τις προ ετών διαδηλώσεις στα Κατεχόμενα κατά της επιβαλλόμενης από την Άγκυρα λιτότητας. Ο δε πατεραναλισμός που διακρίνει τη διακυβέρνηση Erdoğan (όχι μόνο έναντι των Τουρκοκυπρίων, αλλά και έναντι του πληθυσμού της ίδιας της Τουρκίας) δεν φαίνεται να είναι ευπρόσδεκτος στο νησί, όπου οι “πολιτιστικοί πόλεμοι” των “ισλαμοδημοκρατών” δεν είχαν ποτέ απήχηση και όπου το πολιτικό εκκρεμές στρέφεται προς τα αριστερά (ενώ και η δεξιά είναι πρωτίστως εθνικιστική-κεμαλιστική).
Σε ένα τοπίο όπου οι αστοχίες της εξωτερικής πολιτικής του Erdoğan βαραίνουν ήδη και την εσωτερική πολιτική της Τουρκίας, η “μητέρα πατρίδα” παύει να φαντάζει ως αγκωνάρι ασφαλείας στα μάτια των Τουρκοκυπρίων – εξ ού και ο Akıncı, που είχε αποσυρθεί από την πολιτική επί μία δεκαετία μετά από 14 χρόνια στη δημαρχία της κατεχόμενης Λευκωσίας, αποδείχθηκε απρόσβλητος στις κινδυνολογικές κατηγορίες των αντιπάλων του ότι είναι άνθρωπος του Fethullah Gülen και ότι είναι έτοιμος να βάλει τους εποίκους σε ένα καράβι με προορισμό την Τουρκία.
Οι “οικογενειακές” αυτές τριβές φέρνουν στην επιφάνεια την ασυμβατότητα δύο διαφορετικών αφηγημάτων για το Κυπριακό:
Το πρώτο (και στις μέρες μας κυρίαρχο) αντιμετωπίζει το πρόβλημα πρωτίστως ως διακοινοτικό, όμως η επιμονή της Άγκυρας να διατηρεί ως “μητέρα πατρίδα” δικαιώματα εγγύησης στο νησί, ακόμη και μετά την όποια επίλυση, υπενθυμίζει τη διάσταση της εισβολής και κατοχής.
Σε μία συγκυρία όπου το ειδικό βάρος της Ε.Ε. στην περιοχή έχει περιοριστεί (ευθέως ανάλογα με την έκλειψη των ενταξιακών προοπτικών της ίδιας της Τουρκίας), όπου οι ΗΠΑ στηρίζουν φραστικά τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας στην θαλάσσια δικαιοδοσία της, όπου η κρίση της Μέσης Ανατολής καταλύει όλες τις προηγούμενες σταθερές και η Ρωσία ενισχύει την παρουσία της, σε σύγκριση με την προ δεκαετίας περίοδο, η ανάδειξη του Akıncı λειτουργεί εκ των πραγμάτων προωθητικά στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού.
Ήδη στον τουρκικό Τύπο επικρατεί σχετική νευρικότητα για την προοπτική ο νέος Τουρκοκύπριος ηγέτης να συναινέσει από νωρίς σε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, όπως η απόδοση των περίκλειστων Βαρωσίων. Όμως η Άγκυρα είναι πάντοτε σε θέση να δυναμιτίσει το κλίμα, π.χ. επαναλαμβάνοντας τις έρευνες του σκάφους Barbaros οι οποίες και τερματίσθηκαν σιωπηρά, ώστε ο Κύπριος πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης να επιστρέψει κατά τις επιθυμίες του διεθνούς παράγοντα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Κατά βάθος, η νέα κατάσταση μάλλον προκαλεί αμηχανία στην (περισσότερο συμφιλιωμένη με το status quo) ελληνοκυπριακή πλευρά – εξ ού και ο πρόεδρος Αναστασιάδης φέρεται έτοιμος να ελιχθεί προτείνοντας μονομερώς μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης (π.χ. αποναρκοθέτηση της Πράσινης Γραμμής) που ελπίζεται ότι θα διευρύνουν τις “ρωγμές” μεταξύ “μητέρας” και “τέκνου” από τουρκικής πλευράς.
Αφορμή αποτέλεσαν οι δηλώσεις του Akıncı ότι επιθυμεί μια ισότιμη, “αδελφική” σχέση με την Τουρκία, και όχι μιας σχέση “μητέρας πατρίδας” προς “τέκνο”.
“Ακούν τα αυτιά του κ. Προέδρου όσα λέει το στόμα του;” αντέδρασε με το γνωστό του ύφος ο Erdoğan μιλώντας στους δημοσιογράφους κατά την αναχώρησή του για το Κουβέιτ – και υπενθύμισε ότι για την “ΤΔΒΚ” η Τουρκία έχει καταβάλει θυσίες σε αίμα, πέρα από το ένα δισ. δολάρια ετησίως με το οποίο στηρίζει την οικονομία της.
Την έκρηξη Erdoğan συνέβη να παρακολουθεί ζωντανά στο στούντιο του CNN Turk ο ίδιος ο Akıncı, ο οποίος τη σχολίασε επιμένοντας στις δηλώσεις του και υπεραμυνόμενος του δικαιώματος των Τουρκοκυπρίων στην “ενηλικίωση”. Λίγο μετά χτύπησε το τηλέφωνο και ο Akıncı ενημέρωσε το τηλεοπτικό κοινό ότι στη γραμμή βρισκόταν ο Erdoğan (...)
Οι αποκλίσεις “μητέρας” και “τέκνου” είχαν γίνει σαφείς και από τις προ ετών διαδηλώσεις στα Κατεχόμενα κατά της επιβαλλόμενης από την Άγκυρα λιτότητας. Ο δε πατεραναλισμός που διακρίνει τη διακυβέρνηση Erdoğan (όχι μόνο έναντι των Τουρκοκυπρίων, αλλά και έναντι του πληθυσμού της ίδιας της Τουρκίας) δεν φαίνεται να είναι ευπρόσδεκτος στο νησί, όπου οι “πολιτιστικοί πόλεμοι” των “ισλαμοδημοκρατών” δεν είχαν ποτέ απήχηση και όπου το πολιτικό εκκρεμές στρέφεται προς τα αριστερά (ενώ και η δεξιά είναι πρωτίστως εθνικιστική-κεμαλιστική).
Σε ένα τοπίο όπου οι αστοχίες της εξωτερικής πολιτικής του Erdoğan βαραίνουν ήδη και την εσωτερική πολιτική της Τουρκίας, η “μητέρα πατρίδα” παύει να φαντάζει ως αγκωνάρι ασφαλείας στα μάτια των Τουρκοκυπρίων – εξ ού και ο Akıncı, που είχε αποσυρθεί από την πολιτική επί μία δεκαετία μετά από 14 χρόνια στη δημαρχία της κατεχόμενης Λευκωσίας, αποδείχθηκε απρόσβλητος στις κινδυνολογικές κατηγορίες των αντιπάλων του ότι είναι άνθρωπος του Fethullah Gülen και ότι είναι έτοιμος να βάλει τους εποίκους σε ένα καράβι με προορισμό την Τουρκία.
Οι “οικογενειακές” αυτές τριβές φέρνουν στην επιφάνεια την ασυμβατότητα δύο διαφορετικών αφηγημάτων για το Κυπριακό:
Το πρώτο (και στις μέρες μας κυρίαρχο) αντιμετωπίζει το πρόβλημα πρωτίστως ως διακοινοτικό, όμως η επιμονή της Άγκυρας να διατηρεί ως “μητέρα πατρίδα” δικαιώματα εγγύησης στο νησί, ακόμη και μετά την όποια επίλυση, υπενθυμίζει τη διάσταση της εισβολής και κατοχής.
Σε μία συγκυρία όπου το ειδικό βάρος της Ε.Ε. στην περιοχή έχει περιοριστεί (ευθέως ανάλογα με την έκλειψη των ενταξιακών προοπτικών της ίδιας της Τουρκίας), όπου οι ΗΠΑ στηρίζουν φραστικά τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας στην θαλάσσια δικαιοδοσία της, όπου η κρίση της Μέσης Ανατολής καταλύει όλες τις προηγούμενες σταθερές και η Ρωσία ενισχύει την παρουσία της, σε σύγκριση με την προ δεκαετίας περίοδο, η ανάδειξη του Akıncı λειτουργεί εκ των πραγμάτων προωθητικά στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού.
Ήδη στον τουρκικό Τύπο επικρατεί σχετική νευρικότητα για την προοπτική ο νέος Τουρκοκύπριος ηγέτης να συναινέσει από νωρίς σε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, όπως η απόδοση των περίκλειστων Βαρωσίων. Όμως η Άγκυρα είναι πάντοτε σε θέση να δυναμιτίσει το κλίμα, π.χ. επαναλαμβάνοντας τις έρευνες του σκάφους Barbaros οι οποίες και τερματίσθηκαν σιωπηρά, ώστε ο Κύπριος πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης να επιστρέψει κατά τις επιθυμίες του διεθνούς παράγοντα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Κατά βάθος, η νέα κατάσταση μάλλον προκαλεί αμηχανία στην (περισσότερο συμφιλιωμένη με το status quo) ελληνοκυπριακή πλευρά – εξ ού και ο πρόεδρος Αναστασιάδης φέρεται έτοιμος να ελιχθεί προτείνοντας μονομερώς μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης (π.χ. αποναρκοθέτηση της Πράσινης Γραμμής) που ελπίζεται ότι θα διευρύνουν τις “ρωγμές” μεταξύ “μητέρας” και “τέκνου” από τουρκικής πλευράς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου