ΚΟΙΝΩΝΙΑ στην EΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Η Νίλα της Νούλας


Είναι δυστύχημα να κυκλοφορείς σε μια κοινότητα, μικρή ή μεγάλη, όπου υποχρεώνεσαι να συναγελάζεσαι με νούλες. 

Η ανθρώπινη αυτή τραγωδία, η νούλα, δεν είναι μόνο μια δυσάρεστη συνοίκηση, είναι και μια τραγωδία καθ' εαυτήν. Πώς να εικοινωνήσεις όταν ο άλλος είναι το υπαρξιακό κενό, η απύθμενη βλακεία, ένας οχετός από απόβλητα, είτε κληρονομημένα είτε επίκτητα.


Βλέπεις πως η νούλα από την κούνια της κουβαλάει κάποια νοητικά κουσούρια, δυσχέρεια κατανόησης πραγμάτων αυτονόητων, πανικό μπροστά στα καθιερωμένα και δοκιμασμένα, τα κεκτημένα από την πορεία του ανθρώπου επιτεύγματα. 

Η νούλα συνήθως αδυνατεί να αντιληφθεί σημασίες, σχέσεις, αναλογίες, αποχρώσεις, διαφορές, κλιμακώσεις, ρυθμούς και δομικά στοιχεία μιας φράσης, ενός αντικειμένου ή μιας ιδέας. 

Το πλέον όμως τραγικό είναι πως η ζωώδης έπαρσή της, της Νούλας, αποθρασύνεται και έχει μια σχεδόν αφοπλιστικά γελοία πεποίθηση ότι καταλαβαίνει. Κι έτσι ανοίγεται σε αναλύσεις, όπου διαπιστώνεις όχι απλώς το ηλίθιο υπόβαθρό του αλλά και μία ιλιγγιώδους γελοιότητας βεβαιότητα για τα πάντα. Αν κατάγεται μάλιστα και από ένα οικογενειακό περιβάλλον ανάλογης χαώδους ανοησίας κι αν μάλιστα διαθέτει και κάποια οικονομική άνεση, εισβάλλει σε κάθε κοινωνικό μόρφωμα, πολιτικό, επαγγελματικό, καλλιτεχνικό, και τσαλαβουτάει. 

Υπάρχουν τέτοιες καραμπινάτες περιπτώσεις στον ευρύ καλλιτεχνικό χώρο. Είναι αυτό που μου έλεγε κάποτε στα κέφια του ο μέγας ποιητής Νίκος Καρούζος για κάποιο ανάλογο νούμερο της «πνευματικής» πιάτσας: «Είναι ο επί μίαν πεντηκονταετίαν φέρελπις δημιουργός»!!


Τέτοιες νούλες περιφέρονται στην πλατεία Ρεζίλι, ποζάρουν, ξεγυμνώνονται, αυνανίζονται δημοσίως για να προκαλέσουν την προσοχή των περαστικών, μοιράζουν φυλλάδια διαμαρτυρόμενοι γιατί το σύστημα τους αγνοεί, κάνοντας πως δεν καταλαβαίνουν πως είναι του συστήματος αυθεντικά δείγματα, από κείνα που τα βάζουν σε φιάλες με φορμόλη για να στηρίξουν οι συστημικοί την ορθότητα των επιλογών τους. Είναι σαν να λένε «γιατί ν' αλλάξουν τα πράγματα στην τέχνη, θέλετε να έρθει αυτό το έκτρωμα να μας αντικαταστήσει;». 

Οι νούλες όμως μέσα στον πολτό του μυαλού τους νομίζουν πως τους φοβούνται κι έτσι μη έχοντας άλλα μέσα παρά τα τέσσερα πόδια τους (παρ' όλο που η ανθρωπότητα έκανε εκατομμύρια έτη να κάνει τα τέσσερα πόδια δύο, υπάρχουν ακόμη κάποια μαστοφόρα που περπατάνε με τα τέσσερα και αυτό το ονομάζουν μεταμοντέρνο, ενώ στην ουσία είναι προκατακλυσμιαίο) βάζουν κάτω τη βαριά κεφαλή τους και ως ένδειξη αντίδρασης βοσκάνε χορτάρι, αδιαφορώντας αν είναι πιθανόν και χόρτο τοξικό. Με αποτέλεσμα να παθαίνουν παραισθήσεις κυρίως μεγαλομανίας και να περιφέρουν την ανόητη καρικατούρα τους με κομπασμό, ευήθεια και κακοήθεια. 

Το να ζηλεύεις τους δημιουργικούς ανθρώπους είναι φιλοδοξία θεμιτή, αλλά το να ζουλεύεις (που έλεγε και ο Εγγονόπουλος) είναι μία ψύχωση που συχνά οδηγείσαι (όπως όλες οι Νούλες) σε πλαστές ονειρώξεις μέσω διεγερτικών ουσιών.


Αλλά το πλέον τραγικό συμβαίνει εντός του υπαρξιακού αυτού πτυελοδοχείου. Μαζεύει, μαζεύει ζούλια, τρώει τα νύχια του η Νούλα, βυζαίνει το δάκτυλό του, ξεσπάει στα κάγκελα του κλουβιού που εθελουσίως χώθηκε με την εντύπωση πως θα τον δουν οι περαστικοί και θα τον συμπονέσουν, ώστε στο τέλος η συσσωρευμένη χολή του γίνεται μίσος για κάθε τι το δημιουργικό.


Και από τη στιγμή εκείνη αρχίζει η υπαρξιακή Νίλα της Νούλας. Η νίλα αυτή έχει κάτι από τις πρωτόγονες ομοιοπαθητικές τελετές, φαίνεται πως στον πάτο τής υποσυνείδητης κτηνωδίας του η Νούλα θυμάται τη σπηλαία καταγωγή του και μη έχοντας τίποτα άλλο στη διάθεσή του αφοδεύει στο κλουβί του, μαζεύει τα περιττώματά του, τα πλάθει με τα μπροστινά του πόδια όπως το Σκαθάρι στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη και φτιάχνει ομοιώματα των μισητών του έξω από το κλουβί δημιουργών. Πρέπει κανείς να ομολογήσει πως το μιμητικό του ένστικτο, που διακρίνει πολλά ζώα, τον οδηγεί να δημιουργεί κάπως ανεκτές πλαστικές απομιμήσεις των ανθρώπων που ζουλεύει το έργο τους. Και αφού τελειώσει το έργο του που βρωμάει και ζέχνει, με αργές τελετουργικές κινήσεις με τα μπροστινά του ποδαράκια το φέρνει στο στόμα του και καταβροχθίζει το ομοίωμα του μισητού του δημιουργού.


Ετσι ασκεί το δικό του καλλιτεχνικό έργο, μετατρέποντας το στόμα του σε απόπατο.


Ετσι ασκεί μια γνωστή από τα χρόνια του ανθρώπου του Νεάτερνταλ «Τέχνη». Βοσκάω, χωνεύω, αφοδεύω, πλάθω σκατουλάκια, καταβροχθίζω, χωνεύω, αφοδεύω κ.τ.λ. εσαεί.


Η Νίλα της Νούλας δυστυχώς έχει υποστηρικτές. Θα μου πείτε γιατί; 

Απλώς διότι το παράδοξο, το αφύσικο και το στερημένο πουλάει. Ετσι υπάρχουν καμπάνες που καλούν τον κοσμάκη να χαζέψει το τέρας. Κι όπως έλεγε ο Σολωμός ο σατιρικός:«Οι καμπάνες πληρωμένες βάραγαν σαν βουρλισμένες».  

Το πρόβλημα είναι δικό σου αναγνώστη: 

Να απαντήσει ποιος πληρώνει τον καμπανοκρούστη

Ποιος διασκεδάζει πληρώνοντας με τα τσιράκια που βαράνε τις καμπάνες

Γιατί τη Νούλα μόνο να τη λυπηθείς μπορείς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου