ΤΟΥΡΚΙΑ: Ειναι μία και «χτίζει» διεκδικήσεις


Δεν υπάρχουν δύο Τουρκίες, η «καλή» Τουρκία, στην οποία υποχρεούμαστε να προσφέρουμε στήριξη, και η «κακή» Τουρκία, την οποία πρέπει να έχουμε υπό επιτήρηση, δίχως όμως να την εκνευρίζουμε κιόλας. Η Τουρκία είναι μία.

Μία χώρα, ένας ενιαίος χώρος, συμπίλημα δεκάδων διαφορετικών εθνοτήτων πράγματι, όπου όμως χάρη στον Κεμάλ Ατατούρκ η ισχυρή ιδέα της εθνικής ταυτότητας που ενυπάρχει αποτελεί το βασικό στοιχείο συνοχής. 

Ο παραλογισμός αυτός, ο διαχωρισμός ανάμεσα στους κακούς και φίλα προσκείμενους στον Κεμάλ Ατατούρκ στρατιωτικούς που εποφθαλμιούν το Αιγαίο και τους καλούς πολιτικούς, αριστερούς ή ισλαμιστές, στους οποίους μπορούμε να βασιστούμε για μία καλύτερη ελληνοτουρκική συνεργασία, καλλιεργείται επί τούτου στην Ελλάδα, προκειμένου να μην εκτίθεται η εκάστοτε πολιτική ηγεσία της χώρας μας εξαιτίας των προφανώς ατυχών χειρισμών της στα κρίσιμα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής.

Πρόκειται για δημιούργημα μιας σχολής σκέψης -εγχώριας αλλά και υπερατλαντικής- η οποία δίνει τη δυνατότητα επικοινωνιακής κάλυψης στους συνομιλητές της Τουρκίας στο εξωτερικό και επιτρέπει την προώθηση των τουρκικών διπλωματικών και οικονομικών συμφερόντων, καθώς τα κακώς κείμενα τα χρεώνεται το περιβόητο «βαθύ κράτος», ενώ τα «καλώς κείμενα» η προοδευτική πτέρυγα στην Τουρκία.

Η πραγματικότητα απέδειξε τη φαιδρότητα του ισχυρισμού αυτού, καθώς «χάλασε» η ζυγαριά της... καλοσύνης.

Σε κάθε περίπτωση το αίσθημα συνοχής στην Τουρκία είναι απαραίτητο, λόγω κατά βάση της ύπαρξης της κουρδικής οντότητας, αλλά και των διαφορετικών εκφάνσεων του Ισλάμ, για το λόγο αυτό κάθε φορά που διαπιστώνεται η όποια «διολίσθηση», ακολουθεί μία «υπενθύμιση» που τυγχάνει να εμπλέκει τη χώρα μας, για την ανάγκη η Τουρκία να παραμείνει ενωμένη. 

Η Τουρκία «χτίζει» κάθε ημέρα που περνά λιθαράκι λιθαράκι τις διεκδικήσεις της.

Θέτει ζήτημα «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο με τη διατήρηση του casus belli, αμφισβητεί την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, αδιαφορεί για τις διεθνείς συμβάσεις, παρεμβαίνει ποικιλοτρόπως στη Θράκη, εμφανίζεται ως η προστάτιδα των απανταχού μουσουλμάνων στην Ελλάδα, ομιλεί για «τουρκική» μειονότητα στα Δωδεκάνησα.

Η τουρκική εξωτερική πολιτική διακρίνεται για τη συνέπεια, τη συνέχεια, τη συγκρότηση και τη διορατικότητά της, στοιχεία που στα καθ' ημάς δυστυχώς συνήθως απουσιάζουν.

 Μολαταύτα τελευταία εξαιτίας της έπαρσης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν η Τουρκία πληρώνει το τίμημα ορισμένων επιλογών της, ιδίως στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Η ελληνική πολιτική ηγεσία, από την άλλη πλευρά, διαχρονικά εκφωνεί πύρινους λόγους για τη σπουδαιότητα της χώρας μας, το λαμπρό της παρελθόν, τις αστείρευτες δυνατότητές της.

Παραμένει όμως προσκολλημένη σε ένα φοβικό σύνδρομο έναντι της Τουρκίας, μην τολμώντας ούτε τη λέξη «Τουρκία» αυτή καθεαυτή να ξεστομίσει.
 
Είναι παράφρων όποιος αναλογίζεται ότι τα προβλήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μπορούν να λυθούν με μία στρατιωτική αναμέτρηση.

Ο κόσμος όμως αποδεδειγμένα δεν είναι ηθικός και αγγελικά πλασμένος, κατά συνέπεια για τη βελτίωση των διμερών σχέσεων ίσως θα έπρεπε οι Ελληνες πολιτικοί να πιστέψουν κατ' αρχήν οι ίδιοι πως η χώρα μας έχει πράγματι δυνατότητες και πως μπορεί να συνομιλήσει επάξια με τους γείτονές της, όχι με την ουρά κάτω από τα σκέλια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου