Αυτά που βαναύσως βιώνουμε οι
Ελληνες όλο αυτό το διάστημα, με τον καταιγισμό των κατά συρροήν
συμπτωμάτων διαφθοράς, που συνεχώς «αβγατίζουν» και τα οποία συνιστούν
αδυσώπητους δείκτες ενδογενούς σήψεως, δεν είναι μεν άσχετα προς τα
αίτια της χρεοκοπίας.
Αποβαίνουν, όμως, πέραν αυτής και κακοήθεις συντελεστές
απονευρώσεως ελπίδων και αποδομήσεως προοπτικών. Ως εν πολλοίς δυναμικές
απελπισίας. Κι εξοργιστική τεκμηρίωση της προφανούς αθλιότητος των
νεο-νεοελληνικών ημερών. Απότοκο των οποίων είναι σε τελική ανάλυση: αφ'
ενός η εξαθλίωση των ίδιων των πολιτών (και ιδιαίτερα των ασθενέστερων
κοινωνικών στρωμάτων) και αφ' ετέρου ο ακρωτηριασμός των έστω και ισχνών
δυνατοτήτων για ανάταξη από την κατάσταση της πτωχευτικής
κατολισθήσεως. Η οποία δεν αφορά πλέον μόνο την οικονομική διάσταση της
κρίσεως, αλλά και τις θεσμικές δομές και τις αξιακές μας παρακαταθήκες.
Αυτά που επεσήμανε ο Ισοκράτης, δυόμισι χιλιάδες τόσα χρόνια
πριν (εδώ στην ίδια πόλη των Αθηνών), προσιδιάζουν απόλυτα -και όχι
τυχαία- προς όσα σήμερα καταγράφονται ως μέρος της εθνικής παθογένειας.
Διαπιστώνοντας διαχρονικώς δηλαδή ότι: «Το της πόλεως όλης ήθος
ομοιούται τοις άρχουσι...». Οπου άρχοντες δεν είναι απλώς οι επώνυμοι
κυβερνώντες και γενικότερα η πολιτική πανίδα του τόπου, αλλά ευρύτερα
ό,τι γενικολόγως προσδιορίζεται ως οικονομική και διοικητική ελίτ.
Εστω και αν σε κάθε περίπτωση πάντα υπάρχουν και οι ευτυχείς
εξαιρέσεις. Απροσδιόριστες μεν, αλλά παρούσες ως αναιμική έστω δυναμική
ανανήψεως. Με ό,τι ευγλώττως αυτό σημαίνει.
Ο Ισοκράτης είχε επισημάνει και κάτι εκ παραλλήλου άλλο, με
ανάλογο και ζωτικό μήνυμα για το ελληνικό νυν. Με αποδέκτες κυρίως
εκείνους που νέμονται δημόσιες θέσεις και διαχειρίζονται αξιώματα: «Εκ
των κοινών επιμελειών απαλλάττεσθε μη πλουσιότεροι, αλλ' ενδοξότεροι.
Πολλώ γαρ χρημάτων, κρείττων ο παρά του πλήθους έπαινος...». Και ο έχων
ώτα ακούειν ακουέτω.
Κι αυτό μεν το «απαλλάττεσθε μη πλουσιότεροι» από τα κοινά
ισχύει αυτοδήλως για όσους είναι ταγμένοι στην υπηρεσία των πολιτών,
διαχειριζόμενοι δημόσια έσοδα και υποθέσεις της πολιτείας. Αλλά (και υπό
το κράτος πάντοτε αυτών που σήμερα οι Ελληνες παρακολουθούμε ως μέρος
της καθάρσεως ενός εν πολλοίς «σεσηπότος τραύματος») πρέπει ευτόλμως να
ενσκήψουμε και ν' ανατάμουμε το πρόβλημα όπως όντως είναι και όχι όπως
συνήθως το αποφεύγουμε. Να ψηλαφήσουμε, δηλαδή, επιτέλους την υπό
μετάστασιν κακοήθη νεοπλασία που κοινωνικώς μας διαβρώνει σε άλλα
επίπεδα.
Γιατί;
Διότι το θέμα δεν είναι μόνον αυτά τα σηψαιμικά συμπτώματα που
περιστασιακά εν πολλοίς ανέκυψαν και αποβαίνουν μέρος της ενδοστρεφούς
κριτικής ή και της δικαιολογημένης οργής όσων αισθάνονται ότι αποβαίνουν
θύματα τέτοιων εκτροπών. Θύματα, βεβαίως, είναι όλοι. Κράτος, θεσμοί,
πολίτες. Το πρώτο γιατί διασύρεται ως αναξιόπιστο. Οι δεύτεροι γιατί
καταρρακώνονται και ουσιαστικώς καταντούν ανενεργοί. Και οι τελευταίοι
γιατί τελικά είναι αυτοί που «πληρώνουν το μάρμαρο». Με ό,τι αυτό
σημαίνει. Και σημαίνει πολλά. Καθώς οι συνέπειες μεταφράζονται σε
δυνάμει πτωχοποίηση. Κι εν προκειμένω πτωχοποίηση και των ίδιων των
πολιτών και των θεσμών και των αξιών και του ήθους και τελικά του ίδιου
του εθνικού προσδόκιμου. Κι αυτό το τελευταίο να προβληματίσει όλους και
σε βάθος. Γιατί συνιστά το τελικό τίμημα της ατιμώρητης αυτουργίας.
Γιατί κάνουν λάθος όσοι τυχόν διαχωρίζουν το ένα από το άλλο.
Αντιθέτως, το ένα επενεργεί ως δυναμική για το άλλο. Και όλα μαζί
συναιρούνται δυνάμει στην εθνική χρεοκοπία με την περιεκτικότερή της
έννοια. Κάμνουν δηλαδή λάθος όσοι ερμηνεύουν την πτώχευση μονοσήμαντα.
Με όρους δηλαδή αποκλειστικά οικονομικούς. Αυτή, μάλιστα, στην
πραγματικότητα δεν είναι η σημαντικότερη διάσταση του ελληνικού
προβλήματος. Παρ' όλο που αυτή τη στιγμή αυτό μας καίει. Εάν όμως
θέλουμε να δούμε και να πούμε όλη την αλήθεια, τότε αυτή δεν είναι παρά
το εκ των πραγμάτων παράγωγο μιας συνολικότερης κακοδαιμονίας. Μιας
δέσμης συντελεστών. Οχι το αίτιο. Το αίτιο που κυοφορεί τη χρεοκοπία
εγκυμονείται στη διαφθορά και στην άτοπη διαχείριση των κοινών. Αφ' ενός
από τις εξουσίες και αφ' ετέρου από τους ίδιους τους πολίτες, οι οποίοι
και τις αναδεικνύουν και τις στηρίζουν και τις ανέχονται. Συνανεχόμενοι
αυτομάτως συνενεχόμεθα. Σε όσα το σύστημα καλλιεργεί και συντηρεί, που
δεν πρέπει.
Εάν δούμε με όρους ολικής αντιλήψεως και αναλόγου αξιολογήσεως
όσα σήμερα συμβαίνουν _και των οποίων οι πολίτες αποβαίνομεν μετ'
αφελούς εκπλήξεως κοινωνοί_, θα ερμηνεύσουμε καλύτερα την εθνική
παθογένεια.
Γιατί σε τελική ανάλυση, περί αυτής πρόκειται. Θα δούμε δηλαδή:
αφ' ενός την «εκ των άνω» ανήκεστη σήψη και αφ' ετέρου την οριζόντιά της
και διαβρωτική ανάκλαση σε υποθέσεις ευρείας λεηλασίας του Δημοσίου από
ευωχούμενους λειτουργούς. Και όχι μόνον, αλλά και από κάποιους πολίτες
ως συνεργούς και ωφελουμένους. Αποδέκτες δηλαδή των ψιχίων της
λεηλασίας. Οπόταν και το ένοχο σύστημα επαναπαύεται αποπλένοντας τις
παρεκτροπές με την καλλιέργεια του συνδρόμου της «κοινής συνενοχής».
Γιατί η διαφθορά στα καθ' ημάς δεν αποτελεί μέρος μεμονωμένων
φαινομένων. Αντιθέτως, αφέθηκε (σκοπίμως ή από αδιαφορία) να ευρυνθεί
και ν' αποβεί αναπόσπαστο μέρος του «ελληνικού κεκτημένου»! Η αλήθεια.
Κι αυτό ακριβώς έχει μετεξελιχθεί τελικά σε «κουλτούρα της
διαφθοράς». Που αποτελεί σήμερα εν πολλοίς σήμα κατατεθέν του εθνικού
γίγνεσθαι. Οπου η παρά φύσιν ανεντιμότης μεταποιείται σε κατά φύσιν
συμπεριφοράν. Ενώ η εντιμότης καταντά να θεωρείται περίπου κοινωνική
ανικανότης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου