Γράφει ο ΦΑΛΗΡΕΥΣ
«Σαν πρωθυπουργός, με ενδιαφέρει η ενότητα. Δεν έχεις δικαίωμα να
μισείς τον άλλο, να πιστεύεις στη βία, να είσαι ρατσιστής, να προωθείς
την ακρότητα. Γιατί τότε θα βρεις απέναντί σου τους Ελληνες, όπως έγινε
τις τελευταίες ημέρες στην πατρίδα». (Απόσπασμα από την ομιλία του
πρωθυπουργού προς ομογενείς στον ναό του Αγίου Νικολάου στο Κουίνς της
Νέας Υόρκης).
Εγώ, ευτυχώς, δεν είμαι πρωθυπουργός. Επειδή όμως συμβαίνει να έχω την
ίδια μητρική γλώσσα με τον Αντώνη Σαμαρά, θα τολμούσα να πω ότι αν ήμουν
στη θέση του και μιλούσα προς τους ομογενείς είτε θα έλεγα ότι «ως
πρωθυπουργός ενδιαφέρομαι για την ενότητα» είτε ότι «ως πρωθυπουργό με
ενδιαφέρει η ενότητα». Αυτό μου λέει η γλωσσική αίσθηση που διαθέτω και η
σχολαστικότητα που με κατατρύχει δεν μου επιτρέπει να το προσπεράσω.
Αλλά είμαι πρόθυμος να δεχθώ ότι ένα ή δύο σφάλματα στη διατύπωση των
σκέψεων του πρωθυπουργού είναι το αναπόφευκτο τίμημα της υπερατλαντικής
πτήσης: jet lag, όπως μάθαμε να το λέμε, αφότου στα χρόνια της ευμάρειας
ανακαλύψαμε και εμείς την Αμερική (για ψώνια, εννοείται...). Δεν χάθηκε
ο κόσμος, λοιπόν. Πάμε παρακάτω - στα σοβαρότερα.
Κάτι άλλο είναι αυτό που με ενοχλεί περισσότερο στην παραπάνω δήλωση του
Αντώνη Σαμαρά· και με ενοχλεί επειδή εκφράζει μία αντίληψη, η οποία, εκ
πρώτης όψεως τουλάχιστον, μοιάζει να έρχεται σε αντίθεση με τη σημασία
που θέλω να πιστεύω ότι έχει η πρόσφατη δράση της Δικαιοσύνης κατά της
Χρυσής Αυγής. Από πού κι ώς πού δεν έχει κάποιος το δικαίωμα να πιστεύει
στο μίσος;
Μία από τις διαφορές των δημοκρατικών από τα ολοκληρωτικά
καθεστώτα, αν δεν κάνω λάθος, είναι ότι τα πρώτα δεν επιβάλλουν τον
έλεγχο των πεποιθήσεων, εν αντιθέσει με τα δεύτερα που έχουν σκοπό να
ελέγξουν κάθε πτυχή της ζωής του ατόμου.
Αλλά και πέραν της ιδεολογικής αντίρρησης, στο καθαρά πρακτικό επίπεδο,
μπορεί να είναι εφικτός ο έλεγχος των πεποιθήσεων;
Η ιστορία των κάθε
μορφής ολοκληρωτικών καθεστώτων που γνωρίσαμε ώς σήμερα έχει δείξει ότι
σε αυτήν ακριβώς την επιδίωξή τους βρίσκουμε και τη μεγαλύτερη αποτυχία
τους. Ούτε πρέπει και ούτε είναι δυνατόν να εμποδίζονται οι πεποιθήσεις.
Σε τελευταία ανάλυση, ίσως το πλέον στοιχειώδες ατομικό δικαίωμα είναι
στη βλακεία, όπως αυτή εκφράζεται μέσω των πεποιθήσεων του καθενός.
Είναι μάταιο να επιχειρήσουμε τον διαχωρισμό των εκφάνσεων της
ανθρώπινης βλακείας σε ανεκτές και απαράδεκτες - το μόνο βέβαιο είναι
ότι έτσι θα χαθούμε σε ένα λαβύρινθο περιπτωσιολογίας. (Απολύτως
εύστοχο, σχετικώς, είναι το παράδειγμα που χρησιμοποίησε χθες ο
πολιτικός σχολιαστής του ΣΚΑΪ Μ. Βουλαρίνος. Αυτοί που έχαψαν αμάσητη
την «είδηση» ότι αποφυλακίσθηκε ο Ακης, επειδή το διάβασαν στα social
media, δεν θα τους άξιζε να στερηθούν των πολιτικών δικαιωμάτων τους,
αναρωτήθηκε...)
Εξίσου μάταιο είναι και να πιστέψουμε ότι μπορούμε να απαγορεύσουμε την
ανθρώπινη κακότητα. Και μόνο την ιστορία του 20ού αιώνα να κοιτάξουμε,
βλέπουμε αμέσως τη ματαιότητα του εγχειρήματος. Από μια άλλη πλευρά, με
τον τρόπο του και ο Χριστιανισμός (μια και η ομιλία του πρωθυπουργού
έγινε μέσα σε εκκλησία...) αναγνωρίζει ότι η κακότητα είναι εγγενής στην
ανθρώπινη φύση: το δόγμα του προπατορικού αμαρτήματος, εντέλει, δεν
είναι παρά μια αλληγορία για την έκφραση αυτής της διαπίστωσης.
Ο τρόπος με τον οποίο ο πρωθυπουργός στη συγκεκριμένη ομιλία του έθεσε
το θέμα του φυλετικού ή και του πολιτικού μίσους είναι ηθικολογικός και
εθνικιστικός. Βασίζεται στην αρχή ότι υπάρχουν καλοί άνθρωποι και κακοί
άνθρωποι και μάλιστα ότι οι καλοί άνθρωποι, τους οποίους θα βρουν
μπροστά τους οι ζηλωτές του μίσους και του ρατσισμού, είναι οι Ελληνες.
Οι άνθρωποι, όμως, είμαστε και καλοί και κακοί ταυτοχρόνως. Ισχύει,
αλίμονο, και για εμάς τους Ελληνες, έστω και αν η εθνική μας ιδεολογία
μας θέλει να είμαστε κάπως «περισσότερο άνθρωποι» από τους κοινούς
ανθρώπους.
Ας αναρωτηθούμε, στο κάτω κάτω, γιατί το κράτος αισθάνθηκε την πίεση της
κοινής γνώμης και ανέλαβε δράση, όταν δολοφονήθηκε ένας Ελληνας από τη
Χ.Α. και δεν είχε αισθανθεί ανάλογη πίεση για τη δολοφονία, λ.χ., του
27χρονου Πακιστανού ποδηλάτη στα Πετράλωνα;
Ενδεχομένως, σκέπτομαι, ο
τρόπος με τον οποίο έδρασε η Χ.Α. στη δολοφονία της Αμφιάλης να ήταν
τέτοιος ώστε να επέτρεψε στην αστυνομική έρευνα να φθάσει τόσο ψηλά στην
ιεραρχία της εγκληματικής οργάνωσης, ενώ οι συνθήκες στη δολοφονία των
Πετραλώνων ίσως να μην επέτρεψαν ανάλογης διεισδυτικότητας εξιχνίαση.
Μπορεί να είναι έτσι - θα ήθελα να είναι έτσι, δεν το κρύβω, γιατί η
αντίθετη περίπτωση θα ήταν ντροπιαστική. Αλλά, σε κάθε περίπτωση, θα
ήταν χρήσιμο για την αυτογνωσία μας να μάθουμε αν πράγματι ήταν έτσι.
Το ζήτημα για τις δημοκρατίες δεν είναι η αντιμετώπιση της βλακείας και
της κακότητας στη μορφή που παίρνουν ως πεποιθήσεις, αλλά στις μορφές
που παίρνουν ως πράξεις και ως δράσεις.
Για να εμποδίσουμε τη βλακεία να
ριζώσει και να διαδοθεί υπάρχουν η παιδεία και η πνευματική
καλλιέργεια· και για να εμποδίσουμε την πραγμάτωση της κακότητας σε
πράξεις υπάρχει ο νόμος. Αυτά είναι τα μέσα που διαθέτουν οι
πολιτισμένες κοινωνίες, με δημοκρατική οργάνωση. Αυτά τα μέσα
δημιουργούν το πλαίσιο των αρχών, μέσα στο οποίο ο κοινωνικός
ανταγωνισμός μπορεί να αποκτά νόημα δικαίου.
Το δικό μας πρόβλημα -του
οποίου η Χ. Α. ήταν η πιο αποκρουστική έκφανση- είναι ότι επί χρόνια
είχαμε εκπαιδευτεί να ανεχόμαστε τη βία και την ανομία και πάντα να τις
κρίνουμε κατά περίπτωση, σύμφωνα με το συμφέρον μας: εδώ θα φωνάξουμε,
εκεί θα κάνουμε τα στραβά μάτια. Είχε πάψει να υφίσταται, να γίνεται απ’
όλους κατανοητό και σεβαστό, το πλαίσιο αρχών μιας ευνομούμενης,
δημοκρατικής, πολιτισμένης κοινωνίας.
Θα είμαι ευτυχής και, επιπλέον, θα νιώσω και υπερήφανος ως Ελληνας, δεν
έχω κανένα πρόβλημα να το πω, αν η εξέλιξη της υπόθεσης που ξεκίνησε με
τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα στην Αμφιάλη πάρει τέτοια μορφή, ώστε να
μπορέσω να πιστέψω ότι άρχισε ξανά η προσπάθεια για να φτιάξουμε κράτος
δικαίου. Τα άλλα, περί υγιών και νοσηρών Ελλήνων, ανθρώπων φύσει καλών
και φύσει κακών, είναι παραμύθια για παιδιά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου