Bloomberg
Tα στελέχη των μεγαλύτερων αμερικανικών τραπεζών υποστηρίζουν
τελευταία ότι είναι τόσο ευάλωτες στην πειθαρχία που μπορούν να
επιβάλουν οι αγορές όσο οποιοσδήποτε άλλος κλάδος. Αν καταστούν
προβληματικές θα αφεθούν να πτωχεύσουν, ασχέτως του μεγέθους τους. Οι
φορολογούμενοι δεν θα χρειάζεται να ανησυχούν ότι θα πρέπει να βάλουν το
χέρι στην τσέπη γι’ αυτές.
Μακάρι να ήταν έτσι!
Τις τελευταίες δεκαετίες, η αμερικανική κυβέρνηση επέτρεψε μόνο σε μία
μεγάλη τράπεζα να πτωχεύσει, τη Lehman Brothers Holdings Inc. Οι
επιπτώσεις αποδείχθηκαν τόσο καταστροφικές, ώστε σύντομα η κεντρική
τράπεζα να χρειαστεί να διοχετεύσει χρήμα σε όλες από τις υπόλοιπες
μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ.
Το μήνυμα ήταν σαφές: αν μια τράπεζα είναι
αρκετά μεγάλη και έχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά, τέτοια που να
επηρεάζει το σύνολο της οικονομίας, το κράτος δεν έχει άλλη επιλογή παρά
να τη στηρίξει στην περίπτωση που θα καταρρεύσει.
Οι ρυθμιστικές αρχές υποστηρίζουν πως οι εποχές έχουν αλλάξει,
αναφερόμενες ειδικότερα στη νέα νομοθεσία, που επιτρέπει την «ομαλή»
κατάρρευση μιας τράπεζας στην περίπτωση που κρίνεται μη βιώσιμη.
Φανταστείτε μια εταιρεία συμμετοχών του τραπεζικού τομέα, με χιλιάδες
θυγατρικές, που δραστηριοποιούνται σε κάθε τομέα των τραπεζικών
δραστηριοτήτων. Ο νόμος στις ΗΠΑ επιτρέπει πλέον στην Εταιρεία Ασφάλισης
των Καταθέσεων (FDIC) να θέσει τη συμμετοχική αυτή εταιρεία υπό τον
έλεγχό της, διασφαλίζοντας τη συνέχιση της λειτουργίας όλων των
θυγατρικών της που κρίνονται συστημικά σημαντικές. Για να ανακτηθεί το
μετοχικό κεφάλαιό της –τα περιουσιακά στοιχεία της μείον τις οφειλές
προς τους πιστωτές της–, η FDIC μπορεί να επιβάλει στους τελευταίους να
υποστούν ζημίες, «μετατρέποντάς» τους σε μετόχους της τράπεζας κατά τη
φάση της διάσωσής της. Ιδανικά, μέσω αυτής της διαδικασίας θα προκύψει
μια νέα ή μερικές άλλες, μικρότερες και πιο υγιείς εταιρείες.
Το πρόβλημα με αυτές τις διαδικασίες είναι ότι δεν είναι εξασφαλισμένη η
επιτυχία τους. Επίσης, όπως επισημαίνουν μέλη του Κογκρέσου, με
δεδομένο ότι η FDIC θα χρησιμοποιεί δημόσιο χρήμα τουλάχιστον για ένα
μεταβατικό στάδιο, διατηρώντας την προβληματική τράπεζα σε λειτουργία,
στην ουσία θα χρησιμοποιεί χρήματα των φορολογουμένων. Αρα, δεν
πρόκειται ουσιαστικά για κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι ίσχυε κατά το
παρελθόν.
Ενα σημαντικό ερώτημα αφορά στο πώς θα διαχειριζόταν η FDIC μια μεγάλη,
γενικευμένη κρίση, όπως αυτή του 2008. Υπενθυμίζεται ότι σε τέτοιες
περιπτώσεις και λόγω του πανικού που επικρατεί στις αγορές, η αξία των
περιουσιακών στοιχείων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων συρρικνώνεται
τόσο ραγδαία, που οι αρμόδιες αρχές αδυνατούν να προσδιορίσουν το
μέγεθος της ζημίας τους. Ετσι κλονίζεται ακόμη περισσότερο η εμπιστοσύνη
των επενδυτών στους υπό διάσωση οργανισμούς.
Το σημαντικό στην υπόθεση διάσωσης των προβληματικών τραπεζών είναι, ως
εκ τούτου, η πρόληψη. Οικονομολόγοι υποστηρίζουν την απαίτηση για
διατήρηση αποθεματικού ενός δολαρίου ανά πέντε δολάρια δανεισμού από τις
τράπεζες – ικανό ποσό για να απορροφηθεί μια ζημία της τάξεως του 20%.
Δύο Αμερικανοί νομοθέτες, ο Ρεπουμπλικανός Ντέιβιντ Βίτερ και ο
Δημοκρατικός Σέροντ Μπράουν, προωθούν σχέδιο νόμου που θα απαιτεί από
τις μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες να είναι οι ίδιες σε θέση να
καλύψουν ζημίες αντίστοιχες με το 15% των ανοιγμάτων τους. Ας μην
παρεξηγηθεί όμως η προσπάθεια. Η δυνατότητα «ομαλής» ρευστοποίησης μιας
προβληματικής τράπεζας αποτελεί προσπάθεια καλής πρόθεσης για την
προστασία των φορολογουμένων και της οικονομίας. Θα είναι όμως καλύτερα
αν δεν χρειαστεί ποτέ να εφαρμοστεί στην πράξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου