Συνέντευξη του υπεύθυνου του ερευνητικού προγράμματος Μέσης Ανατολής του ΕΛΙΑΜΕΠ και
συγγραφέας του βιβλίου «Ελληνισμός στο σύγχρονο Ιράν» Ευάγγελου Βενέτη στον Δημήτρη Δελεβέγκο
- Κύριε Βενέτη, ποια υπήρξε η αιτία των ταραχών στα Κάιρο;
Η σύγκρουση της εκκοσμίκευσης και της παράδοσης, του Ισλάμ, η οποία κρατάει εδώ και έναν αιώνα από την πτώση του Οθωμανικού Σουλτανάτου. Διαχρονικά η γεωπολιτική διείσδυση της Δύσης στην Αίγυπτο είχε ως αποτέλεσμα την ανάδυση στην μεταοθωμανική Αίγυπτο μίας ελίτ αστών εμπόρων και στρατιωτικών που διατηρεί, μέχρι σήμερα, τον έλεγχο της χώρας, προσπαθώντας να επιφέρει τον εκσυγχρονισμό της.
Και από την άλλη πλευρά, έχουμε τον κύριο όγκο, την πληθυσμιακή βάση της χώρας που αποτελείται από παραδοσιακούς, ευσεβείς, δηλαδή ισλαμιστές μουσουλμάνους.
- Γιατί η σύγκρουση Ισλαμιστών και στρατού έχει καταστεί ιδιαίτερα έντονη τα τελευταία δύο χρόνια;
Η σύγκρουση μεταξύ Ισλαμιστών και στρατού διαρκεί, όπως σημειώσαμε, τα τελευταία 100 χρόνια, με τους πρώτους να προσπαθούν διαρκώς να περιορίσουν το ρόλο του στρατού για να επιβάλουν τον ισλαμικό νόμο. Και ένα μέσο για την επίτευξη των στόχων των Αδελφών Μουσουλμάνων είναι οι δημοκρατικές εκλογές.
Την τελευταία διετία καταγράφεται μία τάση από την μέση αστική τάξη -που έχει αστικοποιηθεί και εκδυτικοποιηθεί- να απαιτεί περισσότερα πολιτικά δικαιώματα. Στο πλαίσιο αυτό, με το φιλελεύθερο -αρκετά μικρό συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό -τμήμα του πληθυσμού, έχει συνταχθεί και η μεγάλη μάζα της υπαίθρου που είναι ισλαμιστική. Η Αίγυπτος συμμετείχε στο αίτημα της εκδημοκρατικοποίησης του ισλαμικού κόσμου, όπως αυτό εκφράστηκε με το ντόμινο της Αραβικής εξέγερσης το 2011.
- Ποιος είναι ο αντίκτυπος στις διεθνείς σχέσεις της Αιγύπτου με τη Δύση;
Ουσιαστικά περιορίζεται στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση, η οποία επιθυμεί ο στρατός να διοικεί την Αίγυπτο, απευχόμενη την ισλαμοποίηση της χώρας. Η εν λόγω αλλαγή στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση δεν λειτουργεί κατʼ ανάγκην αρνητικά για τη γείτονα, καθώς η χώρα -εφόσον διατηρεί την εδαφική ακεραιότητά της- αποτελεί γεωπολιτικό μέγεθος ανυπέρβλητο στην περιοχή. Ως αποτέλεσμα, κάθε κίνηση του Ερντογάν, όπως η συμμετοχή στο κίνημα του στρατού για την κατάπνιξη της εξέγερσης της αδελφότητας, μπορεί, κατ΄ αρχάς, να εκλαμβάνεται αρνητικά από τους Δυτικούς, οι οποίοι, ωστόσο, λόγω του γεωπολιτικού μεγέθους της Τουρκίας είναι αναγκασμένοι να συνεργάζονται με τη χώρα, διότι δεν έχουν άλλο σύμμαχο στην περιοχή.
- Πώς εκτιμάτε ότι θα διαμορφωθεί η κατάσταση;
Όλα δείχνουν ότι ο στρατός ελέγχει τα πράγματα. Επομένως, νομίζω
βραχυπρόθεσμα ότι η κρίση θα εκτονωθεί. Βλέπουμε ότι ο στρατός είναι
σκληρός και βίαιος, συλλαμβάνοντας και θανατώνοντας τα ηγετικά στελέχη
των Αδελφών Μουσουλμάνων, με αποτέλεσμα η πολιτική ανυπακοή της
Αδελφότητας να καθίσταται βραχυπρόθεσμα ανέφικτη. - Κύριε Βενέτη, ποια υπήρξε η αιτία των ταραχών στα Κάιρο;
Η σύγκρουση της εκκοσμίκευσης και της παράδοσης, του Ισλάμ, η οποία κρατάει εδώ και έναν αιώνα από την πτώση του Οθωμανικού Σουλτανάτου. Διαχρονικά η γεωπολιτική διείσδυση της Δύσης στην Αίγυπτο είχε ως αποτέλεσμα την ανάδυση στην μεταοθωμανική Αίγυπτο μίας ελίτ αστών εμπόρων και στρατιωτικών που διατηρεί, μέχρι σήμερα, τον έλεγχο της χώρας, προσπαθώντας να επιφέρει τον εκσυγχρονισμό της.
Και από την άλλη πλευρά, έχουμε τον κύριο όγκο, την πληθυσμιακή βάση της χώρας που αποτελείται από παραδοσιακούς, ευσεβείς, δηλαδή ισλαμιστές μουσουλμάνους.
- Γιατί η σύγκρουση Ισλαμιστών και στρατού έχει καταστεί ιδιαίτερα έντονη τα τελευταία δύο χρόνια;
Η σύγκρουση μεταξύ Ισλαμιστών και στρατού διαρκεί, όπως σημειώσαμε, τα τελευταία 100 χρόνια, με τους πρώτους να προσπαθούν διαρκώς να περιορίσουν το ρόλο του στρατού για να επιβάλουν τον ισλαμικό νόμο. Και ένα μέσο για την επίτευξη των στόχων των Αδελφών Μουσουλμάνων είναι οι δημοκρατικές εκλογές.
Την τελευταία διετία καταγράφεται μία τάση από την μέση αστική τάξη -που έχει αστικοποιηθεί και εκδυτικοποιηθεί- να απαιτεί περισσότερα πολιτικά δικαιώματα. Στο πλαίσιο αυτό, με το φιλελεύθερο -αρκετά μικρό συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό -τμήμα του πληθυσμού, έχει συνταχθεί και η μεγάλη μάζα της υπαίθρου που είναι ισλαμιστική. Η Αίγυπτος συμμετείχε στο αίτημα της εκδημοκρατικοποίησης του ισλαμικού κόσμου, όπως αυτό εκφράστηκε με το ντόμινο της Αραβικής εξέγερσης το 2011.
- Ποιος είναι ο αντίκτυπος στις διεθνείς σχέσεις της Αιγύπτου με τη Δύση;
Ουσιαστικά περιορίζεται στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση, η οποία επιθυμεί ο στρατός να διοικεί την Αίγυπτο, απευχόμενη την ισλαμοποίηση της χώρας. Η εν λόγω αλλαγή στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση δεν λειτουργεί κατʼ ανάγκην αρνητικά για τη γείτονα, καθώς η χώρα -εφόσον διατηρεί την εδαφική ακεραιότητά της- αποτελεί γεωπολιτικό μέγεθος ανυπέρβλητο στην περιοχή. Ως αποτέλεσμα, κάθε κίνηση του Ερντογάν, όπως η συμμετοχή στο κίνημα του στρατού για την κατάπνιξη της εξέγερσης της αδελφότητας, μπορεί, κατ΄ αρχάς, να εκλαμβάνεται αρνητικά από τους Δυτικούς, οι οποίοι, ωστόσο, λόγω του γεωπολιτικού μεγέθους της Τουρκίας είναι αναγκασμένοι να συνεργάζονται με τη χώρα, διότι δεν έχουν άλλο σύμμαχο στην περιοχή.
- Πώς εκτιμάτε ότι θα διαμορφωθεί η κατάσταση;
Την ίδια στιγμή, η απελευθέρωση του Μουμπάρακ εκπέμπει αρνητικά μηνύματα προς όλες τις κατευθύνσεις. Είναι ένα στρατηγικό λάθος του στρατιωτικού καθεστώτος της Αιγύπτου, καθώς δυσχεραίνει την προοπτική συμφιλίωσης της πολιτικής και της εθνικής ενότητας. Ως αποτέλεσμα υπάρχει μία απογοήτευση όχι μόνο στις τάξεις της μουσουλμανικής αδελφότητας, αλλά και στις τάξεις της μέσης αστικής τάξης, της πληθυσμιακής μερίδας που πρωτοστάτησε στην Αραβική Άνοιξη του 2011.
Επομένως, το μέλλον της Αιγύπτου προβλέπεται στρατοκρατικό βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, επειδή η μουσουλμανική Αδελφότητα δεν φαίνεται να διαθέτει τη βούληση για ένοπλο αγώνα, νομίζω ότι μετά τις τελευταίες εξελίξεις αρχίζει να κερδίζει έδαφος το πολεμόφιλο τμήμα των Αδελφών Μουσουλμάνων που υποστηρίζει την έναρξη ένοπλου αγώνα με στόχο τη διεκδίκηση των νόμιμων πολιτικών κεκτημένων που προέκυψαν από τις τελευταίες δημοκρατικές εκλογές της Αιγύπτου.
- Πώς σχολιάζετε την κριτική που δέχεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, επειδή έχει χρηματοδοτήσει την Αίγυπτο, χωρίς να έχει ελέγξει, εάν η χώρα πληροί τα προαπαιτούμενα κριτήρια;
Η Ευρώπη δεν αποτελεί γεωπολιτικό μέγεθος όσον αφορά στην εξωτερική πολιτική, καθώς δεν διαθέτει ουσιώδη και αποτελεσματική εξωτερική πολιτική. Επομένως, οποιαδήποτε απόφαση είναι μικρής γεωπολιτικής σημασίας. Για παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία στηρίζουν το στρατιωτικό καθεστώς της Αιγύπτου και οποιαδήποτε απώλεια από πλευράς ευρωπαϊκών κονδυλίων θα μπορούσε να καλυφθεί από άλλες πηγές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου