Τις επιπτώσεις από την τραπεζική
κρίση στην Κύπρο στο πεδίο άσκησης εξωτερικής πολιτικής μετρά η ελληνική
διπλωματία, την ώρα που τη δυσμενή οικονομική κατάσταση, στην οποία
περιήλθε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα η Κύπρος, επιθυμεί να
αξιοποιήσει η Τουρκία, με σκοπό την επιβολή της δικής της άποψης για τον
τρόπο επίλυσης του Κυπριακού.
Η οικονομική δυσπραγία την οποία καλούνται να αντιμετωπίσουν
Αθήνα και Λευκωσία περιορίζει αισθητά τα περιθώρια άσκησης δυναμικής και
ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής, παρά το ότι αμφισβητούνται ανοιχτά
από την Αγκυρα τα κυριαρχικά δικαιώματα και των δύο χωρών και ενώ
επιχειρείται -με τη συγκατάθεση και υποστήριξη κατά περίπτωση των
Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας- να ανατραπούν οι γεωπολιτικές
ισορροπίες, όπως είναι σήμερα γνωστές, στην ευρύτερη περιοχή της
ανατολικής Μεσογείου.
Την άποψη -η οποία καλλιεργήθηκε σε διπλωματικούς κύκλους- πως η
προοπτική αξιοποίησης του φυσικού αερίου της Κύπρου και η κατάρρευση
του χρηματοπιστωτικού συστήματος στη Μεγαλόνησο δεν συνδέονται με την
«αναζωπύρωση» του ενδιαφέροντος της Αγκυρας διέψευσε μόλις προχθές ο
ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας.
Ο Αχμέτ Νταβούτογλου σε δηλώσεις του, όπως καταγράφηκαν στον
τουρκικό Τύπο, συναρτά το ζήτημα εξεύρεσης λύσης στο Κυπριακό με τον
ισομερή καταμερισμό των κερδών από την εκμετάλλευση των κυπριακών
κοιτασμάτων φυσικού αερίου ανάμεσα στην ελληνοκυπριακή και την
τουρκοκυπριακή κοινότητα.
Η τοποθέτηση αυτή δεν διαφέρει σε τίποτε με ό,τι έχει επιδιώξει
μέχρι σήμερα να επιβάλει ως τετελεσμένο στην Κύπρο η Αγκυρα, απλώς σε
αυτή την περίπτωση αμφισβητείται πλέον με σαφή τρόπο η συμφωνία που έχει
υπογράψει η Κύπρος με το Ισραήλ για τη μεταξύ τους οριοθέτηση
Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Η έντονη αυτή πίεση των τελευταίων ημερών προκαλεί προβληματισμό
στην Αθήνα, η οποία, όπως σημειώνει πολύπειρη διπλωματική πηγή,
διατηρεί δύο «βαρυσήμαντα» μέτωπα ανοιχτά: τη Θράκη και το Αιγαίο.
Ειδικότερα, ανάλογη παρέμβαση με αυτήν στην Κύπρο, σε επίπεδο
ωστόσο που εντάσσεται στο πλαίσιο της «οικονομικής διπλωματίας»,
δρομολογεί το τελευταίο διάστημα η Τουρκία στη Θράκη, προσφερόμενη να
συνδράμει, μέσω των τοπικών τουρκικών τραπεζικών ιδρυμάτων, επιχειρήσεις
και ιδιώτες στην περιοχή που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες.
Τη δραστηριότητα και την οικονομική αυτή διείσδυση, όπως
σημείωσε προ ημερών στη Βουλή ο υφυπουργός Εξωτερικών Κωνσταντίνος
Τσιάρας, παρακολουθεί το υπουργείο Εξωτερικών, αναγνωρίζοντας το ρόλο
του Τουρκικού Γενικού Προξενείου στην Κομοτηνή.
Ωστόσο σε ορισμένους κύκλους του υπουργείου Εξωτερικών το ζήτημα
αυτό προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία ακόμη και από τις ευθείες απειλές της
Αγκυρας για τη διατήρηση του casus belli στο Αιγαίο, στην περίπτωση που
η Αθήνα λάβει την απόφαση να προχωρήσει στην υπόθεση της ΑΟΖ ή στη
διερεύνηση του υπεδάφους του Αιγαίου για την ύπαρξη πιθανών σημαντικών
πλουτοπαραγωγικών πηγών.
Παράλληλα, ακόμη μία παράμετρος, εξίσου σημαντική, είναι η
«μάχη» που βρίσκεται πάντοτε σε εξέλιξη στο πεδίο των δύο αγωγών φυσικού
αερίου (ΤΑΡ και Nabucco West) -που διαγκωνίζονται για το ποιος από τους
δύο θα μεταφέρει στην Ευρώπη το αζέρικο φυσικό αέριο-, η οποία φέρνει
εκ νέου αντιμέτωπες την Αθήνα με την Αγκυρα.
Τα τουρκικά «ενεργειακά» συμφέροντα καλύπτονται σε μεγαλύτερο
βαθμό με τον αποκλεισμό της Ελλάδας και της Κύπρου από τον υπό
διαμόρφωση ενεργειακό χάρτη της ΝΑ Ευρώπης και την ταυτόχρονη ανάδειξη
της Τουρκίας σε μείζονα ενεργειακό κόμβο στην ευρύτερη περιοχή.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η πρόσφατη αποκατάσταση των
σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ, με σκοπό την εξαγωγή μέσω των εδαφών
της στην Ευρώπη του πολύτιμου φυσικού αερίου της ανατολικής Μεσογείου,
δηλαδή του ισραηλινού, αλλά και του κυπριακού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου