ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Του ΚΩΣΤΑ ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
Σχολιάζοντας
πριν από καιρό σ' αυτή τη γωνιά το κλασικό πλέον έργο του Μπέρτον «Η
ανατομία της μελαγχολίας» που εξέδωσε σε τρεις τόμους ο Ηριδανός
(μετάφραση Παναγιώτης Χοροζίδης), περιοριζόμουν όπως και ο μεγάλος
ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής στα συμπτώματα της μελαγχολίας, αν θέλετε
της κατάθλιψης, που με ποικίλους τρόπους παρατηρούνται στα άτομα.
Σήμερα ξέρουμε πως στον κόσμο του ανταγωνισμού, στην
παγκοσμιοποιημένη και ισοπεδωτική οικονομία αλλά και κουλτούρα, το
ποσοστό του πληθυσμού που πάσχει από τυπική ή άτυπη κατάθλιψη τείνει να
φτάσει στον λεγόμενο πολιτισμένο κόσμο στο μισό περίπου του ενεργού
αριθμού, κυρίως των παραγωγικών τάξεων.
Δεν είμαι ειδικός αλλά, νομίζω, δεν θα αστοχούσα αν περιέγραφα τα
κύρια και εύκολα διακρινόμενα συμπτώματα της κατάθλιψης ξεκινώντας από
την αθυμία, την κούραση, την αδράνεια, την αδιαφορία και μια γενική
αηδία του ζην.
Τα φαινόμενα φαίνεται πως ακολουθούν μια κλιμακωτή πορεία που
εκκινεί από τη νωχέλεια, μια υπαρξιακή υπνηλία, για να φτάσει στη λαϊκή
μουργέλα και να καταλήξει σε μια αυτοκαταστροφική εσωστρέφεια που
μοιάζει σαν ένας ιδιότυπος αυτισμός.
Εκείνο που έως τώρα όμως δεν έχει απασχολήσει σοβαρά τους
«παθολόγους» της κοινωνιολογίας είναι τα συμπτώματα γενικής κατάθλιψης ή
προχωρημένης αθυμίας σε ολόκληρους λαούς.
Δεν χρειάζεται να αναφερθεί
κανείς σε λαούς που εξαφανίστηκαν τελείως από τον χάρτη της Ιστορίας.
Τους εντοπίζει εξάλλου στον πρόλογο της «Ερωφίλης» ο Χάρος - Χρόνος.
Αιγύπτιοι, Βαβυλώνιοι, Σουμέριοι βούλιαξαν όπως η μυθική Ατλαντίδα μέσα
στο πέλαγος της ιστορικής λήθης.
Υπάρχει άραγε και στους λαούς και στα έθνη ένας ορίζοντας όπου
τερματίζεται ο ρόλος τους και περιττεύει πλέον η παρουσία τους στον
ιστορικό χρόνο;
Κουράζονται, πέφτουν σ' έναν λήθαργο, αυτοκτονούν,
δολοφονούνται από άλλους επιθετικούς λαούς και πολιτισμούς ή γερνάνε και
γέρνουν στο προσκεφάλι της ιστορικής τους κλίνης και πεθαίνουν ήρεμα;
Το τραγικό είναι πως η ιστορία του θανάτου των λαών δεν μαρτυρεί
νεκροφάνειες. Δεν αναδύθηκαν από το τέλμα και τη λησμονιά ξανά στο φως
πεθαμένοι ή αδρανοποιημένοι ή μουμιοποιημένοι λαοί.
Αν ρίξει κανείς σήμερα ένα βλέμμα στη σύγχρονη Ευρώπη, θα
διαπιστώσει πως κυριαρχείται από τον Βορρά στον Νότο και από τη Δύση
στην Ανατολή από τα τυπικά, και σπάνια από τα άτυπα συμπτώματα της
μελαγχολίας, της αθυμίας και της κατάθλιψης. Και δεν είμαι ειδικός να
περιγράψω τη νωχέλεια των θεσμών, τη μουργέλα της δημοκρατίας και τα
παραλυτικά φαινόμενα στον παραγωγικό τομέα. Μπορώ όμως να διαπιστώσω την
πολιτιστική αθυμία, την έλλειψη όρεξης για πνευματική ζωή, την παλαιά
επαναστατική έφεση προς καλλιέργεια νέων μορφών τέχνης.
Αυτό που επιχωριάζει είναι το πλασέμπο, το πλαστό χαπάκι παρηγοριάς
που ονομάζεται μεταμοντερνισμός. Γνωστό σύνδρομο των καταθλιπτικών
ατόμων και των ετοιμοθάνατων λαών. Ενας διάχυτος κυνισμός, μια χλεύη για
ό,τι ζωντανό και μια περιφρόνηση για τα μοντέρνα λογοτεχνικά ρεύματα,
κινηματογραφικές σχολές, εικαστικές τάσεις, αρχιτεκτονικά μορφώματα,
θεατρική πρωτοπορία που διέκρινε ολόκληρες περιόδους τη δημιουργική
προσφορά λαών, έχουν μεταποιηθεί σε έρημη χώρα, έναν ερημότοπο, όπως
μετέφρασαν το έργο του Ελιοτ ο Σεφέρης και ο Παπατσώνης αντίστοιχα. Τι
προφητικό έργο! Ολη η Ευρώπη είναι εκείνος ο πνιγμένος στα ρηχά έμπορος.
Μετά τον Ανούιγ γνωρίζετε κανέναν άλλο γάλλο θεατρικό συγγραφέα;
Μεσολάβησαν ως σωσίβια όσοι έγραψαν γαλλικά: ο Αντάμοφ, ο Ιονέσκο, ο Αραμπάλ, ο Σεχαντέ, ο Μπέκετ και τώρα η Περσίδα Γιασμίν Ρεζά.
Πού είναι το ένδοξο γερμανικό θέατρο του νατουραλισμού, του εξπρεσιονισμού και του διαλεκτικού ιδιώματος;
Ενας ιδιότυπος Μπότο Στράους και ο αποσυνάγωγος Μπέρνχαρντ.
Πού είναι ο ένδοξος νεορεαλιστικός κινηματογράφος και ποιητικός ρεαλισμός της μεταπολεμικής Ιταλίας;
Τίποτε, κανένα αστεράκι
στη θέση του πάμφωτου γαλαξία (Ροσελίνι, Φελίνι, Ντε Σίκα, Παζολίνι,
Μονιτσέλι, Τζέρμι, Βισκόντι κ.ά.).
Πώς δεν βρέθηκαν διάδοχοι αντάξιοι
στη μεγάλη κριτική σχολή του αγγλικού θεάτρου (Οσμπορν, Ορτον, Στόπαρντ,
Αρντεν, Μποντ, Πίντερ, Σάφερ, Εϊκμπορν, Φρέιν);
Πού πήγαν και κρύφτηκαν
η μεγάλη πολωνική σχολή, οι τσέχοι θεατρικοί και κινηματογραφικοί
μάστορες; Οι Ούγγροι;
Μόλις γεύτηκαν τις λιχουδιές της καπιταλιστικής
αγοράς, έπεσαν σε χειμερία νάρκη.
Και στον τόπο μας;
Επιστρέφουμε (ευτυχώς) στον Παπαδιαμάντη, στον Βιζυηνό, στον Ροΐδη, στον Ταχτσή, στον Μακρυγιάννη, στην «Ερωφίλη», την «Ιλιάδα», την «Οδύσσεια». Αρκεί να μην τους χρησιμοποιούμε ούτε σαν άλλοθι ούτε σαν ναρκωτικό ούτε καν σαν ξόρκι.
Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες μες στη χώρα, έγραφε προφητικά ο Παλαμάς μετά την καταστροφή και την ταπείνωση του 1897.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου