ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Να απολυθούν ή όχι;


Πριν από μερικά χρόνια είχα βρεθεί σε μια νοσοκομειακή μονάδα του ΕΣΥ με επικεφαλής γιατρό που είχε αποκτήσει την ειδικότητά του στην Αγγλία. Ιατρικά -τουλάχιστον προ περικοπών- ήταν άρτια και τον ρώτησα αν έβρισκε κάποια διαφορά με τις αντίστοιχες κλινικές στην Αγγλία. Εκεί, μου απάντησε, θα είχαν το ένα τέταρτο των γιατρών και τέσσερις φορές περισσότερες νοσοκόμες.
 
Παραδόξως την ίδια ουσιαστικά απάντηση παίρνει κανείς για όποια υπηρεσία του Δημοσίου και αν ρωτήσει. Οπως στην ΕΡΤ που έχει πλεόνασμα διοικητικών υπαλλήλων, ελλείψεις ωστόσο στο τεχνικό προσωπικό αλλά και σε μια σειρά ειδικότητες που θα της επέτρεπαν καλύτερο έλεγχο στις παραγωγές της.
 
Δεν είναι αυτά, βέβαια, τα μοναδικά προβλήματα. Στο υπουργείο Παιδείας, αίφνης, κάποιες χιλιάδες καθηγητών δεν έχουν πατήσει ποτέ σε σχολική αίθουσα. Σε όλα τα υπουργεία, πάλι, υπάρχουν οι εξαφανισμένοι που καταφέρνουν με κάθε είδους αναρρωτικές άδειες να μην πατάνε πόδι στην υπηρεσία τους για μήνες ή και για χρόνια.
 
Οσο για τους «επίορκους», καθημερινές είναι οι ιστορίες στα μέσα ενημέρωσης για τα πειθαρχικά συμβούλια που δεν συνεδριάζουν ή για υποθέσεις που σέρνονται για χρόνια. Ο ίδιος ο επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, εξάλλου, κατήγγειλε περιπτώσεις ατιμωρησίας υπαλλήλων από τα πειθαρχικά συμβούλια παρότι είχαν ήδη καταδικαστεί από τα ποινικά δικαστήρια!

 
Με δυο λόγια, το πρόβλημα του δημόσιου τομέα δεν είναι τόσο το μέγεθός του όσο η ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρει, καθώς και η παραγωγικότητα των στελεχών του. Κι όσα εμπειρικά γνωρίζει ο Ελληνας, επιβεβαιώνονται από τα στοιχεία.
 
Σε έρευνα του ΟΟΣΑ η Ελλάδα κατατάχτηκε 23η, δηλαδή τελευταία, ως προς την αποτελεσματική αξιοποίηση των δαπανών. Σε άλλη έρευνα, εξάλλου, υπολογίστηκε ότι αν μπορούσαμε να περιορίσουμε το διοικητικό κόστος των δημόσιων υπηρεσιών που επιβαρύνει τον ιδιωτικό τομέα, τότε θα είχαμε όφελος -θα είχαν όφελος οι επιχειρήσεις- 2 μονάδες του ΑΕΠ ή περίπου 4 δισ. ευρώ. Ιδού το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Εως εδώ τα πράγματα είναι σχετικά απλά. Τα προβλήματα, όμως, τώρα αρχίζουν:
 
Πρόβλημα πρώτο, η διαθεσιμότητα. Που πάει να πει ότι μπορεί να έχουμε πλεόνασμα υπαλλήλων, π.χ. στον ΟΣΕ και ορισμένοι εξ αυτών να καλύπτουν ανάγκες φυλάκων στο υπουργείο Πολιτισμού, αυτού του είδους οι μεταθέσεις όμως, με όλη την καλή θέληση του κόσμου, δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες νοσοκόμων στο ΕΣΥ.

Πρόβλημα δεύτερο, η τρόικα. Η οποία ξεκίνησε ζητώντας την απομάκρυνση 150.000 δημοσίων υπαλλήλων. Ο στόχος λόγω των αποχωρήσεων υπερκαλύπτεται, οπότε η τρόικα επανήλθε και ζήτησε απολύσεις για να προσαρμοστεί το κόστος μισθοδοσίας στις αντοχές της οικονομίας. Με τις μειώσεις των μισθών ωστόσο και αυτό επιτυγχάνεται, οπότε η τρόικα -κυρίως ο κ. Τόμσεν δηλαδή- ζητά 25.000 απομακρύνσεις, για συμβολικούς λίγο-πολύ λόγους, να σπάσει δηλαδή το ταμπού της μονιμότητας και να μπουν κριτήρια αποδοτικότητας. Οπότε...


Πρόβλημα τρίτον, η αξιολόγηση. Στο τελευταίο αυτό αίτημα η κυβέρνηση απαντά ότι οι απομακρύνσεις, ιδίως αν έχουν στόχο την ποιοτική αναβάθμιση, δεν μπορεί να γίνουν οριζόντια αλλά θα πρέπει να προηγηθεί αξιολόγηση. Με άλλα λόγια απαιτείται χρόνος. Κι εδώ αρχίζει η μεγάλη κοροϊδία.

Κατ' αρχήν από την πλευρά της τρόικας, που, παρότι αναγνωρίζει την ανάγκη αξιολόγησης, θέλει δρομολόγηση τουλάχιστον των αποφάσεων εδώ και τώρα. Πώς μπορεί να συμβιβαστούν αυτά τα δύο παραμένει άγνωστο, όπως αναγκαστικά άγνωστη είναι και η έκβαση των διαπραγματεύσεων για το «μεγάλο αγκάθι» όπως το χαρακτηρίζουν στελέχη στο Μέγαρο Μαξίμου.

Ομως, το μεγάλο πανηγύρι θα ακολουθήσει στα υπουργεία και στις υπηρεσίες. Οπου βέβαια σοβαρή αξιολόγηση δεν έχει γίνει ποτέ και κανείς δεν ξέρει με ποια κριτήρια θα γίνει, ποιος και πώς θα βαθμολογήσει την ποιότητα των υπηρεσιών και πώς αυτό θα μεταφραστεί και σε προσωπικές κρίσεις!

Κι αυτά την ώρα που οι συνδικαλιστές αντιδρούν με νύχια και με δόντια αλλά και οι υπουργοί φέρουν βαρέως ένα έργο που τους φέρνει σε αντιπαράθεση συχνά και με τα δικά τους παιδιά. Το έργο θα έχει πολλές συνέχειες και θα χρειαστούν γερά στομάχια!

Μας «έφαγε» η γραφειοκρατία

Εχουμε μικρό ή μεγάλο κράτος στην Ελλάδα; Και πρέπει να απολυθούν δημόσιοι υπάλληλοι ή όχι;
Το θέμα ανάβει τα πάθη, και όχι μόνο, στον μικρόκοσμο της πολιτικής καθώς αποτελεί σημείο ιδεολογικής και πολιτικής σύγκρουσης μεταξύ των νεοφιλελεύθερων και της Αριστεράς. Δυστυχώς, όμως, η απάντηση δεν επιτρέπει απλουστεύσεις. Με δυο λόγια... εξαρτάται.
Αν δει κανείς τα συνολικά μεγέθη, τότε δεν υπάρχουν αξιοσημείωτες διαφορές με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το 2011, για παράδειγμα, οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν 51,8% - λίγο πάνω, δηλαδή, από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το 2012, ωστόσο, προβλέπονται σημαντικά μειωμένες, πιθανότατα κάτω από τον μέσο όρο της Ευρώπης.
Το ίδιο ισχύει και για τους δημοσίους υπαλλήλους. Αν και ο ακριβής αριθμός δεν είναι γνωστός -υπολογίζονται κοντά στις 650.000-, αναλογικά με τον πληθυσμό είναι λιγότεροι από τις περισσότερες ίσως ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με έκθεση της ΕΚΤ, προ κρίσης, οι δημόσιοι υπάλληλοι αποτελούσαν το 11% του πληθυσμού, όταν ο κοινοτικός μ.ο. ήταν κοντά στο 14%. Ημασταν ψηλότερα από τη Γερμανία (κάτω από 10%), αλλά πολύ χαμηλότερα από τη Γαλλία, που ξεπερνούν το 20%! Οι γενικοί αφορισμοί για εξοικονόμηση πόρων με απολύσεις, λοιπόν, είναι τουλάχιστον υπερβολικοί.
Οι αριθμοί, ωστόσο, δεν λένε πάντα την αλήθεια. Ετσι από έρευνα του ΙΟΒΕ προκύπτει ότι για δαπάνες διοίκησης η Ελλάδα ξοδεύει περισσότερα ως ποσοστό του ΑΕΠ από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, ενώ βρίσκεται στην τελευταία θέση και ως προς την αποτελεσματικότητα των δαπανών. Με άλλα λόγια στην Ελλάδα, όταν μιλάμε για δημόσιες δαπάνες, μιλάμε κυρίως για γραφειοκρατία. Για τις υπηρεσίες που πραγματικά προσφέρει το Δημόσιο, είναι πολύ μεγαλύτερο από ό,τι θα έπρεπε!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου