Toυ Zolt Darvas
Eρευνητή του think tank Bruegel.
Τόσο οι Ευρωπαίοι, που προτείνουν το ελληνικό χρέος να μειωθεί στο
120% του ΑΕΠ μέχρι το 2022, όσο και το ΔΝΤ, που επιμένει στην ημερομηνία
2020, κάνουν λάθος.
Αν θέσει κανείς ως στόχο τη μείωση του χρέους στο
120% δεν θα αποκαταστήσει ούτε την εμπιστοσύνη τώρα ούτε θα καταστήσει
σε δέκα χρόνια από σήμερα ελκυστική την επένδυση σε ελληνικά κρατικά
ομόλογα. Μια αξιόπιστη στρατηγική θα πρέπει να περιλαμβάνει μηδενικό
επιτόκιο για τα κρατικά δάνεια και σύνδεση του ύψους των δανείων με το
ελληνικό ΑΕΠ.
Ενας σημαντικός λόγος για την κακή κατάσταση του ελληνικού δημόσιου
χρέους είναι η αρνητική αλληλοτροφοδοτούμενη σχέση μεταξύ υψηλού
δημόσιου χρέους και μεγάλης μείωσης του ΑΕΠ. Η σχέση ενισχύεται
περαιτέρω από τις διαδεδομένες προσδοκίες περί εξόδου της Ελλάδας από το
ευρώ. Η προοπτική εξόδου από το ευρώ αποθαρρύνει τις ιδιωτικές
επενδύσεις και ενισχύει τα κίνητρα για φοροδιαφυγή και φυγή κεφαλαίων,
περιορίζοντας με αυτό τον τρόπο την ανάπτυξη και επιδεινώνοντας τη
δημοσιονομική κατάσταση. Μπορεί να έρθει μια στιγμή όταν η ελληνική
κυβέρνηση και το ελληνικό Κοινοβούλιο δεν θα μπορούν ή δεν θα θέλουν να
εγκρίνουν νέα μέτρα λιτότητας, γεγονός που θα οδηγούσε σε κατάρρευση της
κυβέρνησης, σε πολιτική παράλυση και στη διακοπή της εξωτερικής
χρηματικής βοήθειας. Χωρίς αυτήν, το ελληνικό Δημόσιο ίσως χρεοκοπήσει,
γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιταχυνόμενη και πιθανώς
ανεξέλεγκτη έξοδο από την Ευρωζώνη με καταστρεπτικές συνέπειες εντός και
εκτός Ελλάδος.
Γι’ αυτό η αποκατάσταση της εξυπηρεσιμότητας του δημόσιου χρέους και με
αυτό τον τρόπο η διάψευση των εικασιών για έξοδο από την Ευρωζώνη
αποτελεί αναγκαία (αλλά όχι ικανή) προϋπόθεση για να ανασχεθεί η
οικονομική ύφεση.
Η υιοθέτηση στρατηγικής που θα οδηγήσει σε αξιόπιστη
επίλυση του προβλήματος του ελληνικού δημόσιου χρέους θα ωφελήσει και
την Ελλάδα και τους δανειστές της. Στόχος θα πρέπει να είναι η μείωση
του χρέους τουλάχιστον στο 100% του ΑΕΠ. Τα υπό συζήτηση μέτρα (μείωση
επιτοκίου, επαναγορά χρέους κτλ.) δεν επαρκούν. Αν και θα πρέπει να
δοκιμαστούν, το πρώτο βασικό μέτρο της νέας στρατηγικής θα πρέπει να
είναι ο μηδενισμός του επιτοκίου για τα επίσημα δάνεια έως το 2020. Το
αποτέλεσμα θα είναι παρόμοιο με «κούρεμα» του χρέους, αλλά ενδεχομένως
να είναι ευκολότερο από πολιτικής απόψεως.
Το δεύτερο βασικό μέτρο θα
πρέπει να είναι η σύνδεση του ονομαστικού ύψους των επίσημων δανείων με
το ελληνικό ΑΕΠ. Aν η ανάπτυξη αποδειχθεί ασθενέστερη δεν θα βρεθούμε
πάλι στο σημερινό αδιέξοδο, ενώ αν η ανάπτυξη αποδειχθεί ισχυρότερη από
τις προβλέψεις, θα επωφεληθούν και οι επίσημοι πιστωτές.
Αφού τα ελληνικά προγράμματα χρηματοδότησης σχεδιάστηκαν από την τρόικα
και εγκρίθηκαν από την Ευρωζώνη, η ευθύνη για την αποτυχία πρέπει να
βαρύνει όλες τις πλευρές. Συνεπώς, δεν υπάρχει λόγος να εξαιρεθούν οι
επίσημοι πιστωτές από την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Ταυτόχρονα,
η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να
αποπληρώσει τα δάνεια που έχει λάβει (ρεαλιστικά μετά το 2030). Η
ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να δεσμευτεί ότι θα πετυχαίνει
μακροπρόθεσμα πρωτογενές πλεόνασμα (ας πούμε 3,5% του ΑΕΠ).
Οι πολιτικοί
πρέπει ν’ αναγνωρίσουν την αποτυχία της στρατηγικής που ακολουθούν στην
Ελλάδα και ν’ αποφασίσουν αν επιθυμούν να κρατήσουν την Ελλάδα στο ευρώ
ή να τη σπρώξουν εκτός.
Αν θέλουν το πρώτο, κάτι το οποίο εύχομαι, τότε
πρέπει ν’ αλλάξουν πορεία και να μην εφαρμόσουν απλώς τα εύκολα μέτρα,
όπως η παροχή λίγων χρημάτων, ακόμη και η αύξηση κατά δύο χρόνια του
περιθωρίου για τη μείωση του χρέους στο 120%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου