Επίκουρου καθηγητή του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και επιστημονικού συνεργάτη του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Ενώ το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) εορτάζει τα
δέκα χρόνια από την ίδρυσή του, η μακροβιότητά του και η απήχηση που
απολαμβάνει στην τουρκική κοινωνία εξακολουθούν να εντυπωσιάζουν τους
πολιτικούς αναλυτές. Τον τελευταίο καιρό, ωστόσο, γίνονται αισθητά τα
συμπτώματα μιας αντιπαραθέσεως που μπορεί να οδηγήσει στην πρώτη σοβαρή
εσωκομματική κρίση κορυφής.
Αντικείμενο της αντιπαραθέσεως
αποτελεί η νέα ισορροπία δυνάμεων στην ηγεσία του κόμματος και της
κυβερνήσεως, δεδομένης της επιθυμίας του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ
Ερντογάν να μεταβεί στον θώκο της Προεδρίας της Δημοκρατίας το 2014. Η
πρόθεσή του να ελέγξει πλήρως τη διαδικασία διαδοχής στην πρωθυπουργία
και την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος έχουν δημιουργήσει δυσαρέσκεια
σε αρκετά από τα ιδρυτικά του στελέχη.
Πρώτος ανάμεσά τους ο πρόεδρος
της Δημοκρατίας Αμπντουλάχ Γκιουλ. Οι σχέσεις Ερντογάν - Γκιουλ, αν και
όχι πάντοτε ακύμαντες, υπήρξαν καθοριστικές για την υπέρβαση δύο
μειζόνων κρίσεων. Το 2002, η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του κ.
Ερντογάν οδήγησε στην ανάδειξη Γκιουλ στην πρωθυπουργία. Η ταχεία
νομοθετική άρση του κωλύματος και η παράδοση της πρωθυπουργίας στον κ.
Ερντογάν ήταν ενδεικτική του πνεύματος εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο
ανδρών. Η κίνηση αυτή ανταποδόθηκε το 2007, όταν ο πρωθυπουργός Ερντογάν
υπέδειξε τον τότε υπουργό Eξωτερικών Γκιουλ ως υποψήφιο για το αξίωμα
του προέδρου της Δημοκρατίας και επέμεινε στην εκλογή του παρά τις
σφοδρές αντιδράσεις στρατού και αντιπολιτεύσεως.
Ολα αυτά μοιάζουν
πλέον να ανήκουν στο παρελθόν. Οι διαφοροποιήσεις του προέδρου Γκιουλ
από τις επίσημες κυβερνητικές θέσεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν συνέπεια
του υπερκομματικού χαρακτήρα του αξιώματός του. Ωστόσο, η μελέτη των
ποιοτικών χαρακτηριστικών των κινήσεών του οδηγεί στο συμπέρασμα ότι
επιδιώκεται πλέον η αποτύπωση ενός διακριτού πολιτικού στίγματος.
Καθοριστικό σημείο αποτελεί το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του κυβερνώντος
κόμματος, το οποίο αποτέλεσε πρωτεύον στοιχείο της πολιτικής του
ηγεμονίας την τελευταία δεκαετία, αλλά δείχνει να έχει παραμερισθεί μετά
την τρίτη διαδοχική εκλογική επιτυχία του κόμματος το 2011. Η ένταξη
στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ως στρατηγικός στόχος της Τουρκίας, αναφέρεται
σταθερά από τον κ. Γκιουλ στις δημόσιες παρεμβάσεις του, την ώρα που το
ζήτημα έχει ουσιαστικά αφαιρεθεί από την πολιτική ατζέντα Ερντογάν.
Επιπλέον, η γραμμή Γκιουλ εμφανίζεται να αποφεύγει την πολωτική
αντιπαράθεση με το αντιπολιτευόμενο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα και τις
κοινωνικές δυνάμεις που αυτό εκπροσωπεί. Ενδεικτική ήταν η αντίθεση
Γκιουλ στην απαγόρευση διεξαγωγής ξεχωριστών εορτασμών της
αντιπολιτεύσεως ανήμερα την επέτειο για την ανακήρυξη της τουρκικής
Δημοκρατίας.
Τέλος, η αναπομπή κρισίμων νομοσχεδίων, όπως αυτό για
την πρόωρη διεξαγωγή των δημοτικών εκλογών το φθινόπωρο του 2013, η
οποία αποσκοπούσε στη διευκόλυνση της προεκλογικής καμπάνιας Ερντογάν,
έχει και αυτή τη σημασία της.
Μέχρι πού μπορεί να φθάσει αυτή η
αντιπαράθεση;
Το ενδεχόμενο παράλληλης υποψηφιότητας Ερντογάν και Γκιουλ
στις προσεχείς προεδρικές εκλογές δεν φαντάζει αυτή τη στιγμή το
πιθανότερο σενάριο, δεν μπορεί όμως να αποκλεισθεί.
Η στάση της
οργανώσεως του Φετχουλάχ Γκιουλέν, η οποία και επηρεάζει ικανό τμήμα των
στελεχών και της εκλογικής βάσεως του κυβερνώντος κόμματος, θα
αποτελέσει κρίσιμο παράγοντα στις εξελίξεις. Εδώ και αρκετό καιρό οι
εφημερίδες του συγκροτήματος Γκιουλέν ασκούν όλο και δριμύτερη κριτική
στις επιλογές της κυβερνήσεως Ερντογάν. Ωστόσο, δεν είναι αυτονόητη ούτε
η σύμπλευση Γκιουλέν και Γκιουλ ούτε η ευθεία αμφισβήτηση Ερντογάν.
Δέκα χρόνια μετά την ίδρυση του ΑΚΡ, η μεταφορά των κρίσιμων πολιτικών
αντιπαραθέσεων από την τουρκική Bουλή στις τάξεις του κόμματος είναι
ενδεικτική της πολιτικής του ηγεμονίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου