ΙΣΡΑΗΛ: H "σφαγή της Σάμπρα και Σατίλα" ξανά στο προσκήνιο 30 χρόνια μέτά

Του Seth Anziska / The New York Times 

Tη νύχτα της 16ης Σεπτεμβρίου 1982 ο ισραηλινός στρατός επέτρεψε σε μια ακροδεξιά λιβανική πολιτοφυλακή που συνδεόταν με το Κόμμα των Φαλαγγιτών να μπει σε δύο στρατόπεδα παλαιστίνιων προσφύγων στη Βηρυτό. Κατά τις τρεις ημέρες που ακολούθησαν, οι πολιτοφύλακες βίασαν, σκότωσαν και ακρωτηρίασαν τουλάχιστον 800 αμάχους, ενώ ισραηλινές φωτοβολίδες φώτιζαν το στρατόπεδο. Σχεδόν όλοι οι νεκροί ήταν γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι.
 
Η σφαγή της Σάμπρα και της Σατίλα εξακολουθεί, τριάντα χρόνια αργότερα, να επισκιάζει τη σχέση ανάμεσα στο Ισραήλ, τις ΗΠΑ, τον Λίβανο και τους Παλαιστινίους. Το 1983 μια ισραηλινή επιτροπή έκρινε ότι οι ισραηλινοί ηγέτες είχαν έμμεση ευθύνη για τη σφαγή και ότι ο τότε υπουργός Αμύνης - και μετέπειτα πρωθυπουργός - Αριέλ Σαρόν είχε προσωπική ευθύνη επειδή δεν μπόρεσε να την αποτρέψει. Οι ενέργειες της Αμερικής όμως δεν έχουν γίνει ακόμη κατανοητές. Το περασμένο καλοκαίρι ανακάλυψα στα ισραηλινά κρατικά αρχεία συνομιλίες εκείνης της εποχής μεταξύ αμερικανών και ισραηλινών αξιωματούχων. Οι συνομιλίες αυτές αποκαλύπτουν ότι οι Ισραηλινοί παραπλάνησαν τους αμερικανούς διπλωμάτες για τα γεγονότα στη Βηρυτό και τους έπεισαν ότι στα στρατόπεδα βρίσκονταν χιλιάδες «τρομοκράτες»
 
Αν και μπορούσαν να ασκήσουν διπλωματική πίεση στο Ισραήλ για να σταματήσει τις ακρότητες, οι ΗΠΑ δεν το έκαναν. Το αποτέλεσμα ήταν οι Φαλαγγίτες να δολοφονήσουν άμαχους Παλαιστινίους τους οποίους η Αμερική είχε δεσμευτεί μόλις λίγες εβδομάδες νωρίτερα να προστατεύσει.
 
Η ανάμειξη του Ισραήλ στον εμφύλιο πόλεμο του Λιβάνου ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1982, όταν εισέβαλε στη χώρα για να διώξει την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Οι σφοδροί ισραηλινοί βομβαρδισμοί προκάλεσαν τεράστιες απώλειες μεταξύ των αμάχων και έφεραν σε δύσκολη θέση ακόμη και τον πρόεδρο Ρίγκαν. Η Ουάσινγκτον συμφώνησε να στείλει πεζοναύτες στον Λίβανο ως μέρος μιας πολυεθνικής δύναμης που θα επόπτευε την αποχώρηση της ΟΑΠ. Πράγματι, χιλιάδες μαχητές -περιλαμβανομένου του Γιάσερ Αραφάτ - εγκατέλειψαν τη Βηρυτό για διάφορες αραβικές χώρες και στις 10 Σεπτεμβρίου οι πεζοναύτες αποχώρησαν από τη λιβανική πρωτεύουσα. 
 
Το Ισραήλ ήλπιζε ότι ο νέος πρόεδρος, ο μαρωνίτης Μπασίρ Τζεμαγιέλ, θα υποστήριζε τη λιβανοϊσραηλινή συμμαχία. Ομως, στις 14 Σεπτεμβρίου ο Τζεμαγιέλ δολοφονήθηκε. Το Ισραήλ αντέδρασε καταλαμβάνοντας τη δυτική Βηρυτό, υποτίθεται για να προστατεύσει τους αμάχους. Ο αμερικανός αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Λόρενς Ιγκλμπέργκερ ζήτησε την άμεση αποχώρηση του Ισραήλ, αλλά ο Σαρόν απάντησε ότι στη δυτική Βηρυτό παραμένουν 2.000 με 3.000 τρομοκράτες.
 
Στις 12.30 το μεσημέρι της 17ης Σεπτεμβρίου και ενώ η σφαγή είχε ήδη ξεκινήσει, ο αμερικανός απεσταλμένος στη Μέση Ανατολή Μόρις Ντρέιπερ συναντήθηκε με τον Σαρόν και του ζήτησε την αποχώρηση του ισραηλινού στρατού από τον Λίβανο. Ο αμερικανός απεσταλμένος δεν γνώριζε τι συνέβαινε στη Σάμπρα και τη Σατίλα, ενώ ο Σαρόν προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο. Η συνομιλία ήταν έντονη, αλλά ο Ντρέιπερ τελικά υποχώρησε και έδωσε στους Ισραηλινούς την προθεσμία 48 ωρών που ζητούσαν...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου