Του Νίκου Μαραντζίδη
Αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτη
καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο
της Βαρσοβίας.
Στα τέλη Μαρτίου του 1930, ο Ιωσήφ Στάλιν δημοσίευσε στη εφημερίδα
του κόμματος «Πράβντα» ένα άρθρο με τίτλο «Ζαλισμένοι από την επιτυχία».
Είχε περάσει κάποιο χρονικό διάστημα από τότε που είχε προσπαθήσει να
κρατικοποιήσει τις ιδιοκτησίες των χωρικών, αλλά οι αντιδράσεις τους
είχαν οδηγήσει σε προσωρινή αποτυχία τα σχέδια των μπολσεβίκων.
Επιδιώκοντας να κερδίσει χρόνο, ο Σοβιετικός δικτάτορας δήλωσε με τον
συνήθη κυνισμό του πως ήταν τόσο επιτυχημένη η εφαρμογή της πολιτικής
του, ώστε οι μπολσεβίκοι ζαλίστηκαν από την επιτυχία τους αυτή και
χρειάζονταν μια ανάπαυλα.
Αρχίζω να φοβάμαι μήπως το ίδιο
ζαλισμένοι από την εκλογική επιτυχία και το «κατόρθωμά» τους να
σχηματίσουν κυβέρνηση αισθάνονται οι τρεις κυβερνητικοί εταίροι και
ιδιαιτέρως ο Αντ. Σαμαράς και ο Ευ. Βενιζέλος, ώστε αποφάσισαν να βάλουν
ένα φρένο στον «φρενήρη ρυθμό» αποτελεσματικότητας που έχουν επιδείξει.
Οι
λόγοι της ανησυχίας μου προέρχονται από έναν συνδυασμό γεγονότων και
παραγόντων που έγιναν αντιληπτοί σε πολλούς ανθρώπους σε αυτή τη χώρα με
τη συγκρότηση της νέας κυβέρνησης.
Κατ’ αρχάς, ανάμεσα στα μέλη
της κυβέρνησης υπάρχουν μόνο δύο γυναίκες και μάλιστα, αν θέλουμε να
είμαστε ειλικρινείς, σε δευτερεύουσες θέσεις. Μόλις δύο γυναίκες σε
σαράντα κυβερνητικά μέλη μάς κάνει μετά βίας 5% γυναικεία παρουσία.
Είναι προσβλητικό -επιτρέψτε μου να το γράψω έτσι- σε μια χώρα που
υποτίθεται πως η ισότητα των πολιτών προστατεύεται από το ίδιο το
θεμελιώδες πολιτειακό της κείμενο, το Σύνταγμα, που απαγορεύει
οποιαδήποτε διάκριση στη βάση του φύλου, της καταγωγής ή της θρησκείας,
να εκφράζεται με τέτοιο προκλητικό τρόπο μια βασική ανισότητα: η έμφυλη.
Είχα την αίσθηση πως στον τομέα αυτό είχε συντελεστεί μια σημαντική
πρόοδος. Νομοθετικές πρωτοβουλίες και θεσμικές μεταβολές έχουν εδώ και
κάποιες δεκαετίες αλλάξει σε σημαντικό βαθμό τις σχέσεις μεταξύ ανδρών
και γυναικών στην ελληνική επικράτεια. Είναι λοιπόν θλιβερά εντυπωσιακό
να παρατηρεί κανείς πως έπειτα από τριάντα, τουλάχιστον, χρόνια νομικών,
κοινωνικών και πολιτισμικών αλλαγών, η κυβέρνηση εθνικής ευθύνης, όπως
αυτοονομάζεται, να παρουσιάζει ένα τόσο απογοητευτικό αποτέλεσμα που
παραπέμπει δυστυχώς σε αραβικές χώρες.
Δεν θέλω να κάνω καμιά
σύνδεση ανάμεσα στην ανεξέλεγκτη επιθετικότητα του Κασιδιάρη της Χρυσής
Αυγής, τη γενικότερη και συστηματική δημόσια επιδοκιμασία βίαιων
ανδρικών συμπεριφορών από τα ΜΜΕ και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και
την απουσία των γυναικών από τη νέα κυβέρνηση. Δεν μπορώ όμως να μην
παρατηρήσω με θλίψη πως είμαστε μάρτυρες της επανεμφάνισης στην πολιτική
ξεπερασμένων ανδροκρατικών και «ανδροπρεπών» προτύπων, που σε κάθε
περίπτωση συνιστούν σημάδια μιας πορείας προς τον αυταρχισμό.
Δεύτερον,
αρκετά μέλη της κυβέρνησης συνιστούν ένα είδος ανακύκλωσης της
μετριότητας. Μας υπενθυμίζουν ένα προσφάτως αποτυχημένο ή εντελώς
αδιάφορο κυβερνητικό παρελθόν και πολλές από τις παθογένειες της
Μεταπολίτευσης. Η παρουσία τους δεν παραπέμπει σε τίποτε θετικό, παρά
μόνο σε ένα παρηκμασμένο σύστημα εξουσίας. Πώς συμβαίνει ύστερα από όσα
έχουμε τραβήξει να μη γίνεται αντιληπτό στην ηγεσία των τριών κομματικών
εταίρων πως δεν μπορούν να συνεχίζουν να σκέφτονται με όρους
εσωκομματικής ισορροπίας ή ρηχής επικοινωνιακής τακτικής; Εντυπωσιάζει
πράγματι, πώς το πολιτικό σύστημα έχει συχνά διαφορετικούς χρόνους
αντίδρασης από αυτούς που επιβάλλουν η πραγματικότητα και οι ανάγκες της
χώρας.
Τρίτον, οι υπερκομματικοί υπουργοί με ευρύτερο κύρος ή
τεχνοκράτες, όπως συνηθίζουμε να τους ονομάζουμε, είναι λίγοι σε αριθμό,
ενώ κάποιοι από αυτούς είναι αναγνωρίσιμοι μόνο ανάμεσα στα μέλη της
στενής επιστημονικής κοινότητάς τους και δεν έχουν ουσιαστική εμβέλεια
πέραν αυτής. Είναι λυπηρό για τη Δημοκρατία μας να αναζητούμε τα
βιογραφικά των νέων υπουργών στο Διαδίκτυο ενώ θα έπρεπε να αποτελούν
πρόσωπα ευρύτερου κύρους με δημόσια παρουσία που να υπερβαίνει κατά πολύ
τον επαγγελματικό τους τομέα. Ενα τέτοιο γεγονός δείχνει πως οι
πολιτικές ηγεσίες είναι ιδιαιτέρως ανασφαλείς, φοβούμενες μήπως κάποιος
επιτυχημένος απειλήσει την εξουσία τους.
Τέταρτον και ίσως
σημαντικότερο. Οι τρεις κυβερνητικοί εταίροι ξεκίνησαν από τα εύκολα,
σχεδόν σαν να ήταν σε προεκλογική περίοδο. Η προγραμματική συμφωνία των
τριών πολιτικών ηγετών είναι περισσότερο κατάθεση στόχων/ευχών παρά
ουσιαστική δέσμευση υλοποίησης συγκεκριμένων πολιτικών και
μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα. Η κυβέρνηση μοιάζει να μην έχει
καμία μεταρρυθμιστική πυξίδα, να μην ξέρει ή να μη θέλει να ξέρει προς
τα πού θα πάει. Δείχνει πως επιδιώκει πρωτίστως να είναι αρεστή και όχι
χρήσιμη. Φοβάμαι, εντέλει, μήπως το ποιοτικό άθροισμα των τριών κομμάτων
στην εξουσία είναι μικρότερο μέγεθος από του κάθε κόμματος ξεχωριστά.
Συμπερασματικά,
αν πιστεύουμε πως η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, τότε τα πράγματα
πηγαίνουν πάρα πολύ άσχημα. Αν πάλι θεωρήσουμε πως οι όποιες αρχικές
αρρυθμίες, προχειρότητες και ατολμίες συνδέονται με τη δυσκολία ενός
πρωτοφανούς για τα δεδομένα της Μεταπολίτευσης εγχειρήματος, οφείλουμε
να φανούμε λιγότερο απαισιόδοξοι και να δώσουμε στην κυβερνητική
προσπάθεια μια κάποια πίστωση χρόνου. Οπως και να έχει, ο χρόνος πολύ
σύντομα θα δείξει προς ποια κατεύθυνση κινούνται τα πράγματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου