Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΑΡΓΙΟΛΗ
Η βιτρίνα μιας χώρας που διαθέτει έναν αναρίθμητο «στρατό»
εργαζομένων που αμείβονται με χαμηλούς μισθούς και στηρίζουν μια
πανίσχυρη οικονομία που αναπτύσσεται με φρενήρεις ρυθμούς έχει αρχίσει
να θαμπώνει. Η Κίνα δεν είναι σήμερα η ίδια χώρα με αυτή που διοργάνωσε
τους τελευταίους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008. Είναι μια οικονομία με
επιβραδυνόμενο ρυθμό ανάπτυξης, με εργαζομένους που διεκδικούν
υψηλότερες αποδοχές, αλλά και με μια πολιτική ελίτ με χέρια «λερωμένα»
από τη διαφθορά και «δεμένα» από τη γραφειοκρατία. Είναι μια χώρα που
γερνάει πιο γρήγορα απ' όσο μεγεθύνεται και ρυπαίνει περισσότερο απ' όσο
αντέχει ο πλανήτης. Κυρίως πρόκειται για ένα κράτος σε μεταβατική
περίοδο.
«Βρισκόμαστε σε κρίσιμο στάδιο» παραδέχθηκε ο κινέζος πρωθυπουργός Γουέν Τζιαμπάο μιλώντας πριν από δύο μήνες στο εθνικό Κοινοβούλιο. «Η χώρα έχει εισέλθει σε κρίσιμη φάση και οι μεταρρυθμίσεις είναι επιβεβλημένες» επανέλαβε λίγες ημέρες μετά, σε οικονομικό συνέδριο στο Πεκίνο, ο Λι Κεκιάνγκ, ο οποίος προαλείφεται για διάδοχος του Γουέν. Αλλωστε το 2012 είναι έτος διαδοχής.
Το διακύβευμα για την Κίνα είναι «αν μπορεί να μετασχηματιστεί σε μια εντελώς σύγχρονη οικονομία και κοινωνία» αναφέρουν
σε ανάλυσή τους οι «Times» της Νέας Υόρκης. Πράγματι, το επικείμενο
συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος τον Οκτώβριο θα σηματοδοτήσει όχι
μόνο την αλλαγή ηγεσίας στο ΚΚΚ και στη χώρα αλλά και τη στροφή ως προς
την οικονομική πολιτική.
Η πρόσφατη μείωση του βασικού επιτοκίου από την κεντρική τράπεζα,
για πρώτη φορά μετά το 2008, από το 6,56% στο 6,31% αλλά και οι
αποφάσεις για μια πιο ελαστική διακύμανση του γουάν έναντι του δολαρίου
αποτελούν ενδείξεις «χαλάρωσης» της νομισματικής πολιτικής και
προϊδεάζουν για το νέο πακέτο τόνωσης της εσωτερικής ζήτησης.
Η οικονομική ατζέντα της κυβέρνησης περιστρέφεται γύρω από τους
άξονες του πακέτου «Κίνα 2030» που ετοίμασε για λογαριασμό της το Κέντρο
Αναπτυξιακών Ερευνών. Η κινεζική δεξαμενή σκέψης προτάσσει την ανάγκη
αύξησης των κρατικών δαπανών για την Υγεία και την Παιδεία αλλά και
επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων για την ενίσχυση των οικονομικών πόρων
της κυβέρνησης. Το 12ο πενταετές πλάνο με ορίζοντα το 2015 εστιάζει,
πράγματι, στην τόνωση της βιομηχανίας και ιδιαίτερα στην προώθηση της
έρευνας σε τομείς όπως η βιοτεχνολογία και τα φαρμακευτικά προϊόντα, οι
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η αεροναυπηγική και οι εφαρμογές νέων
τεχνολογιών και Διαδικτύου.
Καθώς ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ αναμένεται να σταθεροποιηθεί κοντά
στο 8% το τρέχον έτος αλλά μακριά από το 9% του 2011 ή τα διψήφια
ποσοστά προηγούμενων ετών, το Πεκίνο αντιλαμβάνεται την ανάγκη ενίσχυσης
της εσωτερικής ζήτησης. Το μοντέλο μιας αποκλειστικά εξαγωγικής
οικονομίας που παράγει για να καταναλώνουν οι άλλοι δεν θεωρείται πια
«βιώσιμο» σε ένα διεθνές οικονομικό σύστημα που ταλανίζεται από
αλλεπάλληλες κρίσεις. Θα πρέπει να ενισχυθεί και η εσωτερική ζήτηση, η
οποία παραμένει σε χαμηλά επίπεδα καθώς οι Κινέζοι προτιμούν να
αποταμιεύουν από το να καταναλώνουν.
Αν όμως θεωρείται «αβίωτος» αυτός ο τρόπος ανάπτυξης, άλλο τόσο
«αβίωτη» είναι και η επιμονή της Κίνας στην παραγωγή προϊόντων χαμηλού
κόστους. Ο αρθρογράφος των αμερικανικών «Times» Τζέιμς Φόλοους χαρακτηρίζει αυτό το μοντέλο «παγίδα των χαμηλών μισθών»,
καθώς η κινεζική βιομηχανία έχει (αυτο)περιοριστεί στον ρόλο του
κατασκευαστή φθηνών απομιμήσεων ή, στην καλύτερη περίπτωση, στην
εργολαβική κατασκευή πανάκριβων προϊόντων για λογαριασμό αμερικανικών
και ευρωπαϊκών εταιρειών που καρπώνονται τη μερίδα του λέοντος από τα
έσοδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η εταιρεία Foxconn, η οποία παράγει
κινητά τηλέφωνα για πολλές εταιρείες, μεταξύ των οποίων και η
αμερικανική Apple. Ωστόσο για κάθε συσκευή Apple που παράγουν τα
κινεζικά εργοστάσια (η οποία κοστίζει εκατοντάδες ευρώ στη χώρα πώλησης)
μένουν μόλις 0,10 ευρώ στις επιχειρήσεις, στους εργαζομένους και σε
κάθε είδους μεσάζοντες της Κίνας. Αυτό λοιπόν που λείπει από τη χώρα
είναι όχι μία αλλά πολλές «κινεζικές Apple» (και Nokia και
Sony), σημειώνει χαρακτηριστικά ο αμερικανός αρθρογράφος. Αλλωστε αυτόν
ακριβώς τον δρόμο ακολούθησε με επιτυχία πριν από πολλές δεκαετίες η
Ιαπωνία, η οποία ήταν κάποτε γνωστή ως ο «αντιγραφέας» των ευρωπαϊκών
και κυρίως των γερμανικών αυτοκινήτων.
Η ανερχόμενη τάξη των «νοικοκυραίων»
Εκτός από τους αναρίθμητους χαμηλόμισθους εργάτες των κινεζικών βιομηχανιών και τα στελέχη της κομματικής νομενκλατούρας υπάρχει και μια άλλη κοινωνική τάξη που διεκδικεί μερίδιο από την «πίτα» της οικονομικής ανάπτυξης στη χώρα. Πρόκειται για ένα νέο μεσοαστικό στρώμα, τους ιδιοκτήτες γης και κατοικιών που συχνά συγκεντρώνουν περισσότερα του ενός ακίνητα.
Η ανάδυσή τους σημειώθηκε μόλις στις αρχές του 2000, όταν
δημιουργήθηκε στην πραγματικότητα η αγορά ακινήτων.
Ως τα τέλη του '90
οι κάτοικοι των κινεζικών πόλεων ήταν κυρίως εργάτες που έβρισκαν στέγη
αντί πολύ χαμηλού ενοικίου σε ακίνητα που κατείχαν οι επιχειρήσεις τους ή
εργαζόμενοι με πολύ χαμηλό εισόδημα που διέμεναν σε εργατικές κατοικίες
- με έξοδα του κράτους.
Εκτοτε επιτράπηκε στους ενοίκους να αγοράσουν τα σπίτια τους.
Ταυτόχρονα, όσοι είχαν μια σχετική οικονομική ευρωστία μπορούσαν πλέον
να ανοιχτούν σε μια νέα αγορά η οποία μεγεθύνθηκε με ταχείς ρυθμούς.
Οι
ιδιοκτήτες ακινήτων αποτελούν σήμερα τον «τρίτο πόλο» της κινεζικής
κοινωνίας στις μεγάλες και στις μεσαίου μεγέθους πόλεις. Συνεργάζονται
μεταξύ τους σε επιχειρήσεις real estate και ασφαλώς φροντίζουν να
διατηρούν στενές σχέσεις με τους τοπικούς κομματικούς αξιωματούχους.
Πρόκειται για μια αμφίδρομα επωφελή σχέση: οι γραφειοκράτες
εναγκαλίζονται ανθρώπους με οικονομική επιφάνεια και οι ιδιοκτήτες
ακινήτων εκμεταλλεύονται στο έπακρον την πολιτική κάλυψη. Η χαλαρή
νομοθεσία και οι διαβλητοί έλεγχοι δόμησης από το κράτος επιτρέπουν σε
αυτούς να κατασκευάζουν νέα συγκροτήματα κατοικιών καταστρατηγώντας τους
κανόνες. Κανείς δεν ελέγχει την ποιότητα των υλικών, την τήρηση των
περιβαλλοντικών κανονισμών ή την καταπάτηση ιδιοκτησιών.
Λείπει όμως ένα βασικό γνώρισμα για να αποδοθεί στη συγκεκριμένη
ομάδα ο χαρακτήρας μιας πραγματικής κοινωνικής τάξης: η διεκδίκηση
πολιτικής δύναμης. Αλλωστε η αδιαμεσολάβητη συνδιαλλαγή με την κομματική
ηγεσία αποτελεί από μόνη της ένα ισχυρό πλεονέκτημα. Προφανώς αμφότεροι
εκτιμούν ότι οι υπάρχουσες ισορροπίες εξυπηρετούν προς το παρόν τα
συμφέροντά τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου