Το μεγάλο φαγοπότι στο σπάταλο κράτος

Του Μπαμπη Παπαδημητριου

Συνηθίζεται στη διάρκεια προεκλογικών περιόδων να λέγονται περισσότερα ψέματα και μισές αλήθειες, από όσα συνήθως διηγούνται πολιτικοί και παρατρεχάμενοι. Η κατάσταση γίνεται αφόρητη τώρα που τόσο περίπλοκα και δύσκολα πράγματα συμβαίνουν.

Δυστυχώς, παρά την προσοχή που αποδίδουμε στα χρηματικά πράγματα, οι γνώσεις μας, από τους πολιτικούς μέχρι και τους επιχειρηματίες, για τους μηχανισμούς του χρήματος και, επομένως, τους κανόνες της οικονομίας είναι ελλιπείς.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα. 

Σε τι οφείλεται η ύφεση

Στην καθίζηση της καταναλωτικής ζήτησης, σπεύδουμε να απαντήσουμε. Η οποία οφείλεται στη μεγάλη μείωση των αμοιβών και στην ανεργία. 

Δυστυχώς τα πράγματα είναι λίγο πιο περίπλοκα. Σκεφτείτε το ακόλουθο: ακόμη και αν οι μισθοί όσων Ελλήνων έχουν εξαρτημένη σχέση εργασίας παραμείνουν, έστω «διά νόμου», στα σημερινά τους επίπεδα, το ΑΕΠ μας θα μπορούσε να αυξηθεί λιγότερο ή περισσότερο εντυπωσιακά σε όλες τις παρακάτω περιπτώσεις. Περισσότερος και καλύτερος τουρισμός. Πώληση εξοχικών σε κατοίκους της Β. Ευρώπης. Εξόρυξη ενέργειας. Στροφή σε εγχώρια αντί των εισαγομένων κ.ο.κ.

Δημοκοπικό ψεύδος είναι και ο ισχυρισμός ότι το πρόβλημα είναι τα τοκογλυφικά επιτόκια που μας χρεώνουν οι εταίροι. Οι τόκοι που αναλογούν στο κρατικό χρέος ήταν στο 7,1% το 2000, στο 4,9% το 2004, στο 4,5% το 2008 και στο 3,7% το 2012. Αυτό που είναι σωστό είναι ότι οι διαχειριστές του δημόσιου ταμείου δεν πρόσεξαν πόσο γρήγορα μεγάλωνε το βάρος του χρέους επειδή δανείζονταν και για τους παλαιούς τόκους και για το νέο έλλειμμα.

Ετσι, το έτος 2000, στο τέλος του οποίου μπήκαμε στο ευρώ, το κράτος δαπάνησε 54 δισ. για τις τρέχουσες ανάγκες και άλλα 10 σε τόκους, σύνολο 64 δισ. Εκείνη τη χρονιά τα συνολικά του έσοδα (από τον τακτικό προϋπολογισμό και τους συνδεδεμένους φορείς, κυρίως τα ασφαλιστικά Ταμεία) ανήθαν σε 59 δισ. Με αποτέλεσμα να μεταφέρει στην επόμενη χρονιά έλλειμμα ύψους 5 δισ.

Ομως, το 2008 οι δαπάνες ανήλθαν σε 118 δισ. (όπου 12 δισ. σε τόκους) έναντι εσόδων 95 δισ., οδηγώντας σε έλλειμμα 23 δισ.! Σχεδόν πενταπλάσιο εκείνου που είχε εμφανίσει το κράτος πριν από 10 χρόνια, στο τέλος της χρονιάς στην οποία γίναμε πλήρες μέλος της Ευρωζώνης.

Με αποτέλεσμα, στην κρίσιμη τριετία που μας οδήγησε στην τόσο μεγάλη κρίση(2008 - 2010) το αθροιστικό κρατικό έλλειμμα να συμποσούται σε 84 δισ., τα 47 από τα οποία οφείλονται σε υπέρβαση δαπανών έναντι εσόδων, ενώ τα υπόλοιπα 37 πήγαν σε πληρωμή τόκων.

Δεν θα είχαμε ποτέ φθάσει σε αυτό το σημείο αν, έστω μετά την κραιπάλη των Ολυμπιακών του 2004, η κυβέρνηση της Ν.Δ. είχε πέσει με τα μούτρα να μαζέψει τα κρατικά ελλείμματα. Αντιθέτως, η επί τρία χρόνια (2005 - 2006 - 2007) πολιτική της «ήπιας προσαρμογής», σώρευσε κυβερνητικό έλλειμμα ύψους 38,6 δισ., ενώ και το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 56,1 δισ.


Το λάθος δεν σταμάτησε εκεί, ούτε μετά τις εκλογές που έγιναν το φθινόπωρο του 2007, με πρόσχημα την ανάγκη συμμαζέματος της οικονομίας. Κανένα ριζοσπαστικό και, αυτονοήτως, αντιδημοφιλές μέτρο περιορισμού των ελλειμμάτων στο κράτος και αποθέρμανσης της οικονομίας δεν ελήφθη. Καμία συζήτηση στην κατεύθυνση αυτή δεν έγινε. Η μεγάλη κρίση ξέσπασε πάνω μας χωρίς να έχουμε προλάβει να χτίσουμε την παραμικρή προστασία.

Ούτε όμως η αντιπολίτευση προέβαλε σοβαρές αντιρρήσεις. Καμία διαδήλωση δεν έγινε το 2008 επειδή το κράτος δανειζόταν ασυλλόγιστα! Οταν ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ επιδίωξε να ανατρέψει τα ελάχιστα μέτρα λιτότητας και να δανειστεί στο εξωτερικό ακόμη περισσότερα κεφάλαια, με σκοπό να τα ρίξει στην οικονομία, ενώ το 2009 είχε δημιουργήσει στο δημόσιο ταμείο τρύπα 37 δισ.!

Εδώ βρίσκεται το τραγικό «μυστικό» της επιτάχυνσης στην ύφεση. Η αποβολή του ελληνικού κράτους από τις διεθνείς αγορές και η διάσωσή του από τα κράτη της Ευρωζώνης και το Ταμείο ήταν αυτονόητο ότι θα οδηγούσε σε μείωση των κρατικών δαπανών. Επρεπε όμως αυτό να γίνει ταυτόχρονα με τη μεταφορά υπηρεσιών στα χέρια του ιδιωτικού τομέα. Να πωλήσει το κράτος ταχύτατα άδειες αποκλειστικής εκμετάλλευσης, δημόσιες εταιρείες και περιουσιακά στοιχεία. Να δημιουργήσει χώρο και ευκαιρίες για την ανάπτυξη του επιχειρηματικού τομέα. Αντιθέτως, η φορολογία αυξήθηκε και το κράτος σήκωσε όση ρευστότητα είχε απομείνει.

Απομύζησε δηλαδή και την τελευταία ικμάδα της οικονομίας. Με αποτέλεσμα, οι μειώσεις των μισθών στον ιδιωτικό τομέα να αποτελούν απλώς μια ταμειακή άμυνα για τις επιχειρήσεις. Αυτό που περιμένει η οικονομία από τη μείωση του κόστους εργασίας είναι νέες επενδύσεις και νέες ευκαιρίες επιχειρηματικότητας. 

Συμβαίνει το αντίθετο. Που σημαίνει ότι το σχέδιο που περιγράφεται στο Μνημόνιο 2 θα αποτύχει για τον ίδιο λόγο. Σφίγγει τη θηλιά των ιδιωτικών επιχειρήσεων και των μισθωτών τους, για να συντηρήσει το μεγάλο και σπάταλο κράτος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου