Στην Ελλάδα, ως γνωστόν, σπανίως κρίνεσαι με βάση την αξία σου και από το αποτέλεσμα της δουλειάς σου. Υπάρχουν λαμπρές εξαιρέσεις σε όλους τους τομείς, αλλά ο κανόνας είναι η αναξιοκρατία, η (φ)αυλοκρατία, οι σχέσεις εξάρτησης και υποτέλειας.
Η πολιτική όχι μόνο δεν ανήκει στις εξαιρέσεις, αλλά αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του εθνικού καρκινώματος. Με την ευθύνη, αυτονόητα, να βαραίνει κυρίως τα δύο μεγάλα κόμματα – καθώς και τους ψηφοφόρους τους.
Το βλέπουμε και τώρα, με το επιχείρημα του «τρόμου», που σχεδόν όλες οι πολιτικές δυνάμεις προτάσσουν πριν από τις εκλογές.
Η Νέα Δημοκρατία και (περισσότερο) το ΠαΣοΚ επιχειρούν να ενισχύσουν στον κατά παράδοση συντηρητικό (όχι με τη στενή κομματική έννοια) Ελληνα το σύνδρομο του «λιγότερο κακού».
Οι άλλες δυνάμεις, με ελάχιστες πάλι εξαιρέσεις, προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τον θυμό που οι περισσότεροι πολίτες αισθάνονται – και δεν έχουν πού να (τον) ξεσπάσουν: οι κάλπες είναι μια καλή ευκαιρία, λένε.
Πώς άραγε πρέπει να «ανταμειφθούν» τα δύο κόμματα που εναλλάσσονταν στην εξουσία τα τελευταία σχεδόν 40 χρόνια και βαρύνονται με τη σημερινή κατάσταση της χώρας;
Με την εκ νέου ψήφο μας;
Από ποιους θα «επιβραβευτούν» τα κόμματα της Αριστεράς, που δεν μπορούν μισό αιώνα τώρα να συνεννοηθούν στα βασικά και αρέσκονται στα «μην» και τα «δεν», αντί να παρουσιάσουν μια πρόταση διακυβέρνησης και ένα πρόγραμμα συμβατό με την εποχή και τις προκλήσεις της;
Γιατί να «πριμοδοτηθούν» οι ακραίες «λαϊκές» φωνές της Δεξιάς, που προσπαθούν να μαζέψουν όποιον να ΄ναι, απ’ όπου να’ ναι, με «βάθος» και «βιτρίνα» που προκαλούν γέλιο ή (και) αποστροφή;
Εν τέλει, τι από όλα όσα κάνουν ή λένε τα κόμματα που μετά βεβαιότητας θα συγκεντρώσουν τη συντριπτική πλειοψηφία ξεκινάει από και έχει κατάληξη το «άξιος»;
Ποιος λέει «ψηφίστε με γιατί είμαι ο καλύτερος, διότι αξίζω, διότι έχω να επιδείξω αυτό στη ζωή μου και εκείνο στην πολιτική μου καριέρα»; Οι περισσότεροι δεν τολμούν – τι να πουν; Και όσοι (πόσοι άραγε;) τους παίρνει να ξεμυτίσουν, πέφτουν πάνω στο τοίχος της οργής ή του φόβου.
Τοίχος, πάντως, που αν κάποιον βολεύει είναι ακριβώς το πολιτικό σύστημα το οποίο μας έφερε μπροστά στην καταστροφή. Και που σε όλα τα παραπάνω βασίζεται για να μην αλλάξει στην ουσία τίποτα, να διατηρηθεί το καθεστώς της πελατείας και της ευνοιοκρατίας, να παραμείνουν στις θέσεις τους οι ίδιοι φαύλοι ή οι εκλεκτοί τους.
Αυτές οι εκλογές πράγματι είναι οι πιο κρίσιμες της σύγχρονης Ιστορίας μας. Όχι όμως για τα κόμματα, ούτε για τους υποψήφιους. Αλλά για εμάς, τους ψηφοφόρους.
Αν θέλουμε να στείλουμε στη Βουλή 200-300 εκπροσώπους μας με γνώμονα τον τρόμο ή τη «λύτρωση» της δραχμής, την υπόσχεση ότι θα διώξει τον Πακιστανό της γειτονιάς μας ή τον επιχειρηματία της πόλης μας (και εμείς θα πάρουμε τις θέσεις τους στους κάδους απορριμμάτων ή στα πολυτελή resort αντιστοίχως), τότε θα είναι μια Βουλή του μίσους και των (φαιδρών) υποσχέσεων (βλ. «λεφτά υπάρχουν»).
Αν θέλουμε να στείλουμε ανθρώπους άξιους και ικανούς να μας βγάλουν από το τούνελ, πρέπει να βρούμε τέτοιους. Και αν δεν υπάρχουν (που σίγουρα υπάρχουν), να φτιάξουμε.
Δύσκολο ε;
Ναι. Διότι απαιτούνται πρωτίστως άξιοι πολίτες και ψηφοφόροι. Και μάλιστα, πολλοί.
Τους έχουμε;
Σε λίγες εβδομάδες θα γνωρίζουμε. Αν, όμως, περιμένουμε την απάντηση από τους (όποιους) άλλους, χάσαμε. Πάλι. Ολοι μαζί…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου