Tης Ελλης Τριανταφυλλου
Οι στρατιές νέων ανθρώπων εξωθημένων στο κοινωνικό περιθώριο είναι ίσως ένα από τα πιο φρικτά υποπροϊόντα της οικονομικής κρίσης. Τα άτομα αυτά αναγνωρίζονται ήδη από το 2008 στην Ευρώπη και αποκαλούνται NEETS, ακρωνύμιο του young people Not in Εmployment, Εducation or Τraining (νέοι μη απασχολούμενοι, μη εκπαιδευόμενοι, μη καταρτιζόμενοι). Το φαινόμενο αυτό αποτελεί σοβαρή μορφή κοινωνικής παθογένειας και οι προβλέψεις για το μέλλον είναι δυσοίωνες.
Στην Αγγλία -παρά την προφανή δυσχέρεια στον υπολογισμό- περισσότεροι από 200.000 νέοι ηλικίας 16 έως 24 ετών έχουν εγκαταλείψει πρόωρα τη σχολική στέγη, δεν συμμετέχουν σε καμία επίσημη μορφή εκπαίδευσης, κατάρτισης ή απασχόλησης. Ο αριθμός τους αναλογεί περίπου στο 10% του πληθυσμού των αντίστοιχων ηλικιών, ενώ στη Βόρεια Ιρλανδία το ποσοστό των NEETS ανέρχεται στο 15%.
Για την Ελλάδα τα στοιχεία είναι περιορισμένα. Ανεπίσημα, ωστόσο, οι εκτιμήσεις ανεβάζουν το ποσοστό κοντά στο 20% σημειώνοντας σημαντική αύξηση το 2011.
Η κατάσταση των NEETS αφορά τόσο εκείνους που επιθυμούν να ενταχθούν αλλά αδυνατούν, γιατί παραμένουν κοινωνικά αποκλεισμένοι, όσο και εκείνους που υιοθετούν μια συνειδητή αρνητική στάση απέναντι στο σύστημα των αξιών των νεοφιλελεύθερων κοινωνικο-οικονομικών συστημάτων και τους θεσμούς που το εκπροσωπούν, όπως η εκπαίδευση, η επαγγελματική κατάρτιση και η απασχόληση. Καθώς η πρόσβαση σε βασικά κοινωνικά αγαθά, όπως η εκπαίδευση και η απασχόληση, γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη, το φαινόμενο αυτό σε συνδυασμό με τα συσσωρευόμενα από την οικονομική κρίση προβλήματα θα οδηγήσει ακόμα περισσότερους νέους στο κοινωνικό περιθώριο. Για παράδειγμα στην Αγγλία η δραματική αύξηση των διδάκτρων στα πανεπιστήμια έρχεται να προσθέσει νέους σημαντικούς φραγμούς στην πρόσβαση χιλιάδων νέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η δημόσια εκπαίδευση φαίνεται πως είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στην πρόσφατη οικονομική κρίση. Το δημοσιονομικό έλλειμμα σε συνδυασμό με την ολοένα επιδεινούμενη ύφεση δημιουργούν ένα ιδιαίτερα δυσμενές πλαίσιο, λίαν ακατάλληλο για την ευδοκίμηση δίκαιων -κοινωνικά- πολιτικών, με αποτέλεσμα την περαιτέρω διεύρυνση των ανισοτήτων στην πρόσβαση θεμελιωδών δημόσιων αγαθών, όπως κατ’ εξοχήν είναι η εκπαίδευση. Ετσι υπονομεύονται οι δημόσιοι εκπαιδευτικοί μηχανισμοί, καθώς στη λογική της περικοπής των δαπανών αρχίζει να μετατίθεται το βάρος της χρηματοδότησης στους ώμους των πολιτών.
Αξίζει να αναφερθεί πως στην Ελλάδα ένα σημαντικό ποσό των δαπανών για την εκπαίδευση, που υπερβαίνει τα 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, καλύπτεται από τους ιδιωτικούς οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Και δυστυχώς, τα μακροχρόνια δομικά προβλήματα των συστημάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης καθιστούν ακόμη σοβαρότερες τις επιπτώσεις της κρίσης. Για παράδειγμα, στη χώρα μας είτε απουσιάζουν είτε είναι ατελέστατα ρυθμισμένες οι εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, όπως τα διεθνή μεταπτυχιακά προγράμματα. Επίσης απουσιάζουν οι διασυνδέσεις της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την παραγωγή και την ανάπτυξη.
Οι παραπάνω θλιβερές καταγραφές και παρατηρήσεις δεν έχουν αξία παρά μόνον αν αποτελούν την αφετηρία για δημιουργική σκέψη, που θα οδηγήσει εν μέσω των σημερινών πολύ δυσμενών συνθηκών σε δομικές αλλαγές. Αλλαγές που στοχεύουν στην ποιοτική αναβάθμιση και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η βάση αυτών των αλλαγών μπορεί πιθανότατα να αναζητηθεί στα προ έτους συμπεράσματα της διεθνούς επιτροπής εμπειρογνωμόνων για την ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα, όπου μεταξύ άλλων αναδεικνύεται η ανάγκη να διευκρινισθεί με απόλυτο τρόπο η αποστολή των ιδρυμάτων, να ενισχυθεί η αυτονομία των πανεπιστημίων και των τμημάτων τους, να καθιερωθεί η αξιολόγησή τους, να βελτιωθούν τα προγράμματα των προπτυχιακών σπουδών και το κυριότερο να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη για την ηθική στη διοίκηση και τη διαχείριση των πόρων. Το τελευταίο είναι ίσως πιο αναγκαίο από όλα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου