Του Κώστα Ράπτη
Ένα χρόνο ακριβώς μετά την έναρξη των διαδηλώσεων που οδήγησαν στην ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ τα ανοικτά ερωτήματα σχετικά με το πολιτικό μέλλον της Αιγύπτου εξακολουθούν να συγκεντρώνουν το διεθνές ενδιαφέρον. Ωστόσο, το μέγα θέμα κρύβεται στο οικονομικό αδιέξοδο που αντιμετωπίζει η Χώρα του Νείλου.
Την ώρα που η νέα Κάτω Βουλή ξεκινά τις εργασίες της, εκλέγοντας τον (προερχόμενο από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα) πρόεδρο του σώματος, και ο στρατάρχης Ταντάουι εξαγγέλλει τη (μερική) άρση, μετά από δεκαετίες, της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, προκειμένου να κατευνάσει τους διαδηλωτές, η επερχόμενη οικονομική θύελλα προβάλλει αναπότρεπτη.
Αυτό εικονογραφεί χαρακτηριστικά το γεγονός ότι η έκδοση εντόκων γραμματίων του αιγυπτιακού Δημοσίου, εννεάμηνης διάρκειας, που πραγματοποιήθηκε στις 22 Ιανουαρίου, απέβη άκαρπη, καθώς συγκεντρώθηκε μόλις το ένα τρίτο του ζητούμενου ποσού (3,5 δισ. λίρες, ήτοι 580 εκατ. δολάρια), μολονότι η απόδοση εκτινάχθηκε στο 16%, έναντι 10% στις αρχές Νοεμβρίου. Οι επενδυτές εγκαταλείπουν τροχάδην την Αίγυπτο, καθώς η σταδιακή αποσαφήνιση του πολιτικού τοπίου, κάθε άλλο παρά κατευνάζει τους φόβους τους.
Οι ελλείψεις σε πετρέλαιο κίνησης, φιάλες βουτανίου, ακόμη και ψωμί σε ορισμένες επαρχιακές πόλεις, αποτελούν καθημερινό στοιχείο της επικαιρότητας, οδηγώντας σε ταραχές. Οι εξαγωγές κατά το προηγούμενο 12μηνο μειώθηκαν κατά περίπου 50%, τα έσοδα από τον τουρισμό κατά 33%, ο Δείκτης του Χρηματιστηρίου του Καϊρου κατά 50% επίσης.
Όλα αυτά σε μία χώρα 85 εκατομμυρίων κατοίκων, όπου ο μισός πληθυσμός ζει με λιγότερο από 2 δολάρια τη μέρα και ξοδεύει το μισό του εισοδήματός του για να καλύψει τις διατροφικές του ανάγκες. Όπου το ποσοστό επέκτασης της οικονομίας υπολείπεται σταθερά ακόμη και του ποσοστού γεννητικότητας (από τα υψηλότερα στη Μέση Ανατολή), άρα θα χρειάζονταν θεαματικοί ρυθμοί ανάπτυξης απλώς για να διατηρηθεί το υφιστάμενο επίπεδο διαβίωσης. Όπου ο πληθωρισμός κυμαίνεται στο 10%, λεηλατώντας τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, και η ανεργία, επισήμως καταγεγραμμένη στο 12%, απαξιώνει τη νεολαία. Όπου η αγοραστική δύναμη καταρρέει, όπως καταδεικνύει η μείωση των εισαγωγών κρέατος κατά 60%. Όπου η άτυπη οικονομία ανθεί, καθώς με μέσους μισθούς της τάξης των 100-150 δολαρίων μηνιαίως, οι περισσότεροι εργαζόμενοι στρέφονται στην αναζήτηση δεύτερης και τρίτης δουλειάς.
Η χαλιναγώγηση των δημόσιων οικονομικών φαντάζει πολιτικά ανέφικτη, ιδίως αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι το ένα τρίτο του προϋπολογισμού διοχετεύεται στην επιδότηση της τιμής ειδών όπως τα καύσιμα και ορισμένα τρόφιμα, από την οποία εξαρτάται το 80% του πληθυσμού.
Η Αίγυπτος δεν εξαρτάται απλώς από το εξωτερικό για την κάλυψη των διατροφικών της αναγκών, ως καθαρός εισαγωγέας: αποστερείται σταδιακά και των συναλλαγματικών αποθεμάτων με τα οποία θα εμπορεύεται. Μόνο το μήνα Δεκέμβριο, η φυγή κεφαλαίων έφθασε τα 2,4 δισ. δολάρια, ποσό μπροστά στο οποίο φαντάζει αστείο το κονδύλι των 3,2 δισ. που διαπραγματεύεται η αιγυπτιακή κυβέρνηση (μετά από πολλούς δισταγμούς) να λάβει από το ΔΝΤ. Από την άλλη πλευρά, η «γενναιοδωρία» των πετρο-μοναρχιών του Κόλπου συνοδεύεται από τις προφανείς πολιτικές εξαρτήσεις, αν είναι πια και αυτή επαρκής.
Αντιστοίχως ανεπαρκής φαντάζει η αναπτυξιακή βοήθεια, ύψους 449 εκατ. ευρώ, την οποία έχει υποσχεθεί για την περίοδο 2011-2013 η Ε.Ε. (αποφασίζοντας ταυτόχρονα στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της περασμένης Δευτέρας ότι θα απέχει από οποιοδήποτε «επίσημο διάλογο» με την Αίγυπτο μέχρι τη συγκρότηση δημοκρατικής κυβέρνησης). Όσο για τις ΗΠΑ, η προεκλογική περίοδος απαγορεύει οποιαδήποτε συζήτηση για αύξηση της διεθνούς αναπτυξιακής βοήθειας, ιδίως όταν αποδέκτες της θα είναι οι αναδυόμενοι Αιγύπτιοι ισλαμιστές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου