Γράφει ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς
Ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας.
Οσα µας έκρυβαν το αίνιγµα του κόσµου, όσα µας κράταγαν τα βλέφαρα κλεισµένα, θα είχαν όλα αιφνίδια καταπέσει.
...Οµως εµένα µια αγωνία µε κυκλώνει...
Ράινερ Μαρία Ρίλκε
Ζοφερό αναµένεται το νέο έτος. Και ακόµα ζοφερότερη µια συνέχεια που απειλεί να διαψεύσει, άγνωστο για πόσο καιρό, την κοινή µέχρι σήµερα πεποίθηση ότι οι συνθήκες της ζωής των ανθρώπων οφείλουν πάντα να προχωράν προς το καλύτερο. Ξαφνικά και αναπάντεχα, η ψυχαναγκαστικά αισιόδοξη ενατένιση του µέλλοντος ως συνώνυµου της προόδου φαίνεται να τίθεται υπό αίρεση, αναβλητική, ή ίσως και διαλυτική.
Η ιστορική ειρωνεία είναι εξόφθαλµη. Η δίχως προηγούµενο σώρευση απίστευτων επιστηµονικών επιτευγµάτων και τεχνολογικών καινοτοµιών δεν συµβαδίζει µε την προώθηση της κοινωνικής αρµονίας. Αντίθετα, όλα συµβαίνουν ως εάν η εξαθλίωση, η αύξουσα ανισότητα, η αδικία, ο κοινωνικός αποκλεισµός, η µαζική ανεργία και η απόλυτη αναλγησία απέναντι στους ταπεινούς και τους καταφρονεµένους αναδεικνύονταν σε ενδηµικά πλέον στοιχεία της αναδυόµενης κατάστασης πραγµάτων.
Αλλά δεν είναι µόνον αυτό. Επιπλέον, η οπισθοδρόµηση εµφανίζεται αναγκαία και επιτακτική. Οι «αυτονόητες» αλληλέγγυες πολιτικές επιλογές που επί µισό και πλέον αιώνα επέβαλλαν τη συνεχή ανακατανοµή των πόρων και της ευζωίας υπέρ των αδυνάτων έχουν ανατραπεί. Αντί της προαιώνιας ιδέας της δικαιοσύνης προτάσσεται η άνευ όρων παραγωγική αποτελεσµατικότητα. Για πρώτη φορά στην ιστορία, ο πλούτος, οι απολαύσεις, οι ευκαιρίες, οι κοινωνικές ευχέρειες και η συµµετοχή στην πρόοδο δεν αφορούν παρά τους ήδη προνοµιούχους: στο εξής, τα κέρδη «πρέπει» να αυξάνονται και οι µισθοί «πρέπει» να συρρικνώνονται. Εν χορώ πλέον, οι άβουλοι και ετερόνοµοι τεχνο-χειριστές του κοινού µας µέλλοντος αναγγέλλουν την αναγκαιότητα της προϊούσας αυτής ανισοποίησης και αδικίας. Μοιραίοι και άτεγκτοι, οι κύβοι της ιστορίας έχουν ήδη ριχθεί. ∆εν φαίνεται πια να υπάρχει άλλη υπαλλακτική λύση.
Υπό τους όρους αυτούς όµως, ακόµα και αν ο κόσµος δεν οδηγείται στη συντέλεια, ο ευρωπαϊκός κόσµος του ∆ιαφωτισµού όπως τον γνωρίζαµε µέχρι τώρα αυτοαναιρείται. Με την οικουµενική κατίσχυση του ανεξέλεγκτου και «αποπολιτικοποιηµένου» αγοραίου ανταγωνισµού θρυµµατίζονται όλες οι αξιακές κατακτήσεις του «ηθικά ανώτερου» ευρωπαϊκού πολιτισµού. Ολα συµβαίνουν ως εάν, απειλούµενη µε γεωοικονοµική αποκαθήλωση, η ∆ύση δεν είναι πια καν σε θέση να χαράξει τη δική της πορεία. Το ιστορικό «βάρος» της ηθικής αυτογνωσίας που σφράγιζε τον ανεπανάληπτο ευρωπαϊκό πολιτισµό φαίνεται να εξανεµίζεται. Μαζί µε τον ιδεολογικό και εξουσιαστικό «οριενταλισµό», εκπνέει και ο «αξιακός οριενταλισµός».
Ετσι, έχοντας πια απολέσει την ακαταµάχητη οικονοµική της πρωτοκαθεδρία, η ∆ύση φαίνεται ολοένα και λιγότερο σε θέση να προβάλλει τον ιδιαίτερο ιστορικό της ρόλο. Υπό την πίεση των αδυσώπητων περιστάσεων, άγεται στο να σκέπτεται και να δρα ως εάν ήταν µία µόνον ανάµεσα σε περισσότερες ισοδύναµες συνιστώσες ενός οικουµενικά ισοπεδωτικού ανταγωνιστικού παιγνίου. Από τη στιγµή που δεν είναι σε θέση να επιβάλει τον πολιτισµό της µε την υλική βία, οι αξιακές αφετηρίες που διαφυλάττονταν µέχρι σήµερα ως κόρη οφθαλµού χάνουν την εµβέλειά τους. Υπό τους όρους αυτούς, ο µέχρι πρόσφατα καθηµαγµένος κόσµος των «άλλων» µπορεί πλέον να αντιµετωπίζει τους αποκαµωµένους δυνάστες του επί ίσοις όροις. Μη έχοντας πια την ισχύ, η ∆ύση δεν µπορεί να επικαλείται το αλαζονικό µονοπώλιο της οικουµενικής φερεγγυότητας. Η «ηθική εκδίκηση της περιφέρειας» βρίσκεται επί θύραις.
Θα πρέπει να θυµηθούµε ότι σε αντιστάθµισµα ίσως του γεγονότος ότι επί τρεις αιώνες οικειοποιούνταν ανενδοίαστα το µεγαλύτερο µέρος του υλικού πλούτου του υπόλοιπου κόσµου, η αυτοστοχαζόµενη ∆ύση δεν έπαψε ποτέ να αναζητεί τη σωτηρία της ψυχής της. ∆ιατυπώνοντας το οικουµενικής εµβέλειας αξιακό τρίπτυχο «ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα» και επιβάλλοντας τη δηµοκρατία ως αναπαλλοτρίωτη πολιτειακή µορφή, εµφανίστηκε ταυτόχρονα ως κληρονόµος του ανεπανάληπτου αρχαίου κλέους και ως προποµπός ενός ηθικά αξεπέραστου πολιτιστικού προτύπου. Αυτή ήταν και η ιστορική ρίζα της κοινής ευρωπαϊκής εξιδανίκευσης, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Κοιτάζοντας τον εαυτό της στον παραµορφωτικό καθρέφτη της δεδοµένης υπεροχής της, η ∆ύση εκλογίκευε την «αποστολή» της ως µόνου µετά Χριστόν προφήτη, αυτόκλητα αδέκαστου δικαστή, άτεγκτου δήµιου όλων των «άλλων», τιτουλάριου του οικουµενικού πολιτισµού και αποκλειστικού ερµηνευτή µιας µονόδροµης, ιδιόκτητης και αυτονόητης ιστορικής πορείας. ∆εν είναι ίσως τυχαίο ότι η επιχείρηση «περαίωσης της ιστορίας» εξαπολύθηκε όταν ο καθρέφτης άρχισε να ραγίζει και ο έλεγχος να χάνεται. Μωραίνει κύριος...
Αν όµως το τίµηµα είναι για όλους απρόσµενο, κινδυνεύει να είναι καταλυτικό για τη ∆ύση. Μπροστά στον οικουµενικό ορυµαγδό των γεγονότων είναι αµφίβολο αν θα είναι σε θέση να συντηρήσει τις αναπαλλοτρίωτες αξιακές καταβολές της στους ίδιους της τους κόλπους. Αν π.χ. σκεφτούµε ότι µε την προϊούσα αποκαθήλωση των µεσαίων τάξεων, οι κατά παράδοσιν «σταθερές» κοινωνίες των «δύο τρίτων» τείνουν να µετατρέπονται σε άµορφες και «ασταθείς» κοινωνίες του «ενός» ή των «δύο δεκάτων», η σιωπηρή πλειοψηφία που βρισκόταν στη βάση των «συναινετικών» κοινωνικών συµβολαίων και κατ’ επέκτασιν των σύγχρονων φιλελεύθερων δηµοκρατιών είναι ενδεχόµενο να µετατοπισθεί ή και να ανατραπεί. Sub speciae aeternitatis και εκ των υστέρων, η έµµονη αξιακή και πολιτειακή αυτογνωσία που υπήρξε το θεµέλιο του δυτικού πολιτισµού είναι πιθανό να εµφανίζεται ως απελθούσα ή ίσως και ως περιττή «πολυτέλεια». Εις πείσµα της ∆ύσης, η χαιρέκακη ιστορία πηγαίνει πάντοτε όπου θέλει. ∆εν προειδοποιεί, δεν εξηγεί, δεν ηθικολογεί. Περιµένει και καραδοκεί.
Οµως, πίσω από την απαισιόδοξη αυτή µατιά, κρύβονται ελπίδες και προοπτικές. Πράγµατι, αν ο δηµοκρατικός πολιτισµός προϋποθέτει συναινέσεις, είναι επίσης ενδεχόµενο να ενεργοποιήσει ρήξεις. ∆εν πρέπει να ξεχνάµε ότι µαζί µε την έµµονη αξιακή ενδοσκόπηση, η ευρωπαϊκή παράδοση είναι συνώνυµη µε µια διαρκή φυγή προς τα εµπρός, µε µιαν ακατάσχετη οικοδόµηση ουτοπικών φαντασιώσεων αέναης συλλογικής προόδου. Η γαλλική και η ρωσική επανάσταση αλλά και η κουτσουρεµένη σοσιαλδηµοκρατική µεταρρύθµιση είχαν στηριχθεί στην πεποίθηση πως τα σωρευόµενα κοινωνικά αδιέξοδα µπορεί και πρέπει να ανατραπούν και πως η έλευση ενός άλλου καλύτερου κόσµου είναι πάντα εφικτή. Οπως έλεγε ο Γκαίτε, ελπίδα µπορεί να µας δοθεί µόνον από τους απελπισµένους.
Στην καλύτερη περίπτωση όµως, τέτοιες ελπίδες δεν µπορεί να εµφανισθούν πριν από µεθαύριο. Σήµερα και αύριο θα πρέπει απλώς να επιζήσουµε, ακόµα και να εορτάζουµε, έστω και µε τις εκπτώσεις που πάντα συνοδεύουν τα τέλη εποχής. ∆εν είναι εύκολο. Τα φετινά Χριστούγεννα ήλθαν και απήλθαν ως εάν ο Ιωσήφ είχε µπει στην εργασιακή εφεδρεία, η παρθένος Μαρία είχε προσληφθεί σαν εποχιακή καθαρίστρια, ο µικρός Ιησούς είχε καταφύγει σε παιδικό χωριό SOS, η ∆ΕΗ είχε κόψει το ρεύµα στο αστέρι της Βηθλεέµ, η φάτνη είχε κριθεί κατεδαφιστέα ως αυθαίρετη, το ερηµωµένο σπήλαιο είχε φορτωθεί µε ασήκωτο χαράτσι και οι µάγοι είχαν πέσει θύµατα ληστείας από συµµορία αλλοδαπών.
Το ποίµνιο όµως υποµένει σιγά και κωφεύει. Χαρακτηριστικά, µετά το έγκριτο «Βήµα της Γης Χαναάν», ανέστειλε την έκδοσή της και η «Ελεύθερη φωνή βοώντων εν τη ερήµω», ενώ οι άγγελοι που εν χορώ θα έψαλλαν το «∆όξα εν υψίστοις» βρέθηκαν απολυµένοι επειδή είχαν κρεµάσει µαύρα κρέπια στα µουσικά τους όργανα.
Βρισκόµαστε λοιπόν σε σηµείο καµπής. Είναι σαφές πως η αποκατάσταση της φαντασιακής συνοχής του αποπροσανατολισµένου ποιµνίου δεν είναι εφικτή δίχως ριζικές µεταλλαγές στην αφήγηση του µύθου µιας επί γης προόδου που παραµένει ανοικτή και άγραφη. Η κυνική αναλγησία των Ηρωδηδών, η απροσχηµάτιστη ιδιοτέλεια των Φαρισαίων και η αγέλαστη αποστασιοποίηση των Ποντίων Πιλάτων είναι πολύ λιγότερο ακλόνητες από ό,τι οι ίδιοι φαίνεται να πιστεύουν. Με αυτή την έννοια, το µέλλον µας θα είναι προϊόν της αγωνίας µας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου