Της Μαργαριτας Πουρναρα
Ο Αλέξανδρος Κιτροέφ είναι από τους ιστορικούς που έχουν αφιερώσει πολλά χρόνια στη μελέτη της ελληνικής μετανάστευσης στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ. Η αφοσίωσή του δεν είναι τυχαία. Η οικογένειά του έχει ρίζες από τη Xίο και ορισμένα μέλη της πέρασαν αργότερα από την Aλεξάνδρεια και τη Μαύρη Θάλασσα. Ο ίδιος γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά σπούδασε στη Βρετανία ενώ ζει εδώ και δεκαετίες στην Αμερική, όπου διδάσκει ιστορία στο περίφημο Χάβερφορντ Κόλετζ της Φιλαδέλφειας. Στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα, προσκεκλημένος του Αμερικανικού Κολλεγίου της Αγίας Παρασκευής για μια διάλεξη, μας μίλησε για την επίδραση της κρίσης στον ελληνισμό της Αμερικής.
«Οι ΗΠΑ έζησαν μέχρι σήμερα δύο τεράστια κύματα ελληνικής μετανάστευσης. Το πρώτο ξεκίνησε στις αρχές του 20ού αιώνα και ολοκληρώθηκε το 1923. Το δεύτερο άρχισε τη δεκαετία του ’60 και τελείωσε όταν έπεσε η χούντα. Τώρα, υπάρχει ξανά εισροή μεταναστών αλλά λόγω της αυστηρής νομοθεσίας είναι περιορισμένη και αφορά κυρίως επιστήμονες και εξειδικευμένους επαγγελματίες. Ακόμα όμως και αυτοί οι λίγοι Ελληνες που εγκαθίστανται σήμερα στην Αμερική έχουν μεγάλη επίδραση στο ομογενειακό στοιχείο, διότι εμπλουτίζουν την εθνοτική ομάδα, τη συσπειρώνουν, ανανεώνουν τη γλώσσα που χάνεται. Είναι άτομα με ανώτερη μόρφωση και μπορούν να ανελιχθούν κοινωνικά. Από την άλλη, οι άνθρωποι που μετανάστευσαν τη δεκαετία του ’60 στην Αμερική ξαναθυμούνται τις δικές τους δυσκολίες και στηρίζουν τους νέους μετοίκους”.
Οι μετανάστες του ’60, που είναι Ελληνογεννημένοι, αντιμετωπίζουν το θέμα της κρίσης με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι τα παιδιά τους ή τα εγγόνια τους: «Αισθάνονται μεγαλύτερη ντροπή ή θυμό διότι έχουν ισχυρότερη ψυχολογική σύνδεση με την Ελλάδα σε σχέση με τα παιδιά τους, που νιώθουν ότι διαθέτουν διπλή ταυτότητα, είναι δηλαδή και Αμερικανοί και Ελληνες. Οι τελευταίοι, που είναι γεννημένοι στην Αμερική, βλέπουν τα πράγματα με αποστασιοποίηση και ψυχραιμία. Πιστεύουν ότι η Ελλάδα έχει καμπές στην ιστορία της και μπορεί να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο. Αν κάποιος τους κάνει κριτική για την παρούσα κατάσταση, θα το γυρίσουν στους αρχαίους Ελληνες ή στον πόλεμο του ’40. Σε κάθε περίπτωση πάντως, όταν τα πάει καλά η Ελλάδα, όλοι θέλουν να δηλώνουν Ελληνες. Οταν πάει χάλια, οι ομογενείς επιστρέφουν σε μια ιδεαλιστική, συναισθηματική εικόνα, που έχει οικοδομηθεί στο παρελθόν αλλά είναι ακόμα ζωντανή”.
Στην αρχή της οικονομικής ύφεσης, το ελληνικό κράτος έκανε ορισμένες απόπειρες να ευαισθητοποιήσει και να κινητοποιήσει τους ομογενείς, χωρίς μεγάλη επιτυχία. Ποια πολιτική θα έπρεπε να ακολουθήσει;
«Οι ομογενείς σε όλον τον κόσμο είναι ένα τεράστιο απόθεμα, ένα σπουδαίο ανθρώπινο δυναμικό που θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα, αν υπήρχε σωστός σχεδιασμός. Οσο απογοητευμένοι και αν αισθάνονται, έχουν μεγάλη αγάπη για την πατρίδα. Δεν αρκεί μονάχα η επίκληση του συναισθηματικού ομφάλιου λώρου. Η ελληνική πολιτεία πρέπει να δει με τη σειρά της ότι οι ομογενείς έχουν τους δικούς τους θεσμούς, τη δυναμική τους, είναι πολίτες άλλων κρατών, έχουν άλλη νοοτροπία. Εχει περάσει η εποχή που η Ελλάδα ήταν ο ήλιος και οι κοινότητές της ανά τον κόσμο ήταν οι πλανήτες που δέχονταν τις ακτίνες. Σήμερα, υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί ήλιοι, πολλοί αστερισμοί. Ας μη βλέπουμε τους Ελληνες του εξωτερικού ως επέκταση του ελληνικού κράτους, αλλά ως άτομα που έχουν πάντα το ένα πόδι στη χώρα που τους δέχθηκε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι Ελληνες πολιτικοί που πηγαίνουν στην Αστόρια, βγάζουν μια πανηγυρική ομιλία στους Ελληνογεννημένους και μετά πάνε για ψώνια στα πολυκαταστήματα, χωρίς να έχουν πάρει είδηση τι συμβαίνει”.
Πώς θα γίνει λοιπόν η σύγκλιση ανάμεσα στους Ελληνες εκτός και εντός Ελλάδος;
«Θα μπορούσε το ελληνικό κράτος να αξιοποιήσει τους χιλιάδες Ελληνες καθηγητές πανεπιστημίου, τους επιστήμονες, τους άξιους επαγγελματίες. Αυτοί μπορούν να παίξουν τον ρόλο της γέφυρας, των ανθρώπων που θα μεταφέρουν μια σωστή, ενημερωμένη, πραγματική εικόνα της Ελλάδας και των προβλημάτων της στους ομογενείς».
Υστερα από τόσα χρόνια ζωής στο εξωτερικό, ο ίδιος πόσο Ελληνας νιώθει: «Μου αρκεί να σκεφθώ το γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας για να μεταφερθώ αυτόματα στην κερκίδα, που μυρίζει καυτό τσιμέντο και πασατέμπο!» μας λέει ο Αλ. Κιτροέφ, ο οποίος έγραψε πρόσφατα ένα βιβλίο για την ιστορία του Παναθηναϊκού.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου