Η αναθεώρηση της συμφωνίας για συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών στο δεύτερο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας (PSI), ήταν εξαρχής μια πολύ δύσκολη εξίσωση. Ευρωπαϊκές αρχές και τράπεζες καλούνταν να βρουν μια χρυσή τομή. Ουσιαστικά, ένα haircut που θα βελτίωνε, όσο το δυνατόν περισσότερο, τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, χωρίς ωστόσο να ακυρώνει τον εθελοντικό χαρακτήρα της συμφωνίας.
Στην πράξη, οι Ευρωπαίοι, και κυρίως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ήταν αποφασισμένοι να αποφύγουν ένα πιστωτικό γεγονός. Δηλαδή, ένα default, που θα πυροδοτούσε την αποπληρωμή των credit default swaps, των συμβολαίων που ασφαλίζουν έναντι μιας ενδεχόμενης χρεοκοπίας.
Το μεγάλο μυστικό πίσω από αυτή την «κόκκινη γραμμή» που σε σημαντικό ποσοστό καθόρισε την πορεία των διαπραγματεύσεων, είναι ότι η Ευρώπη δεν είχε άλλη επιλογή από το να επιδιώξει μια εθελοντική λύση.
Αν η εφαρμογή του haircut ήταν υποχρεωτική, αυτό θα σήμαινε ότι στο «κούρεμα» θα έπρεπε να υποβληθούν και τα ελληνικά ομόλογα, ονομαστικής αξίας 55 δισ. ευρώ, που έχει αγοράσει η ΕΚΤ. Κάτι τέτοιο θα άφηνε την κεντρική τράπεζα ουσιαστικά χρεοκοπημένη. Οι ζημιές θα εξανέμιζαν το σύνολο των κεφαλαίων της. Κάτι που σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα έπρεπε να βάλουν και πάλι το χέρι στην τσέπη, για να χρηματοδοτήσουν τη λειτουργία της ΕΚΤ.
Ουσιαστικά, η προσπάθεια των Ευρωπαίων να διατηρήσουν τον εθελοντικό χαρακτήρα της συμφωνίας, έκανε την Αθήνα «όμηρο» των ιδιωτών επενδυτών. Ο γνωστός οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπίνι, αλλά και πολλοί από τους κορυφαίους αναλυτές των ξένων οίκων, πρότειναν στην κυβέρνηση να «κουρέψει» τα ομόλογα κατά 60% και να αφήσει απλήρωτα όσα δεν προσφέρονταν από τους κατόχους τους σε αυτή τη συμφωνία. Έστω κι αν αυτό θα ισοδυναμούσε, τεχνικά, με στάση πληρωμών (default).
Αντ’ αυτού, οι Ευρωπαίοι επέμειναν σε έναν τρόπο δράσης που ουσιαστικά επιβραβεύει τους ιδιώτες επενδυτές που δεν συνεισφέρουν στη διάσωση της Ελλάδας, σε βάρος εκείνων που δέχτηκαν να σηκώσουν μέρος από το βάρος της βοήθειας. Το «έξυπνο χρήμα» ή οι λεγόμενοι και «γύπες» των αγορών, δηλαδή τα hedge funds και τα distressed funds, έσπευσαν, το τελευταίο διάστημα, να αγοράσουν τα πάμφθηνα ελληνικά ομόλογα, με την προσδοκία ότι αν δεν τα πρόσφεραν για ανταλλαγή, η ελληνική κυβέρνηση θα ήταν υποχρεωμένη να τα αποπληρώσει κανονικά, χωρίς «κούρεμα».
Και όλα αυτά, την ώρα που τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι ο τρόμος των Ευρωπαίων απέναντι στο πιστωτικό γεγονός ήταν μάλλον υπερβολικός. Βασικό επιχείρημα των Ευρωπαίων πολιτικών στην επιμονή τους για μια εθελοντική συμφωνία, ήταν ότι εάν πυροδοτηθεί η αποπληρωμή των CDS, οι επιπτώσεις για το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα θα είναι άγνωστες και απρόβλεπτες. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που φοβούνται ένα ντόμινο τραπεζικών καταρρεύσεων και φέρνουν σαν παράδειγμα την περίπτωση της χρεοκοπίας της Lehman Brothers.
Η αλήθεια είναι ότι η αγορά των CDS έχει δαιμονοποιηθεί στην Ευρώπη. Ασφαλώς, πρόκειται για μια αδιαφανή αγορά, που λειτουργεί όχι μόνο έξω από την εποπτεία των αρχών, αλλά και με σύνθετους τρόπους, που πολλοί από τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών αδυνατούν να παρακολουθήσουν. Όμως, με το ξέσπασμα της κρίσης του ευρώ, τα CDS απέκτησαν τις διαστάσεις ενός αστικού μύθου. Οι ιστορίες για αυτό το «σκοτεινό εργαλείο των κερδοσκόπων», μέσω του οποίου οι καρχαρίες των αγορών πλουτίζουν από τον πόνο των λαών, έκαναν την εμφάνισή τους όχι μόνο στον ελληνικό, αλλά και στον ευρωπαϊκό τύπο.
Ωστόσο, τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι στην πραγματικότητα, το μέγεθος της αγοράς των CDS είναι πολύ μικρότερο από αυτό που της προσδίδεται. Οι καθαρές ανοικτές θέσεις στα συμβόλαια, που ασφαλίζουν έναντι του ενδεχόμενου μιας ελληνικής χρεοκοπίας, είναι ύψους 3,7 δισ. δολαρίων. Σε περίπτωση πιστωτικού γεγονότος, οι τράπεζες που εξέδωσαν αυτά τα συμβόλαια, θα πρέπει να πληρώσουν σε εκείνους που τα αγόρασαν 750-900 εκατ. δολάρια, υπολογίζει η Nomura.
Δύσκολα μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι ένα τέτοιο ποσό θα έθετε σε κίνδυνο το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα.
ΙΣΟΤΙΜΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου