Ο «βλάχος» έφυγε· η βλαχιά?

Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΙΩΝΗ

Καλλιτεχνικοί βλάχοι προέκυψαν και άλλοι στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Θύμιος του Χατζηχρήστου όμως παρέμεινε ο πρώτος, ο ένας, ο πιο αυθεντικός. Και δεν είναι υπερβολή να πούμε πως το τέλος του Κώστα Χατζηχρήστου σήμανε και το τέλος των Θύμιων

Απειρες οι εμφανίσεις του στο θέατρο και στον κινηματογράφο, στο μισό αιώνα της καλλιτεχνικής του διαδρομής. Εκεί όμως που διακρίθηκε ήταν στο γραφικό ρόλο του Θύμιου, του βλάχου, του χωριάτη.

Ηταν αρχές του '50, τέλος εμφυλίου (που ωστόσο η νικηφόρα «εθνικόφρων» παράταξη κράτησε ώς το 1974, με τα γνωστά...), όταν ο Θύμιος «σκάει μύτη» στην πρωτεύουσα από την επαρχία, που, λόγω αλόγιστων πολιτικών, αδειάζει κι ερημώνεται - άλλοι για την Αθήνα (που προοδευτικά τράβηξε το μισό πληθυσμό του τόπου, με τους περισσότερους σε αντιπαραγωγικές καρέκλες), άλλοι για την (αγύριστη) ξενιτιά (αυτά που πληρώνουμε στις μέρες μας, με συνέπεια, εκτός των άλλων, λόγω... Αρμαγεδδώνος, ν' αντιμετωπίζεται η αντίστροφη πορεία -που ήδη συντελείται κατά μόνας- προς την επαρχία, ενώ ξανάνοιξαν και οι μεταναστευτικοί δρόμοι).

Πόσοι στο πρόσωπο του Θύμιου-Χατζηχρήστου δεν αναγνώρισαν τον εαυτό τους ή κάποιο δικό τους -ένα κομμάτι αυθεντικό της Ελλάδας- με τα καμώματα του άδολου βλάχου (σαν εμφάνιση και λόγος), καθιερώνοντας αυτό τον τύπο όσο ελάχιστοι. Σε σημείο που όταν τον άφηνε για άλλους ρόλους (στους οποίους επίσης διέπρεψε, όπως ο αστυφύλακας Ηλίας, αντιπροσωπευτικός τύπος εξουσιαστή της εποχής, ή ως μπακαλόγατος, ρόλοι-μαθήματα κωμωδίας, μπορούμε να πούμε), υποχρεωνόταν, έπειτα από απαίτηση των θαυμαστών του, να επιστρέψει.

«Ο Κώστας Χατζηχρήστος, αν και τυποποιήθηκε στο ρόλο του επαρχιώτη, ήταν ο πιο "κινηματογραφικός" ηθοποιός», γράφει ο Στάθης Βαλούκος στο βιβλίο του «Η κωμωδία» (εκδ. «Αιγόκερως», 2001). «Η διαρκής αγχωτική και με νευρικότητα κίνηση του σώματός του στο ντεκόρ του έργου, και ο αρκετές φορές αυτοσχέδιος λόγος του, σε συνδυασμό με τη δειλία που ξεπηδούσε από τις αντιδράσεις του, τον έκαναν ιδανικό "βλάχο" και "παλικάρι της φακής"».

Μέλος πολυμελούς οικογένειας, με ρίζες στην Πόλη (ο ίδιος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη), σπούδασε, όπως οι περισσότεροι ηθοποιοί της γενιάς του, την τέχνη του στο θεατρικό σανίδι, ξεκινώντας με «παρακατιανούς» ρόλους σε θεατρικά μπουλούκια, βαριετέ, αναψυκτήρια, ώσπου να γίνει ευρύτερα γνωστός και αγαπητός, κυρίως από την κινηματογραφική οθόνη, σ' αυτές τις ταινίες που επαναλαμβάνονται στα κανάλια (αποτελώντας κι ένα μέτρο σύγκρισης με τους νεότερους ομοτέχνους του).

Θα μπορούσε να είναι ένας από τους πιο πλούσιους ηθοποιούς ο Χατζηχρήστος, αλλά μια η γαλαντομία του («υπήρξα γενικά σπάταλος», είχε παραδεχτεί ο ίδιος), μια η απόφασή του να κάνει το θεατρικό επιχειρηματία, είχαν αποτέλεσμα να μπει μέσα και, στο τέλος, να χάσει ακόμα και το θέατρο που έφερε τ' όνομά του («Θέατρο Χατζηχρήστου», στοά Πανεπιστημίου - Ιπποκράτους, ιδιοκτησία του Παναγίου Τάφου...) και να εμφανίζει στα τελευταία του μιαν εικόνα που δεν του άξιζε.

Μολονότι η αγάπη του κοινού τον συνόδευε πάντα, έφυγε από τη ζωή, αυτός που σκόρπιζε το γέλιο, χτυπημένος από την «κακιά αρρώστια», με οικονομικά προβλήματα, ενώ πριν έχασε την τρίτη σύζυγό του, μόλις στα 42 της χρόνια.

Επιστρέφοντας στο ρόλο του βλάχου (που πλέον συναντάμε σε κάποιες τηλεοπτικές διαφημίσεις), θα είχα να παρατηρήσω ότι ο Θύμιος του Χατζηχρήστου ήταν άρχοντας σε σχέση με κάποιους «πρωτευουσιάνους», που κράτησαν τη βλαχιά τους διά βίου...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου