Tου Κωστα Iορδανιδη
Ο Τούρκος πρωθυπουργός κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πληρώνει σήμερα, από μιαν άποψη, το τίμημα της επιτυχίας του στο εσωτερικό, μετά τα συνεχή πλήγματα που επέφερε στο παραδοσιακό κατεστημένο. Πληρώνει, επίσης, το τίμημα της θεαματικής οικονομικής αναπτύξεως της χώρας του. Η επιτυχία κατά κανόνα παρασύρει και ωθεί τον κ. Ερντογάν σε μία πολιτική επιβεβαιώσεως της τουρκικής ισχύος, διαταράσσοντας πολυετείς ισορροπίες στην περιοχή.
Αλλά η Τουρκία ουδέποτε υπήρξε Ελβετική Συνομοσπονδία, σύστημα δηλαδή ισορροπιών, τάξεως και αυτοπειθαρχίας. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, ήταν «παράγωγο» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κατά την έκφραση του Τουργκούτ Οζάλ, που είχε χρησιμοποιήσει τον ίδιο χαρακτηρισμό για την Ελλάδα. Και επί των ημερών του κ. Ερντογάν, φιλοδοξεί να είναι «συνέχεια» ή «μετεξέλιξη» της Αυτοκρατορίας του Οσμάν. Είναι εγχείρημα ασφαλώς παρακινδυνευμένο και ο κ. Ερντογάν ενδέχεται να οδηγηθεί μαζί με την Τουρκία σε ταπεινωτική αναδίπλωση.
Πείσμα, υπεροψία και ετεροχρονισμένη –πλην όμως ισχυρότατη– αντίληψη «εθνικού συμφέροντος» τροφοδοτούν την αντιπαλότητα με την Κυπριακή Δημοκρατία και κρατούν την Τουρκία σε απόσταση από το ευρωπαϊκό σύστημα, σε συνδυασμό με αντιρρήσεις της Γερμανίας της κ. Αγκελα Μέρκελ και της Γαλλίας του κ. Νικολά Σαρκοζί.
Παράλληλα, όμως, η αποποινικοποίηση του ισλαμικού αισθήματος, έπειτα από περίπου ογδόντα χρόνια κεμαλισμού, έφερε την Τουρκία πλησιέστερα προς τους λαούς των μουσουλμανικών χωρών της Μέσης Ανατολής.
Ο κ. Ερντογάν επιχειρεί διείσδυση και ρόλο ηγεμονικό στις μουσουλμανικές χώρες της περιοχής, προβάλλοντας το επιτυχές μοντέλο του «ισλαμικού καπιταλισμού», προς αντιστάθμιση του ριζοσπαστικού, φανατικού και εξόχως αντιδυτικού Ισλάμ. Κάποιοι Αραβες ηγέτες επιχείρησαν στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου εξορθολογισμό του αρχέγονου συστήματος διοικήσεως και έτσι προέκυψαν τα καθεστώτα του Μπαάθ – ένα ιδιόρρυθμο μείγμα εθνικισμού και σοσιαλισμού, με εντονότατες σοβιετικές επιρροές. Ομως, το σύστημα Μπαάθ κατέρρευσε.
Προφανώς ο κ. Ερντογάν να θεωρεί ότι ο «ισλαμικός καπιταλισμός» της Τουρκίας αποτελεί ένα ελκυστικό μοντέλο. Από μιαν άποψη δεν έχει άδικο εάν κανείς λάβει υπ’ όψιν τη ρευστότητα που επικρατεί στις μουσουλμανικές χώρες της Μέσης Ανατολής και την αδυναμία της Δύσεως –των ΗΠΑ και της Ε.Ε.– να προχωρήσουν σε δημιουργική ανασυγκρότηση, ύστερα από καταστροφική στρατιωτική εμπλοκή.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός θεώρησε ότι η αξιοπιστία του στον χώρο των Αράβων θα ενισχυόταν αποφασιστικά εάν ερχόταν σε ευθεία αντιπαράθεση με το Ισραήλ. Η αντιπαλότητα καλλιεργήθηκε σταδιακά και κορυφώθηκε επί ενός θέματος «τιμής», που ανέκυψε από την άρνηση του Τελ Αβίβ να ζητήσει συγγνώμη για την επίθεση εναντίον τουρκικής αποστολής ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα.
Ολα αυτά συμβαίνουν σε μία περίοδο στενότατης συνεργασίας της Κύπρου με το Ισραήλ στον ενεργειακό τομέα και μιας «στρατηγικής συνεργασίας» της κυβερνήσεως του κ. Γιώργου Παπανδρέου με το Τελ Αβίβ. Ο κίνδυνος εμπλοκής της Αθήνας και της Λευκωσίας σε μία περιπέτεια είναι μεγάλος. Δεν είναι η Τουρκία εύκολος αντίπαλος. Το επιβεβαιώνει η πρόκληση στο Καστελλόριζο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου