Επιδημία οι λογοκλοπές με την ανοχή (!) της επιστημονικής κοινότητας

Της Λινας Γιανναρου

«Πώς μπορώ να το πω; Διαβάζω τις πηγές, χρησιμοποιώ κομμάτια από αυτές, τ’ αναλύω με τον δικό μου τρόπο... αλλάζω κάποιες λέξεις βέβαια...» «Δεν μπορώ να πω ότι γνωρίζω πόσα κομμάτια μπορώ να πάρω από ένα βιβλίο και να τα χρησιμοποιήσω στην εργασία μου χωρίς να είναι λογοκλοπή». «Στην Ελλάδα, η διαδικασία μάθησης ήταν περισσότερο αποστήθιση της πληροφορίας». «Δεν μας δίδασκαν πώς να διαβάζουμε άρθρα και να κάνουμε κριτική σ’ αυτά».

Τα παραπάνω, αποσπάσματα από μια από τις σπάνιες έρευνες σχετικά με τη σχέση των Ελλήνων φοιτητών με τη λογοκλοπή, την οποία είχε πραγματοποιήσει πριν από λίγα χρόνια η υποψήφια διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Northumbria Ιουλία Σιδερά, φωτίζουν μια πολύ ενδιαφέρουσα διάσταση του φαινομένου που ταλανίζει τη χώρα μας: πώς να πολεμήσεις τη λογοκλοπή, όταν η αντιγραφή βρίσκεται στον πυρήνα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος;

Πρόσφατα, η ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα παρατηρούσε με σκωπτικό χαμόγελο τις εξελίξεις στη Γερμανία με τις αλλεπάλληλες παραιτήσεις υψηλόβαθμων αξιωματούχων, λόγω κατηγοριών για ύποπτα αποσπάσματα στις διατριβές τους...

Ομως πόσο να «ανεβάσουμε» το θέμα στην Ελλάδα, όταν είναι κοινό μυστικό ότι εδώ ισχύει το ο κλέψας του κλέψαντος; Το είχε επισημάνει ομάδα πανεπιστημιακών, συνυπογράφοντας διακήρυξη κατά της λογοκλοπής (πολλοί εκ των οποίων δέχθηκαν και ενδοπανεπιστημιακά «αντίποινα» για τη στάση τους). «Με θλίψη και αυξανόμενη ανησυχία παρακολουθούμε τη διάδοση και την εξέλιξη της λογοκλοπής σε απαράδεκτα ευρεία κλίμακα μέσα στην ελληνική Ανώτατη Εκπαίδευση, σε επίπεδο προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών, υποψήφιων διδακτόρων και πανεπιστημιακών δασκάλων», έγραφαν τονίζοντας ότι η αντιμετώπιση των καταγγελιών από τα αρμόδια όργανα των ΑΕΙ δεν είναι η ενδεδειγμένη. 

«Σπάνια επιβάλλονται οι προβλεπόμενες κυρώσεις στους παραβάτες, τόσο για την πράξη αυτή καθαυτή όσο και για την ιδιοποίηση ξένου επιστημονικού έργου με σκοπό την προσωπική πανεπιστημιακή ανέλιξη». 

Μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, δε, είναι οι υποθέσεις που έχουν φτάσει στη Δικαιοσύνη, καθώς είναι συνηθισμένο το φαινόμενο οι λογοκλόποι να απολαμβάνουν στήριξη από την πανεπιστημιακή κοινότητα.

Την ίδια ώρα, πληθαίνουν οι σχετικές καταγγελίες. Μόλις πρόσφατα, ο υφυπουργός Παιδείας κ. Γιάννης Πανάρετος έδωσε εντολή σε δύο πρυτάνεις (Οικονομικού και Καποδιστριακού) να διερευνήσουν δύο καταγγελίες για λογοκλοπή, ενώ πριν από λίγες εβδομάδες ερώτηση σχετική με τις αλλεπάλληλες καταγγελίες για λογοκλοπή στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο κατέθεσε στη Βουλή ο βουλευτής της Ν. Δ. κ. Σταύρος Καλαφάτης. «Πρόσφατα, επίσης», όπως ενημερώνει ο καθηγητής του ΑΠΘ και εκπρόσωπος της πρωτοβουλίας πανεπιστημιακών κατά της λογοκλοπής κ. Βασίλης Μούγιος, «η Πρυτανεία του ΑΠΘ ανέπεμψε εκλογή αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα που τον εξέλεξε, ζητώντας να διερευνηθούν το συντομότερο δυνατό οι καταγγελίες κατά του εκλεγέντος για λογοκλοπή, οι οποίες είχαν αγνοηθεί τόσο από την εισηγητική επιτροπή όσο και από το εκλεκτορικό σώμα που τον εψήφισε».  

Διαστάσεις επιδημίας, επίσης, λαμβάνει το φαινόμενο «αγοραπωλησιών» εργασιών, με τιμές που κυμαίνονται από 500 μέχρι και 1.500 ευρώ για μια απλή διπλωματική μέχρι και 5.000 για διδακτορικά!

Ελάχιστα είναι όμως τα προληπτικά μέτρα που έχει λάβει η πανεπιστημιακή κοινότητα για την αποφυγή τέτοιων φαινομένων. Ξεχωρίζει η πρωτοβουλία του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας να συντάξει Κώδικα Δεοντολογίας με ειδική αναφορά στο θέμα της λογοκλοπής, ο οποίος μοιράζεται σε όλα τα μέλη ΔΕΠ και τους πρωτοετείς φοιτητές, ενώ σχετικά σεμινάρια πραγματοποιούνται για τους μεταπτυχιακούς φοιτητές. «Θα έπρεπε κάθε πανεπιστήμιο να έχει έναν τέτοιο κώδικα», λέει  ο αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Ιωάννης Θεοδωράκης και «το πρόβλημα της λογοκλοπής είναι παγκόσμιο, αλλά γνωρίζει ιδιαίτερα μεγάλη έκταση στην Ελλάδα», αναφέρει. «Σε μεγάλο βαθμό όμως στη χώρα μας γίνεται και από άγνοια. Από μικρά, τα παιδιά αντιγράφουν από τα βιβλία, χωρίς να ξέρουν γιατί. Οι φοιτητές δεν μαθαίνουν να γράφουν με παραπομπές και βιβλιογραφία. Και βέβαια τα πράγματα σοβαρεύουν όταν πρόκειται για διδακτορικά και μεταπτυχιακά, διότι αυτά προστατεύονται από πνευματική ιδιοκτησία».

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου