Το «πάρτι» με τα ελληνικά CDS ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2009

Του Παναγη Γαλιατσατου

Στις 9 Μαΐου του 2011 τα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS) για τα ελληνικά πενταετή ομόλογα κατέγραψαν το ύψος-ρεκόρ των 1.369 μονάδων βάσης, έχοντας σχεδόν διπλασιάσει την αξία τους μέσα σε κάτι λιγότερο από έξι μήνες. Το εύλογο συμπέρασμα του πολιτικού και τραπεζικού κόσμου της χώρας ήταν ότι η μεταρρυθμιστική κόπωση της κυβέρνησης Παπανδρέου και η ατέρμων συζήτηση για μια πιθανή αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους (το 95% των CDS στα ελληνικά ομόλογα «ασφαλίζουν» απέναντι σε αυτόν τον κίνδυνο) δημιούργησαν ευνοϊκές προϋποθέσεις για ένα νέο πάρτι των κερδοσκόπων.

Τα φαινόμενα, όμως, ενίοτε είναι απατηλά. Και φαίνεται ότι αυτό συμβαίνει και στη συγκεκριμένη περίπτωση. Γιατί, στην πραγματικότητα, η συνολική αξία των νέων συμβολαίων στα ελληνικά CDS δεν ξεπέρασε τα 189 εκατ. δολάρια την εβδομάδα από 2 ώς 6 Μαΐου, όταν τον Δεκέμβρη του 2010, 200 εκατ. δολάρια αντιστοιχούσαν κατά μέσο όρο στα νέα συμβόλαια μιας ημέρας.

Μάλιστα, τα στοιχεία της DDTC, της επίσημης βάσης δεδομένων της ISDA (International Credit Default Swaps Association) κρύβουν κι άλλες εκπλήξεις. Για παράδειγμα, αποκαλύπτουν ότι το μεγάλο πάρτι στα CDS έγινε στο διάστημα από τον Ιούνιο του 2009 ώς τον Μάρτιο του 2010, όταν η συνολική αξία των νέων συμβολαίων έφτανε καθημερινά κατά μέσο όρο τα 450 εκατ. δολάρια. Από εκεί και ύστερα, η ορατή προοπτική διάσωσης της ελληνικής οικονομίας από την Ευρωζώνη προβλημάτισε τους κερδοσκόπους. Η ημερησία συνολική αξία των νέων συμβολαίων έπεσε στα 325 εκατ. δολάρια το διάστημα Μαρτίου - Ιουνίου και υποχώρησε στα επίπεδα των 200 εκατ. δολαρίων ημερησίως το δεύτερο εξάμηνο του 2010.

Το «πάρτι» ξεκίνησε, λοιπόν, πολύ πριν αποκαλυφθεί επισήμως ότι το έλλειμμα του 2009 ήταν διψήφιο, πολύ πριν αλλάξει η κυβέρνηση και πολύ πριν το ελληνικό χρέος γίνει η ατζέντα των συμβουλίων κορυφής της Ε. Ε.  

Τι είχαν αντιληφθεί οι κερδοσκόποι που δεν καταλαβαίναμε ακόμα στην Ελλάδα;

Τίποτε περισσότερο από τα θεμελιώδη δεδομένα της ελληνικής οικονομίας, που έδειχνε ευάλωτη όχι μόνον απέναντι σε μια παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση σαν κι αυτή που ξέσπασε μετά την κατάρρευση της LehmaBrothers, αλλά και απέναντι σε μια απλή ύφεση στις ΗΠΑ, κάτι που οριστικοποιήθηκε στις αρχές του 2008. Εκείνη ακριβώς την περίοδο -και πολύ πριν αντιδράσουν τα spreads των ομολόγων- άρχισε να ανεβαίνει η αξία των ελληνικών CDS στα επίπεδα των 80 - 90 μ. β, όπως δείχνει το γράφημα της ΕΚΤ. Δύο μήνες μετά την κατάρρευση της LehmaBrothers (15.9.2008) μια έκθεση του έγκυρου think tank των Βρυξελλών ECPS αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο ενδεχόμενο αποχώρησης της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Τα CDS εκτοξεύονται στις 200 μ. β. και θα παραμείνουν σε δυσθεώρητα ύψη ώς τον Φεβρουάριο του 2009, όταν οι διαβεβαιώσεις του τότε Γερμανού υπουργού Οικονομικών Σταϊνμπρίκ ότι η Γερμανία θα στηρίξει τις περιφερειακές χώρες της Ευρωζώνης εκτόνωσε κάπως την κατάσταση.

Το δεύτερο εξάμηνο του 2009 αποτελούσε, πάντως, κοινό μυστικό για όλους -πλην της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας- ότι το ελληνικό έλλειμμα διαμορφώνεται διψήφιο. Τα CDS πήραν πάλι την ανηφόρα, ενώ ο όγκος των συναλλαγών αυξήθηκε ραγδαία.

Είναι γνωστό ότι τα CDS ευνοούν την κερδοσκοπία πάνω στο ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης ή χρεοκοπίας γιατί μπορεί να τα αγοράσει κανείς «γυμνά», δηλαδή χωρίς να έχει στην κατοχή του το ομόλογο ή τον τίτλο που υποτίθεται ότι διασφαλίζουν.

Ωστόσο, η εντύπωση που έχει διαμορφωθεί στην Ελλάδα ότι οι κερδοσκόποι μπήκαν στην αγορά βραχυπρόθεσμα πέρυσι την άνοιξη, με ορίζοντα ενός έτους, δεν επαληθεύεται από τα στοιχεία της DDTC. Το 62% των συμβολαίων CDS αφορούν σε ελληνικά 5ετή ομόλογα και το 30% σε δεκαετή. Και από τη στιγμή που τα CDS διαπραγματεύονται εξωχρηματιστηριακά, το ύψος του ασφαλίστρου δεν λέει πολλά πράγματα για το βάθος της κερδοσκοπίας.

Ο καθοριστικός παράγοντας σε μια περίπλοκη μαθηματική εξίσωση για την κοστολόγηση των CDS αποτελεί το premium που συμφωνούν πωλητής και αγοραστής και θα πρέπει να βρεθεί εκείνος που θα θελήσει να ασφαλίσει τα ελληνικά ομόλογα, με δεδομένη την αναδιάρθρωση, αλλά και ο κερδοσκόπος που θα θελήσει να πληρώσει 1.369.000 δολάρια ετησίως για 10 εκατ. δολάρια ασφάλεια (αυτό αντικατοπτρίζουν οι 1.369 μ. β). Αν η αναδιάρθρωση συμβεί στο τέλος της διάρκειας του ομολόγου θα έχει πληρώσει πάνω από 6,5 εκατ. ασφάλιστρα για να εισπράξει -στην καλύτερη περίπτωση- 10 εκατ. δολάρια. Μια απόδοση μάλλον αποτρεπτική για κερδοσκοπία.

Ποιοι «πάνε ταμείο» στο ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης
Αυτό που προκαλεί εφιάλτες στους τραπεζίτες, αλλά φαίνεται να καθησυχάζει τους πολιτικούς, είναι η εντύπωση πως αν η αναδιάρθρωση συμβεί και τα ελληνικά CDS πληρώσουν, θα προκληθούν αναταράξεις τύπου Lehman Brothers στην παγκόσμια οικονομία.

Aλλωστε, όταν κατέρρευσε η αμερικανική τράπεζα, εμφανίστηκαν απαιτήσεις 100 δισ. δολ. σε χρέη και 400 δισ. δολ. σε ασφάλιστρα κινδύνου. Οι Eλληνες πολιτικοί δεν πρέπει, όμως, να εφησυχάζουν ότι οι «ξένοι» θα μας στηρίξουν θέλοντας και μη για να αποφύγουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο, καθώς η εικόνα στα ελληνικά CDS είναι εντελώς διαφορετική.

Μπορεί ο μεικτός όγκος των συμβολαίων CDS να ανερχόταν στις 6 Μαΐου στα 77 δισ. ευρώ, όμως αυτός συμπεριλαμβάνει πολλές περιπτώσεις όπου κάποιος που πουλάει το ασφάλιστρο αγοράζει για να διασφαλιστεί ένα ίδιας αξίας από έναν τρίτο κι εκείνος με τη σειρά του από έναν τέταρτο κ. ο. κ. Τα στοιχεία της DDTC δείχνουν ότι οι καθαρές απαιτήσεις των αγοραστών «προστασίας» για τα ελληνικά ομόλογα ανέρχονται σε 5,5 δισ. δολ., μειωμένες από τα 7,7 δισ. πριν από ένα χρόνο και κάτι που ασφαλώς οι εκκαθαριστές μπορούν να αντέξουν.

Σε περίπτωση αναδιάρθρωσης ή επιμήκυνσης του ελληνικού χρέους, εκείνος που θα αποφασίσει αν υπάρχει credit event και πρέπει να πληρώσουν τα CDS είναι η Επιτροπή Προσδιορισμού της ISDA για την Ευρώπη μεικτή από αγοραστές και πωλητές. Για το ποιοι θα είναι αυτοί πήραμε μια ιδέα, αφού υπεβλήθη στην ISDA το ερώτημα αν η προσφυγή της Ιρλανδίας στον EFSF αποτελεί credit event, το οποίο απαντήθηκε αρνητικά.

Τα μέλη της Επιτροπής ήταν η Bank of America, η Barclays, η Credit Suisse, η Goldman Sachs, η JP Morgan, η Morgan Stanley, η UBS, η BNP Paribas, η RBS, η Citadel Investment, η D. E. Shaw, η Black Rock, η Blue Mountain Capital και η Rabobank.

KAΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου