Tου Παντελη Μπουκαλα
Με το σύνθημα «Πρώτα ο άνθρωπος, μετά η απληστία» διαδήλωσαν λίγες ημέρες πριν μερικές χιλιάδες πολίτες στη Χάβρη της βόρειας Γαλλίας, ενόψει της συνόδου του G8 στην πόλη Ντοβίλ. Ορισμένοι, πραγματιστές, και νομπελίστες της οικονομίας ανάμεσά τους, είναι πολύ πιθανό να θεωρήσουν αφελές και ανώριμο το σύνθημα αυτό, που καταπώς φαίνεται έρχεται διεθνώς να πάρει τη θέση τού αμέσως προηγούμενου, «Πρώτα ο άνθρωπος, μετά τα κέρδη», δεδομένου ότι πολυεθνικές, τράπεζες, επενδυτικές εταιρείες, όσες αποτελούν μια εξουσία αφανή πλην υλικότερη και δεσποτικότερη και από το G8 ή το G20, δεν ικανοποιούνται πια με τα κέρδη, όσο μεγάλα, αλλά δρουν άπληστα εις βάρος όχι μόνο της μιας ή της άλλης χώρας, μικρής ή μεγάλης, αλλά του ίδιου του πλανήτη στο σύνολό του. Αλλοι, κυνικοί, θα έβρισκαν το ίδιο σύνθημα ανεδαφικά ρομαντικό, αφού οι ίδιοι ακολουθούν πια άλλες σχολές σκέψης, οι οποίες έχουν θέσει εκποδών τα αισθήματα και τα συλλογικά όνειρα, σαν κατάλοιπο της εποχής του προϊστορικού ανθρώπου.
Αλλοι πάλι, λάτρεις της ωμής γλώσσας της αγοράς, θα χαρακτήριζαν το σύνθημα αντιπαραγωγικό, αφού έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο κινητήριος μοχλός της ιστορίας και η προωθητική της μηχανή είναι η παντί τρόπω επιζήτηση του μέγιστου κέρδους, ό,τι κι αν θυσιάζεται, ανθρώπινες ζωές, εθνικές κυριαρχίες ή οικολογικές ισορροπίες. Τέλος, δεν θα έλειπαν και οι σκώπτες που θα διατείνονταν ότι ένα τέτοιο σύνθημα είναι μάλλον θρησκευτικής παρά πολιτικής τάξεως. Κι ωστόσο, ακόμα κι αν δεν ασπαστούμε την ιδέα πως η απληστία είναι ταυτόσημη του προπατορικού αμαρτήματος (το οποίο γεννήθηκε από τη λαιμαργία για γνώση και κυρίως για δύναμη, για κείνο το «έσεσθε ως θεοί»), παραμένει γεγονός το εξής: ο προσδιορισμός της απληστίας ως του αμαρτήματος με τις βαρύτερες και βαθύτερες κοινωνικές συνέπειες, και κατόπιν αυτού ως αυθεντικά πολιτικού, είναι πανάρχαιος και οικουμενικός.
Πολύ πριν από τον χριστιανισμό, λοιπόν, δηλαδή πριν ο Παύλος διατυπώσει στην Προς Τιμόθεον επιστολή του τη βεβαιότητά του ότι «ρίζα πάντων των κακών εστιν η φιλαργυρία», και πριν βέβαια από τον κατοπινό συνυπολογισμό της απληστίας στα εφτά θανάσιμα αμαρτήματα, ο Θουκυδίδης θεωρούσε την πλεονεξία, συνώνυμη της απληστίας, υπεύθυνη για την πολιτική, οικονομική και ηθική τραγωδία που είχε προκαλέσει στις ελληνικές πόλεις ο εμφύλιος. Αφού πρώτα καταγράψει όσα δεινά προκάλεσε η στάσις, ο πόλεμος, σε μια Ελλάδα που είχε συγκλονιστεί ολόκληρη («παν το Ελληνικόν εκινήθη»), ο σοφός ιστορικός συμπεραίνει: «Πάντων δ’ αυτών αίτιον αρχή η διά πλεονεξίαν και φιλοτιμίαν». Στη μετάφραση του Ελευθερίου Βενιζέλου: «Αιτία όλων αυτών ήταν η δίψα της εξουσίας, την οποία γεννά η πλεονεξία και η φιλαρχία». Νωρίτερα κι από τον Θουκυδίδη, περί τους τρεις αιώνες, στο ινδουιστικό έπος «Μαχαμπχάρατα», η απληστία προσδιορίζεται ως «μέγας καταστροφέας της αξίας και της αρετής.
Από την πλεονεξία εκπορεύεται η αμαρτία. Η ίδια η πλεονεξία είναι επίσης αιτία κάθε πονηρίας και υποκρισίας που υπάρχει στον κόσμο. Από την πλεονεξία πηγάζουν η απώλεια κρίσης, η εξαπάτηση, η αλαζονεία, η έπαρση και η μοχθηρία, όπως επίσης και η εκδικητικότητα, η απώλεια ευημερίας, η απώλεια αρετής και η ατιμία» (αντλώ το κείμενο από το βιβλίο «Απληστία - Τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα» της Phyllis A. Tickle, μετάφραση Ευθυμία Μπέλση, εκδ. «Νεφέλη», 2005).
Ούτε χριστιανοί, ωστόσο, ή ινδουιστές ούτε γνώστες του Θουκυδίδη και μέτοχοι της θύραθεν παιδείας χρειαζόταν να είναι οι διαδηλωτές της Χάβρης κι όσοι άλλοι, παντού στον κόσμο, κινητοποιούνται από το κατά των απληστοκόρων σύνθημα ή άλλο ανάλογό τους. Θα αρκούσε η κοινωνική τους εμπειρία, όσο μικρή, για να τους πείσει πως η απληστία είναι το πολιτικότερο και κοινωνικά διαλυτικότερο αμάρτημα από τα εφτά της καθιερωμένης κατάταξης, αφού τα υπόλοιπα (η αλαζονεία, η λαγνεία, ο φθόνος, η οργή, η λαιμαργία και η οκνηρία ή ακηδία), περιορίζονται συνήθως στη ζώνη του προσωπικού. Οσοι ζουν, λόγου χάρη, σε κάποια από τις χώρες της διευρυνόμενης ομάδας των PIGS ξέρουν πολύ καλά πως όσα λέγονται υπέρ ενός «νέου πατριωτισμού» ουδόλως συγκινούν όσους εκμεταλλεύονται την ευκαιρία για ν’ αβγατίσουν τα κέρδη τους απολύοντας ή περικόπτοντας τους μισθούς κι ας μη συντρέχει λόγος, την ίδια ώρα μάλιστα που καλούν τους απολυόμενους να «αρθούν στο ύψος των περιστάσεων», δηλαδή του σφαγείου.
Και οι πολίτες του κόσμου γνωρίζουν, έπειτα και από τις αλλεπάλληλες τεκμηριωμένες καταγγελίες, ότι στη Φουκουσίμα παίχτηκε κορόνα - γράμματα η μοίρα όχι μονάχα μιας χώρας αλλά του πλανήτη, όπου στην πλευρά της κορόνας γραφόταν «μικρότερο κόστος» (με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται) και στην άλλη «μεγαλύτερο κέρδος».
Ούτε ανιστόρητο είναι, λοιπόν, το σύνθημα «Πρώτα ο άνθρωπος, μετά η απληστία» ούτε απολίτικο και συναισθηματικούλικο. Αντίθετα, συναιρεί ηθικές αξιώσεις, κοινωνικές διεκδικήσεις, πολιτικές απαιτήσεις και οικολογικές επιταγές. Και κατά κάποιον τρόπο έρχεται από τον κόσμο του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και των «Αδερφών Καραμάζοφ», για να θυμίσει το αντιπαράδειγμα απληστίας που ζωγραφίζει εκεί ο συγγραφέας με μια ευρηματική παραβολή (παραθέτω από τη μετάφραση της Σταυρούλας Αργυροπούλου, εκδ. Πατάκη, 1999):
«Ζούσε μια φορά κι έναν καιρό μια κακιά γυναίκα, μια στρίγκλα. Κάποτε πέθανε και πίσω της δεν άφησε ούτε μια καλοσύνη. Την περιαδράχνουν οι διαβόλοι και τη πετάνε μέσα σε μια λίμνη που έβγαζε φωτιές. Στάθηκε τότε ο φύλακας άγγελός της και βάλθηκε να σκέφτεται: “Πρέπει να θυμηθώ κάποια καλοσύνη της για να την πω στο Θεό”.
Κάτι θυμήθηκε λοιπόν και λέει στο Θεό. “Εκοψε κάποτε από το μποστάνι της ένα κρεμμυδάκι και το έδωσε σε μια ζητιάνα”.
Του αποκρίνεται τότε ο Θεός: Πάρε λοιπόν κι εσύ αυτό το κρεμμυδάκι και πέταξέ της το εκεί μέσα στη λίμνη, κι αν καταφέρει να το αρπάξει, τότε εσύ τράβα την. Κι αν καταφέρεις και τη σύρεις έξω από τη λίμνη, τότε θα πάει στον Παράδεισο, αν όμως σπάσει το κρεμμυδάκι, τότε θα μείνει εκεί που βρίσκεται τώρα”.
Τρέχει στη γυναίκα ο άγγελος και της ρίχνει το κρεμμυδάκι: “Πιάσου, κυρά, από το κρεμμυδάκι κι εγώ θα σε βγάλω έξω”. Κι άρχιζε να τη σέρνει προσεχτικά έξω από τη λίμνη και κόντευε να τη βγάλει σχεδόν ολόκληρη έξω. Μόλις όμως είδαν κι οι άλλοι αμαρτωλοί που ήσαν κι αυτοί ριγμένοι στη λίμνη πως αυτήν την τραβούσε ο άγγελος έξω, γαντζώθηκαν όλοι πάνω της, για να τους βγάλει κι αυτούς μαζί της ο άγγελος. Μα η γυναίκα ετούτη ήταν κακιά, ήταν μια στρίγκλα κι άρχισε να τους κλωτσάει: “Εμένα τραβάει ο άγγελος, όχι εσάς, δικό μου ήταν το κρεμμυδάκι, δεν ήταν δικό σας”.
Τρέχει στη γυναίκα ο άγγελος και της ρίχνει το κρεμμυδάκι: “Πιάσου, κυρά, από το κρεμμυδάκι κι εγώ θα σε βγάλω έξω”. Κι άρχιζε να τη σέρνει προσεχτικά έξω από τη λίμνη και κόντευε να τη βγάλει σχεδόν ολόκληρη έξω. Μόλις όμως είδαν κι οι άλλοι αμαρτωλοί που ήσαν κι αυτοί ριγμένοι στη λίμνη πως αυτήν την τραβούσε ο άγγελος έξω, γαντζώθηκαν όλοι πάνω της, για να τους βγάλει κι αυτούς μαζί της ο άγγελος. Μα η γυναίκα ετούτη ήταν κακιά, ήταν μια στρίγκλα κι άρχισε να τους κλωτσάει: “Εμένα τραβάει ο άγγελος, όχι εσάς, δικό μου ήταν το κρεμμυδάκι, δεν ήταν δικό σας”.
Μόλις είπε τούτα τα λόγια, το κρεμμυδάκι έγινε κομμάτια. Κι έπεσε πάλι η γυναίκα στη λίμνη και ίσαμε σήμερα καίγεται εκεί μέσα. Κι ο άγγελος άρχισε να κλαίει και έφυγε»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου