Απο την ΜΑΡΙΑ ΡΙΤΖΑΛΕΟΥ
Μακράν καλύτερο από το αγελαδινό, το γαϊδουρινό γάλα κερδίζει έδαφος τα τελευταία χρόνια, τόσο για το μεγάλωμα βρεφών που έχουν δυσανεξία στο αγελαδινό γάλα όσο και για την παρασκευή καλλυντικών.
Το γάλα γαϊδούρας είναι το πιο κοντινό στο μητρικό, καθώς είναι σχετικά φτωχό σε ολικά στερεά και πρωτεΐνες και έχει υψηλή περιεκτικότητα σε λακτόζη.
Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατες έρευνες, έχει ιδιότητες αντιγήρανσης και αναγεννητικά συστατικά και προλαμβάνει ορισμένες ασθένειες του δέρματος.
Ακόμα, περιέχει απαραίτητα λιπαρά οξέα που βοηθούν στην απορρόφηση των βιταμινών, ενώ βελτιώνει και τη διαδικασία της επούλωσης. Επίσης τα μεταλλικά άλατα του γαϊδουρινού γάλακτος επιτρέπουν στο δέρμα να καθαρίζεται, εφόσον αφαιρούνται τα νεκρά κύτταρα του δέρματος με στόχο τη δημιουργία νέων ζωντανών κυττάρων.
Η ερευνητική ομάδα της Κτηνιατρικής Σχολής Θεσσαλονίκης, με συντονιστή τον αναπληρωτή καθηγητή Γεώργιο Αρσένο, ασχολείται με τους γαϊδάρους τα τελευταία 10 χρόνια με στόχο την ανάδειξη των δυνατοτήτων της ονοτροφίας, αλλά και την υποστήριξη των συγκεκριμένων ζώων στον αγώνα τους για επιβίωση, αφού «αποτελούν τα απομεινάρια ενός πολιτισμού που χάνεται».
Σήμερα στην Ελλάδα εκτρέφονται περίπου 14.600 γαϊδούρια, όταν πριν από μόλις 15 χρόνια ξεπερνούσαν τις 95.000. Παράλληλα, είναι αδιευκρίνιστο σε ποιες φυλές ανήκουν τα εναπομείναντα ζώα, ενώ καμία από τις εγχώριες φυλές όνων δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο απειλούμενων φυλών του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (F.A.O.), ο οποίος αποτελεί την παγκόσμια βάση αναφοράς.
Σύμφωνα με τον κ. Αρσένο, στη διαθέσιμη επιστημονική βιβλιογραφία παρατηρείται μια έντονη ερευνητική δραστηριότητα με αντικείμενο το γαϊδουρινό γάλα.
Μόνο την τελευταία πενταετία έχουν δημοσιευτεί περίπου 60 επιστημονικές εργασίες αποκλειστικά για αυτό, και όλες σημειώνουν πως μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εναλλακτική λύση για τα βρέφη που παρουσιάζουν δυσανεξία στο αγελαδινό γάλα και σε επιλεγμένες περιπτώσεις αλλεργίας, αλλά και ως προληπτικό μέτρο για μια σειρά από παθήσεις ενήλικων ατόμων.
Από τα στοιχεία για τη χημική σύνθεση του γαϊδουρινού γάλακτος και τις αναλύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί προκύπτει ότι είναι σχετικά φτωχό σε ολικά στερεά (8 έως 10%) και πρωτεΐνες (1,5 έως 1,8%), ενώ έχει υψηλή περιεκτικότητα σε λακτόζη (6 έως 7%).
ΥΨΗΛΕΣ ΤΙΜΕΣ
Φάρμες με γαϊδούρια στην Ευρώπη
Σε ό,τι αφορά τα οικονομικά οφέλη για τους παραγωγούς, ο κ. Αρσένος τονίζει ότι την τελευταία δεκαετία δημιουργήθηκαν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες (Βέλγιο, Γαλλία, Ιταλία, Γιουγκοσλαβία) εκτροφές όνων, όπου το παραγόμενο γάλα χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή καλλυντικών, αλλά και για ανθρώπινη κατανάλωση. Οι ιδιαίτερα υψηλές τιμές πώλησης του παραγόμενου γάλακτος στις εκτροφές των παραπάνω χωρών είναι ενδεικτικό των δυνατοτήτων της συγκεκριμένης δραστηριότητας.
«Θα πρέπει να τονιστεί ότι όλες οι επιχειρήσεις με γαϊδούρια που έγιναν στο εξωτερικό βασίστηκαν αποκλειστικά στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στην ευρηματικότητα των δημιουργών τους», δήλωσε ο κ. Αρσένος και προσέθεσε πως η δημιουργία μιας μονάδας παραγωγής γαϊδουρινού γάλακτος μπορεί να είναι μια βιώσιμη επιχείρηση, κάτω όμως από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, έτσι κάθε επίδοξος ονοτρόφος, πρέπει να εξετάσει προσεκτικά τις δυνατότητες του εγχειρήματος.
ΕΘΝΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου