Γράφει ο "ΦΑΛΗΡΕΥΣ"
«Ο ηγέτης που περιορίζει τον ρόλο του μέσα στην εμπειρία του λαού του καταδικάζει τον εαυτό του στη στασιμότητα· ο ηγέτης που υπερβαίνει την εμπειρία του λαού του διατρέχει τον κίνδυνο να μην τον καταλάβουν».
(Χένρυ Κίσσιντζερ, «Διπλωματία», 1994.)
Δεν φαντάζομαι να διαφωνούν πολλοί με τη διαπίστωση ότι στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, αντιμέτωποι με το δίλημμα ανάμεσα στον ανήφορο και τον γκρεμό, θα ήταν ευχής έργον αν είχαμε πολιτική ηγεσία ικανή να πετύχει την κατάλληλη ισορροπία μεταξύ της εμπειρίας τριάντα χρόνων ασύδοτου λαϊκισμού και της υπέρβασής της.
Υπάρχει αυτή η δυνατότητα στον σημερινό πολιτικό κόσμο;
Αν εξαιρέσει κανείς τους κρετίνους (που δεν μπορούν να καταλάβουν) και τους αριστερούς (που δεν θέλουν και, συχνά, ούτε μπορούν να καταλάβουν), δεν υπάρχει πολιτικός, είτε της Κεντροδεξιάς είτε της Κεντροαριστεράς, ο οποίος να μην παραδέχεται -εφόσον η συζήτηση είναι ιδιωτική- πως ούτε ανώδυνη και μαγική διέξοδος υπάρχει από την πολύμορφη κρίση, αλλά ούτε και η τόλμη στα στελέχη του πολιτικού κόσμου, ώστε να διακινδυνεύσουν την όποια ασφάλεια της θέσης τους.
Παρ’ όλα αυτά, όταν, στην πορεία της κουβέντας, θέτεις στον συνομιλητή σου το ερώτημα πώς ο ίδιος, αφού αναγνωρίζει την πραγματικότητα, ανέχεται την ομηρία του σε μια στάση ατελέσφορη και κατ’ ουσίαν ταπεινωτική για οποιονδήποτε άνθρωπο με ελεύθερο φρόνημα, η απάντηση είναι κατά κανόνα μία παραλλαγή του εξής: «Ξέρω ότι έχεις δίκιο, αλλά οι ψηφοφόροι μου λένε τα ακριβώς αντίθετα». (Είναι ο κυνισμός του κακομοίρη με αυτεπίγνωση της κακομοιριάς του και ανησυχίες για την επιβίωσή του...) Αν ζορίσεις τον συνομιλητή σου λιγάκι παραπάνω, το περισσότερο που μπορείς να αποσπάσεις είναι η μοιρολατρική διαπίστωση ότι για την κατάσταση φταίει πρωτίστως ο λαός, όχι η ηγεσία του. (Λες και υπάρχει ποτέ περίπτωση ο κόσμος, έπειτα από δεκαετίες ολόκληρες πολιτικής διαπαιδαγώγησης στη διαφθορά των παροχών, ως εκ θαύματος να αποκτήσει ξαφνικά συνείδηση της πραγματικότητας, χωρίς προηγουμένως να του έχει εξηγήσει υπεύθυνα κανείς.) Πάνω κάτω, αυτό είναι το υπόδειγμα που ισχύει και το συναντάμε σε ποικιλία παραλλαγών.
Υπάρχουν -δεν λέω- και άνθρωποι σοβαροί, με πλήρη συναίσθηση των ευθυνών τους και του προσωπικού αδιεξόδου τους. Αλλά κι αυτοί είναι εγκλωβισμένοι στις πιέσεις των βιοτικών αναγκών: Πώς να ξαναπιάσεις την ιατρική ή τη δικηγορία, έπειτα από δεκαπέντε χρόνια απουσίας και με μια οικογένεια στο κεφάλι σου; Ποιος θα προσλάβει έναν άχρηστο, όταν η μόνη επαγγελματική δραστηριότητα που έχει ασκήσει ποτέ είναι του κομματικού στελέχους; Σε τι μπορεί να είναι χρήσιμος κάποιος ο οποίος, έπειτα από δεκαετίες στον ξύλινο λόγο, δεν μπορεί να εκφράσει στοιχειωδώς τις σκέψεις του;
Στην πραγματικότητα, ο σημερινός πολιτικός κόσμος του τόπου ηγείται μόνον κατ’ ευφημισμόν. Συναγωνιζόμενοι πάντα ποιος θα προλάβει να συμπλεύσει πρώτος με τη γνώμη των πολλών, ακόμη και όταν αυτή είναι εσφαλμένη, αποποιούνται την ουσία του ρόλου τους: Δεν οδηγούν, απλώς ακολουθούν (από την προνομιακή θέση της κορυφής όμως, όπου η θέα είναι καλύτερη...) και δεν καταλαβαίνουν ότι έτσι απλώς αφήνονται να τους ρουφάει το τέλμα του λαϊκισμού που οι ίδιοι έχουν δημιουργήσει.
Και φθάσαμε στην απίθανη κατάσταση να έχουμε μια κυβέρνηση, η οποία, ανήμπορη να προχωρήσει στην απαραίτητη γενναία περικοπή δαπανών, προκειμένου να ελέγξει το έλλειμμα, ανοίγει συζήτηση για πρόωρες εκλογές, αδιαφορώντας αν έτσι απλώς εξαντλεί την υπομονή των δανειστών μας και ίσως ακόμη επισπεύδει εξελίξεις εις βάρος μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, που μόνον ο Αλαβάνος και οι όμοιοί του τις ονειρεύονται. Ως μόνη εναλλακτική επιλογή, δε, να παρουσιάζεται ένα υποτιθέμενο αστικό κόμμα, που ενώ παραδέχεται, διά του προέδρου του, ότι «σηκώνει το βάρος του Κώστα Καραμανλή» (σ. τ. σ.: αναρωτιέμαι αν το χιούμορ στη συγκεκριμένη διατύπωση του Αντώνη Σαμαρά ήταν εκούσιο...), δεν κάνει τίποτε περισσότερο παρά να αντιγράφει την τακτική του, υποσχόμενο μαγικές λύσεις για την έξοδο από την κρίση.
Επειδή δεν διανοούμαι να υποθέσω ότι όλοι αυτοί οι κατά τεκμήριον έξυπνοι και ικανοί άνθρωποι μπορεί να φαντάζονται ότι το πρόβλημά μας θα λυθεί αφ’ εαυτού, χωρίς οι ίδιοι να διακινδυνεύσουν το παραμικρό, τείνω να πιστέψω ότι προτεραιότητά τους είναι να περισώσουν τους μηχανισμούς εξουσίας στους οποίους μετέχουν. Πρόκειται, βέβαια, για ψευδαίσθηση - αλλά, προσωπικώς, δεν με πειράζει.
Ισως μάλιστα να είναι καλύτερα έτσι. Αφενός γιατί το σοκ, όταν η καταστροφή θα τους παρασύρει πρώτους, θα είναι μεγαλύτερο για τους ίδιους· αφετέρου διότι, για όσους από τους υπόλοιπους έχουν αντίληψη του τραγικού ελλείμματος ηγεσίας και τους τιμήματος της πολιτικής στασιμότητας, η βεβαιότητα της κατάρρευσης τούς απαλλάσσει από το ανυπόφορο μαρτύριο της ελπίδας και τους προετοιμάζει ψυχολογικά για τα ερχόμενα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου