Φάτε τους Ιρλανδούς!

ΑΡΘΡΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Του PAUL KRUGMAN / THE NEW YORK TIMES

Οι περισσότεροι γνωρίζουν τον Σουίφτ ως τον συγγραφέα του βιβλίου «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ». Αλλά μόλις προσφάτως υπέπεσε στην αντίληψή μου πως ο ίδιος συγγραφέας ευθύνεται για ένα κείμενο του 1729 με τίτλο «Μια Μετριοπαθής Πρόταση», στο οποίο είχε παρατηρήσει την χείριστη οικονομική κατάσταση στην οποία είχε περιπέσει ο λαός της Ιρλανδίας και πρότεινε στους ιρλανδούς γονείς μια λύση: να πουλήσουν τα παιδιά τους ως τροφή!

«Το φαγητό αυτό», σύμφωνα με τον Σουίφτ, «θα είναι κατάλληλο για τους γαιοκτήμονες, οι οποίοι, έχοντας πρώτα καταβροχθίσει τους γονείς, είχαν κάθε δικαίωμα να κάνουν το ίδιο και με τα παιδιά τους».

Εντάξει, σήμερα δεν μπορούμε να μιλάμε για τους γαιοκτήμονες, αλλά για τους τραπεζίτες, οι οποίοι μπορεί να μην καταβροχθίζουν τον πληθυσμό, αλλά σίγουρα τον κάνουν απείρως φτωχότερο. Αλλά μόνο ένας άνθρωπος με οξεία και σατιρική πένα θα μπορούσε να αποτυπώσει την κατάσταση όπως είναι ακριβώς αυτή τη στιγμή στην Ιρλανδία.

Η ιστορία της Ιρλανδίας ξεκίνησε με ένα αυθεντικό οικονομικό θαύμα, το οποίο έδωσε σταδιακά τη θέση του σε μια φρενίτιδα σπέκουλας που δημιουργήθηκε από τράπεζες και κτηματομεσίτες που αποχωρούσαν απ’ τη χώρα, αφού πρώτα είχαν «συνεργαστεί» στενά με κορυφαίους ιρλανδούς πολιτικούς. Η φρενίτιδα αυτή «χρηματοδοτήθηκε» από δάνεια που πήραν οι ιρλανδικές τράπεζες από αντίστοιχα πιστωτικά ιδρύματα πολλών ευρωπαϊκών κρατών.

Κάπου εκεί έσκασε η φούσκα και οι τράπεζες αυτές αντιμετώπισαν μεγάλες οικονομικές ζημιές. Ίσως περιμένατε πως όλοι όσοι δάνεισαν χρήματα στις τράπεζες αυτές θα δεχόντουσαν να μοιραστούν τη χασούρα. Δέχτηκαν να τους δανείσουν, έτσι δεν είναι; Οπότε, σαν σωστοί και συναινούντες ενήλικοι, θα έπρεπε να μοιραστούν και το υπολογισμένο ρίσκο της κίνησης τους αυτής. Αλλά τότε είναι που βγήκε μπροστά η κυβέρνηση της Ιρλανδίας ώστε να εγγυηθεί η ίδια για τα χρέη των τραπεζών, μετατρέποντας τις προσωπικές ζημιές σε δημόσιες υποχρεώσεις.

Πριν την τραπεζική αυτή κρίση, η Ιρλανδία είχε ελάχιστα δημόσια χρέη. Αλλά όταν οι φορολογούμενοι αναγκάστηκαν να καλύψουν τα χρέη των τραπεζών, η χρηματοπιστωτική αξιοπιστία της Ιρλανδίας αμφισβητήθηκε. Οπότε η χώρα προσπάθησε να καθησυχάσει τις παγκόσμιες αγορές με ένα βαρύ πρόγραμμα περικοπών των δημοσίων δαπανών.

Σκεφτείτε το αυτό για λίγο: τα χρέη αυτά προέκυψαν όχι από την χρηματοδότηση δημόσιων έργων και προγραμμάτων, αλλά από ανθρώπους με μόνο τους μέλημα το προσωπικό τους κέρδος.

Ωστόσο, οι ιρλανδοί πολίτες σηκώνουν τώρα στις πλάτες τους όλα αυτά τα υπέρογκα χρέη. Ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, σηκώνουν στις πλάτες τους ένα βάρος πολύ μεγαλύτερο από οποιοδήποτε χρέος: βλέπετε, οι περικοπές στις δαπάνες δημιούργησαν μια άνευ προηγουμένου οικονομική ύφεση με μειώσεις μισθών και αυξανόμενα ποσοστά ανεργίας στη χώρα.

Οι «σοφοί» όμως ισχυρίζονται πως δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική: πρέπει να γίνει ό,τι είναι απαραίτητο ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη.

Κι όμως, όλως παραδόξως η εμπιστοσύνη αυτή δεν αποκαθιστάται, αντιθέτως οι επενδυτές θεωρούν πως αυτή η αυστηρή πολιτική λιτότητας καταπιέζει ακόμη περισσότερο την ιρλανδική οικονομία.

Και τώρα τι γίνεται; Το περασμένο σαββατοκύριακο η Ιρλανδία έκανε μια προσπάθεια προσφυγής στον μηχανισμό στήριξης. Αυτό που συνέβη όμως ήταν η κυβέρνηση της χώρας να δεσμευτεί πως θα επιβάλλει ακόμη σκληρότερα μέτρα, ως ανταμοιβή για τα κεφάλαια που θα εισρεύσουν ώστε να αποκαταστήσουν την περιλάλητη αυτή εμπιστοσύνη. Κι όμως, οι παγκόσμιες αγορές δεν εντυπωσιάστηκαν: τα επιτόκια των ιρλανδικών ομολόγων αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο.

Στις αρχές του 2009 κυκλοφορούσε ένα ανέκδοτο: «ποια η διαφορά μεταξύ Ισλανδίας και Ιρλανδίας;» Η, λίγο κυνική,απάντηση ήταν «ένα γράμμα της αλβαφήτας και έξι μήνες». Κανείς τότε δεν περίμενε πως η οικονομία της Ιρλανδίας θα μπορούσε ποτέ να φτάσει στο σχεδόν καταστροφικό επίπεδο της αντίστοιχης ισλανδικής.

Στο σημείο που έχουμε φτάσει όμως, φαίνεται πως η Ισλανδία είναι σε πολύ καλύτερο οικονομικό επίπεδο απ’ ότι περιμέναμε, καθώς η κρίση δεν είναι βαθύτερη από αυτήν της Ιρλανδίας, δεν σημειώθηκε δραματική μείωση στις θέσεις εργασίας, ενώ έχει καλύτερες προοπτικές οικονομικής ανάκαμψης. Στην ουσία, οι επενδυτές εμφανίζονται πιο σίγουροι όσον αφορά στο χρέος της, σε σχέση με την περίπτωση της Ιρλανδίας. Πως γίνεται αυτό;

Η απάντηση έγκειται στο ότι η Ισλανδία άφησε τους ξένους δανειστές των τραπεζών της που αποχώρησαν να πληρώσουν αυτοί το κόστος των ενεργειών τους, αντί να αναγκάσει τους ίδιους της τους φορολογούμενους να σηκώσουν όλο το οικονομικό βάρος. Όπως τονίζει και το ίδιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, «οι χρεοκοπίες σε πολλούς ιδιωτικούς τομείς ήταν αυτές που οδήγησαν στη μείωση του εξωτερικού χρέους». Εντωμεταξύ, η Ισλανδία απέφυγε να δημιουργήσει κλίμα οικονομικού πανικού επιβάλλοντας προσωρινά έναν έλεγχο των κεφαλαίων, δηλαδή μειώνοντας την ικανότητα των Ισλανδών πολιτών να εκταμιεύσουν μεγάλα χρηματικά ποσά εκτός της χώρας τους.

Η Ισλανδία επωφελήθηκε επίσης από το γεγονός ότι, σε αντίθεση με την Ιρλανδία, διαθέτει ακόμη το δικό της νόμισμα. Η υποτίμηση της ισλανδικής κορόνας, η οποία έκανε τις εξαγωγές της χώρας πιο ανταγωνιστικές, αποτέλεσε έναν σημαντικό παράγοντα μείωσης του βάθους της οικονομικής κρίσης στην Ισλανδία.

Καμία από αυτές τις ετερόδοξες επιλογές είναι αυτή τη στιγμή διαθέσιμες για την Ιρλανδία, λένε οι σοφοί, οι οποίοι θεωρούν πως η κυβέρνηση της πρέπει να συνεχίσει να ταλαιπωρεί τους πολίτες της με τη λογική πως «οποιαδήποτε άλλη κίνηση, θα διατάρασσε την εμπιστοσύνη».

Αλλά η Ιρλανδία βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο τρίτο έτος της αυστηρής οικονομικής λιτότητας και η εμπιστοσύνη αυτή σιγά σιγά δείχνει να (από)στραγγίζεται. Πρέπει να αναρωτηθείτε τι χρειάζεται επιτέλους να γίνει ώστε οι σοφοί αυτοί άνθρωποι να συνειδητοποιήσουν πως τιμωρώντας τον λαό για τις αμαρτίες των τραπεζιτών είναι χειρότερο κι από έγκλημα: είναι λάθος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου