Tης STEPHANIE ROSENBLOOM / The New York Times
Το μεγάλο πολυτελές διαμέρισμα, τα δύο αυτοκίνητα και τα σερβίτσια πορσελάνης –αρκετά για είκοσι καλεσμένους– δεν έδιναν στην Τάμι Στρόμπελ το συναίσθημα της ευτυχίας. Η ίδια εργαζόταν σκληρά, κέρδιζε πολλά χρήματα αλλά, όπως ομολογεί, είχε εγκλωβιστεί σε έναν ασφυκτικό κύκλο δαπανών και εργασίας.
Ωσπου μια ημέρα αποφάσισε να ανατρέψει την καθημερινότητά της και με τον σύζυγό της, Λόγκαν Σμιθ, δώρισαν πολλά από τα υπάρχοντά τους σε φιλανθρωπικές οργανώσεις, χάρισαν την τηλεόραση και τα αυτοκίνητά τους, κρατώντας γι’ αυτούς λιγότερα από εκατό προσωπικά αντικείμενα.
Σήμερα, τρία χρόνια μετά τη μεγάλη στροφή, η κ. Στρόμπελ και ο κ. Σμιθ ζουν στο Πόρτλαντ σε ένα μικρό, σχεδόν άδειο διαμέρισμα. Ο κ. Σμιθ σπουδάζει Ψυχολογία και η κ. Στρόμπελ σχεδιάζει ιστοσελίδες και γράφει για ό,τι την ενδιαφέρει. Σήμερα διαθέτει ελάχιστα υλικά αγαθά και το ετήσιο εισόδημά της απλώς καλύπτει τα οικογενειακά έξοδα. Το ζευγάρι δεν έχει πια αυτοκίνητα, αλλά χρησιμοποιεί ποδήλατα. Η κ. Στρόμπελ εργάζεται λιγότερες ώρες και τον ελεύθερο χρόνο της τον αφιερώνει εθελοντικά στη μη κερδοσκοπική οργάνωση Living Yoga ή απολαμβάνει την ύπαιθρο.
Στις ημέρες μας, λόγω της οικονομικής ύφεσης, πολλοί καταναλωτές επαναξιολογούν τον τρόπο ζωής τους. «Σήμερα περνάμε από την αχαλίνωτη κατανάλωση σε μια πολύ προσεκτική μορφή της», εξηγεί ο Μάρσαλ Κοέν, αναλυτής της NPD Group. Η αγορά εργασίας και κατοικίας εμφανίζει κάμψη και οι καταναλωτές αποταμιεύουν περισσότερο –και δαπανούν λιγότερο– συγκριτικά με τις περασμένες δεκαετίες. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η τάση αυτή δεν είναι προσωρινή, αλλά θα έχει διάρκεια.
Σύμφωνα με έκθεση της αμερικανικής κυβέρνησης, τον Ιούνιο οι καταναλωτές στις ΗΠΑ αποταμίευσαν το 6,4% του εισοδήματός τους (μετά την απόδοση των φόρων). Πριν από την αρχή της οικονομικής κρίσης, το ποσοστό αυτό δεν ξεπερνούσε το 1% - 2%. Αλλωστε όλα υποδεικνύουν ότι η ανάκαμψη για την αμερικανική οικονομία θα αργήσει.
Ενα καλό από την οικονομική δυσπραγία είναι ότι οι πρακτικές που υιοθέτησαν οι καταναλωτές ενδεχομένως να τους οδηγήσουν στην «κατάκτηση της ευτυχίας». Νέες έρευνες, για παράδειγμα, καταδεικνύουν ότι είμαστε πιο ευτυχείς, δαπανώντας χρήματα για την απόκτηση εμπειριών αντί υλικών αγαθών, ενώ νιώθουμε μεγαλύτερη χαρά περιμένοντας επί μεγάλο χρονικό διάστημα να αποκτήσουμε κάτι που επιθυμούμε. Ολοι, τέλος, αναγνωρίζουν ότι κερδίζουμε ψυχικά όταν παύουμε να ανταγωνιζόμαστε τους διπλανούς μας με γνώμονα τα υλικά αγαθά που κατέχει ο καθένας.
Η σημερινή «τσιγκουνιά» πιθανότατα είναι ανακλαστική αντίδραση σε μια εποχή που διαπνέεται από αβεβαιότητα. Πολλοί αναλυτές, πάντως, ισχυρίζονται ότι ίσως να είναι μια μονιμότερη επιλογή ζωής που βασίζεται στην καλή γνώση όλων όσα χρειαζόμαστε για να μπορούμε να πούμε «ναι, νιώθω ευτυχισμένος».
Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι τα «παραπανίσια» χρήματα διευκολύνουν τη ζωή μας. Πολλές μελέτες καταδεικνύουν ότι τα χρήματα τροφοδοτούν με ευτυχία επειδή καλύπτουν τις βασικές μας ανάγκες. Ομως τα τελευταία χρόνια οι ειδικοί στρέφονται περισσότερο στη «συναισθηματική απόδοση των χρημάτων». Με ποιο τρόπο, δηλαδή, αντλεί κανείς περισσότερη ευτυχία από κάθε δολάριο που δαπανά.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι ο «τύπος» των αγορών που κάνουμε, το μέγεθος και η συχνότητά τους, αλλά ακόμα και η χρονική στιγμή που επιλέγουμε να ψωνίσουμε, επηρεάζει μακροπρόθεσμα την ψυχική μας ευδαιμονία. Η δαπάνη για την απόκτηση εμπειριών (π.χ. για ένα ταξίδι, για μαθήματα γαλλικών, για τα εισιτήρια μιας συναυλίας) δημιουργεί μεγαλύτερη ικανοποίηση από αυτή που φέρνει η αγορά ενός ζεύγους παπουτσιών.
Μάλιστα, ο Τόμας ντε Λιρ, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Ουινσκόνσιν διαπίστωσε ότι μόνο τα έξοδα που κάνουμε για αναψυχή (όπως οι διακοπές, ψυχαγωγία, ακόμα και για διάφορα αθλήματα) συνδέονται με την ευδαιμονία μας. «Μια αύξηση των δαπανών για ψυχαγωγία κατά 20.000 δολάρια γεννά την ίδια “ποσότητα” ευτυχίας που λαμβάνει κανείς όταν παντρεύεται», υποστηρίζει o ίδιος. «Ταυτόχρονα τέτοιες δαπάνες αμβλύνουν τη μοναξιά και ενισχύουν τις κοινωνικές σχέσεις».
Ενας λόγος που πολλοί επιλέγουν να πληρώσουν περισσότερο για την απόκτηση εμπειριών παρά υλικών αγαθών, είναι ότι μπορούμε μετά να τις επαναφέρουμε στη μνήμη. Οπως λέει η Σόνια Λιουμπομίρσκι, καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, «τα ταξίδια δεν είναι πάντα τέλεια. Αλλα γίνονται τέλεια όταν τα επαναφέρουμε στη μνήμη».
Ενας άλλος τρόπος να αυξήσουμε την ευτυχία που παίρνουμε από ένα προϊόν είναι να εργαστούμε σκληρά για να το αποκτήσουμε και να περιμένουμε πολύ μέχρι να το κάνουμε δικό μας. Σε αυτόν το νέο τρόπο και την αλλαγή της νοοτροπίας πρέπει να προσαρμοστούν και οι έμποροι και να κάνουν τη διαδικασία αγοράς των προϊόντων τους «αξιομνημόνευτη» και ελκυστική στους σημερινούς καταναλωτές, που προσέχουν πολύ «πότε και για ποιο λόγο» θα ανοίξουν το πορτοφόλι τους.
Ο Ρόκο Μπέλιτς, σκηνοθέτης από το Λος Αντζελες και δημιουργός της ταινίας «Ευτυχισμένος», υποστηρίζει: «Μαθαίνουμε ότι η απόκτηση κάποιων πραγμάτων μάς χαρίζει την ευτυχία, όπως παραδείγματος χάρη, η απόκτηση καινούργιου αυτοκινήτου κάθε δύο χρόνια, η αγορά ρούχων της τελευταίας λέξης της μόδας. Κι όμως. Τελικά το μοναδικό κοινό χαρακτηριστικό όλων όσοι είναι ευτυχισμένοι είναι οι δυνατοί δεσμοί που έχουν με τους γύρω τους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου