Tου Σταθη N. Kαλυβα
(καθηγητή του Πανεπιστημίου Yale)
Οταν ο οδηγός του πούλμαν που μετέφερε τους φοιτητές που συμμετείχαν στα θερινά σεμινάρια πολιτικής επιστήμης της Αρχαίας Ολυμπίας μού ανέφερε πως έχει τελειώσει τη σχολή μηχανολόγων ηλεκτρολόγων του Πολυτεχνείου της Πάτρας, ετοιμάστηκα ενστικτωδώς για μια επίθεση γκρίνιας: για την έλλειψη επαγγελματικών προοπτικών, για την ανεργία που μαστίζει τους νέους, για την κρίση, για την κοινωνική αδικία, ενδεχομένως και για τις (ιδιαίτερα προσφιλείς στους επαγγελματίες του τιμονιού) συνωμοσίες που εξυφαίνουν αδιάκοπα οι ξένοι εναντίον της χώρας μας.
Με περίμενε μια έκπληξη. Ο οδηγός μού εξήγησε πως επέλεξε να μην ακολουθήσει τον επαγγελματικό δρόμο για τον οποίο τον προετοίμασαν οι σπουδές του. Δεν τον ενθουσίαζε, μου είπε, το αντικείμενο αυτό αλλά ούτε και επιθυμούσε να ζήσει στην Αθήνα ή την Πάτρα. Ο παππούς του ήταν ιδιοκτήτης λεωφορείου που εκτελούσε δρομολόγια ΚΤΕΛ και ο ίδιος έμαθε να το οδηγεί και να το αγαπάει από μικρός. Αποφάσισε, λοιπόν, να ασχοληθεί επαγγελματικά με τα τουριστικά λεωφορεία και σήμερα η επιχείρησή του ανθεί. Θα μπορούσε κάλλιστα να απασχολείται στο γραφείο του, αλλά τον συναντούσα κάθε μέρα στο τιμόνι, πρωί, απόγευμα ή βράδυ. Του άρεσε η δουλειά αυτή, μου τόνισε.
Συζητήσαμε πολύ και έτσι έμαθα κάποια πράγματα για τη ζωή του. Για το ότι αγαπάει και ασχολείται με την πόλη του. Για την οινολόγο αδελφή του, που εργάζεται σε έναν από τους πιο όμορφους αμπελώνες της Ελλάδας (και μια σημαντική, τοπικά, εξαγωγική επιχείρηση). Για τον εξάδελφό του, που αφού τελείωσε τη Νομική αποφάσισε να ασχοληθεί με τη βιολογική παραγωγή τυριού και το έκανε με τόση επιτυχία που εξαντλεί ολόκληρη την παραγωγή του τοπικά. Για την Ηλεία και τις τεράστιες δυνατότητές της. Και, βέβαια, για την κρίση: θεωρεί, μου είπε, πως θα απαλλάξει τον χώρο του από τα λαμόγια, ευνοώντας με τον τρόπο αυτόν τους σοβαρούς επαγγελματίες. Ο ίδιος έχει ήδη αρχίσει να προγραμματίζει επενδύσεις.
Γνώρισα, με άλλα λόγια, έναν άνθρωπο εργατικό, ικανό και δημιουργικό. Εναν άνθρωπο με ιδέες, με όραμα προκοπής και με λόγο καθαρό, ορθολογικό και ουσιαστικό. Και αντίκρισα ψήγματα μιας καθόλου «επαρχιώτικης» επαρχίας: με εξωστρεφείς ανθρώπους που κοιτάζουν εκτός Ελλάδας, παρακάμπτοντας την Αθήνα και τις παθολογίες της. Οπωσδήποτε, οι άνθρωποι που σκέφτονται και λειτουργούν με τον τρόπο αυτόν δεν αποτελούν την πλειοψηφία. Ούτε όμως αποτελούν μιαν αμελητέα ποσότητα. Τους συναντά κανείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ανήκουν σε όλα τα εισοδηματικά στρώματα, όπως π. χ. στους αυτοδημιούργητους οικονομικούς μετανάστες που τα κατάφεραν μόνο και μόνο χάρη στον κόπο και την επιμονή τους. Συχνά περνούν απαρατήρητοι για έναν πολύ απλό λόγο: είναι αθόρυβοι. Πολλοί κάνουν το βολικό λάθος να ταυτίζουν τη σιγή αυτή με την ανυπαρξία.
Σε αντιδιαστολή με την πλειοψηφία, οι άνθρωποι αυτοί είναι και λειτουργούν ως ενήλικες. Αναγκάζονται, όμως, να ζήσουν μέσα σε μια κοινωνία που λειτουργεί κατ’ εξοχήν εφηβικά και να υποστούν ανθρώπους που συνδυάζουν μια ναρκισσευόμενη αρνητικότητα με μια κούφια παντογνωσία. Οπως ένας έφηβος που εξαρτάται οικονομικά από τους γονείς του, έτσι και πολλοί άνθρωποι που ζουν αποκλειστικά από το κράτος θεωρούν αυτονόητο κληρονομικό τους δικαίωμα τη μόνιμη οικονομική ενίσχυσή τους από αυτό, αρνούμενοι συγχρόνως να συμβάλουν στα κοινά «οικογενειακά» βάρη. Και όπως συμβαίνει με την εξάρτηση των εφήβων από την οικογένειά τους, έτσι και η αντίστοιχη εξάρτηση από το κράτος παράγει ένα έντονο σύμπλεγμα κατωτερότητας. Η ροπή προς μια εύκολη και ανέμελη ζωή, όπου το αύριο δεν υπάρχει, όπου οι πράξεις αποσυνδέονται από τις συνέπειές τους και όπου τα δικαιώματα παίρνουν τη θέση των υποχρεώσεων («ρεαλισμός είναι οι ανάγκες μας» κατά το σχετικό, εφηβικότατο, σύνθημα), παράλληλα με τη μύχια υποψία πως όλα τα πάρτι κάποτε τελειώνουν, στρέφει μικρούς και μεγάλους εφήβους προς μια ρομαντική ψευδοεπαναστατικότητα δίχως ουσία ή βάθος. Η αναπόφευκτη διάψευση των εφηβικών αυτών φαντασιώσεων οδηγεί αναγκαστικά στη μιζέρια, τον κυνισμό και τη στειρότητα. Στο πρόσφορο αυτό έδαφος ανθεί και η τάση επίρριψης όλων των ευθυνών αποκλειστικά στους άλλους.
Θεωρώ ότι δεν είναι υπερβολική η άποψη πως τις τελευταίες δεκαετίες κυβέρνησαν κατά πρώτο λόγο τη χώρα έφηβοι πολιτικοί και πως τις αξίες της κοινωνίας διαμόρφωσαν οι κατ’ εξοχήν έφηβοί της, δηλαδή οι διανοούμενοι και οι δημοσιογράφοι. Γιατί να μας ξαφνιάζει, λοιπόν, που οι άνθρωποι αυτοί οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία; Και γιατί να μας εκπλήσσει ο ομαδικός ορυμαγδός που συνοδεύει την αποτυχία αυτή;
Στο μυαλό ενός εφήβου, η ενηλικίωση και η παράλληλη ανάληψη των ευθυνών που της αναλογούν φαντάζουν στιγμιαία ως ο απόλυτος εφιάλτης. Ο απογαλακτισμός της χώρας από τις πρακτικές που την οδήγησαν στο χείλος του γκρεμού είναι τόσο αναπόφευκτος όσο και ο (συχνά καθυστερημένος) απογαλακτισμός των εφήβων από την οικογένειά τους. Από την άποψη αυτή, η κρίση σηματοδοτεί μιαν αναπόφευκτη διαδικασία ενηλικίωσης. Η διαδικασία είναι επώδυνη. Είναι, όμως, απαραίτητη και απολύτως θετική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου