Του Ιωάννη Ληξουριώτη
Καθηγητή εργατικού δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Τον τελευταίο καιρό, συχνά-πυκνά, οι φορείς κάποιων κατηγοριών επαγγελματιών που, όπως οι ίδιοι διατείνονται, επιτελούν «δημόσιο λειτούργημα» (δικηγόροι, γιατροί, συμβολαιογράφοι, φαρμακοποιοί κ.ο.κ.), προκειμένου να διατηρήσουν κάποια συντεχνιακά τους «κεκτημένα» ή να διεκδικήσουν νέα, προβαίνουν σε μορφές διαμαρτυρίας που δύσκολα μπορούν να συμβιβαστούν με τη διεκδικούμενη από τους ίδιους ιδιότητα του δημόσιου λειτουργού.
Οι φορείς αυτοί, οι οποίοι, ας σημειωθεί, έχουν χαρακτήρα Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, αποδύονται σε έναν μεταξύ τους «ευγενή» ανταγωνισμό κινητοποιήσεων, οι οποίες έχουν ενταθεί με ευκαιρία την κυβερνητική πρόθεση να ανοίξουν τα κλειστά επαγγέλματα.
Πρόσφατο παράδειγμα, η ανακοίνωση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών για συμμετοχή στην απεργία της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ ως αντίδραση για την προτεινόμενη από το υπουργείο Οικονομικών κατάργηση των κατώτατων ορίων αμοιβών των δικηγόρων. Εξάλλου, προ μηνών, με επιδεικτική αναλγησία, «απεργούσαν» για ημέρες οι φαρμακοποιοί, διαμαρτυρόμενοι ομοίως για το συζητούμενο άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
Είναι προφανές όμως ότι διαστρεβλώνονται έννοιες και θεσμοί. Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, που έχουν τον ρόλο επαγγελματικών φορέων δημοσίων λειτουργών, παραγνωρίζοντας ότι τα μέλη τους επιτελούν ένα λειτούργημα αυξημένης έναντι του κοινωνικού συνόλου ευθύνης, κηρύσσουν «αποχές» ή «απεργίες», όπως παραπλανητικά ονομάζουν την αθέτηση του όρκου τους και την άρνηση παροχής υπηρεσιών ύψιστης βιοτικής ανάγκης προς τους πολίτες και την κοινωνία.
Οποία λογική και νομική παραδοξότητα, ένα ΝΠΔΔ, δηλαδή ένα μόρφωμα που έχει συσταθεί για την επιδίωξη κάποιου δημόσιου σκοπού, να διατείνεται ότι κηρύσσει «αποχές» ή «απεργίες» και να συμμετέχει σε απεργιακές κινητοποιήσεις μισθωτών, επιβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στα μέλη του να αρνούνται την παροχή προς τους πολίτες υπηρεσιών άκρως αναγκαίων για τη λειτουργία των πολιτειακών θεσμών, της οικονομικής ζωής, της υγείας κ.ο.κ.
Οποία, τέλος, παραπλάνηση του κοινωνικού συνόλου, όταν, προκειμένου να εξυπηρετηθούν συντεχνιακά συμφέροντα, ενδύεται η παρακίνηση άρνησης παροχής βιοτικών υπηρεσιών προς τους πολίτες (δικαιοσύνη, υγεία κ.λπ.) με την «αγωνιστική» τήβεννο της απεργιακής κινητοποίησης. Ωστόσο, η απεργία, κατά το ελληνικό Σύνταγμα (και παντού στον κόσμο), αποτελεί δικαίωμα αποκλειστικά προορισμένο για τους εργαζομένους με μισθωτή εργασία, το οποίο μάλιστα πρέπει να ασκείται με συγκεκριμένες διαδικασίες που ορίζει η κοινή νομοθεσία. Εάν δεν υπήρχε συνταγματική και νομοθετική κατοχύρωση της απεργίας, η ομαδική αποχή των μισθωτών ή των δημοσίων υπαλλήλων από την εργασία θα εθεωρείτο στη μεν περίπτωση των μισθωτών αντισυμβατική συμπεριφορά που θα δικαιολογούσε απόλυση, στη δε περίπτωση των δημοσίων υπαλλήλων θα συνιστούσε παράνομη πράξη (αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση καθηκόντων), που ενδεχομένως θα θεμελίωνε αγωγή για αποκατάσταση της ζημίας του κράτους.
Από πουθενά, λοιπόν, δεν προκύπτει ότι το «απεργιακό δικαίωμα» παρέχεται, έστω και κατ’ αναλογία, στους κάθε είδους επαγγελματίες και επιτηδευματίες. Πολύ περισσότερο, δεν διαθέτουν το δικαίωμα απεργίας όσοι από αυτούς επιτελούν «δημόσιο λειτούργημα», δηλαδή συνδράμουν το κράτος στην τέλεση της αποστολής του. Για τον λόγο αυτό, με πολύ ενδιαφέρον θα περιμέναμε από τα ΝΠΔΔ, που αποτελούν τους επαγγελματικούς φορείς των κάθε είδους «δημόσιων λειτουργών», να εξηγήσουν στο κοινό που πλήττεται από τις πρακτικές τους σε ποιες διατάξεις νόμου βασίζουν τις αποφάσεις τους για κήρυξη «απεργιών» ή «αποχών».
Ας εξηγήσουν οι δικηγορικοί σύλλογοι σε έναν απολυμένο άνεργο, του οποίου η εκδίκαση της αγωγής για λήψη δεδουλευμένων αποδοχών συνέπιπτε με μία από τις ημέρες κήρυξης «αποχών», γιατί θα πρέπει να αναμείνει ένα επιπλέον έτος για να δικαστεί η αναβληθείσα υπόθεσή του. Το ίδιο θα πρέπει να εξηγήσουν και οι φαρμακευτικοί σύλλογοι στους συνταξιούχους που αγωνιωδώς αναζητούσαν τα αναγκαία τους φάρμακα κατά το παρατεταμένο πρόσφατο «κλείσιμο» των φαρμακείων.
Μέχρι πότε, λοιπόν, οι πολίτες-πελάτες των «απεργούντων» ή «απεχόντων» δικηγόρων, φαρμακοποιών κ.ά. είναι υποχρεωμένοι να υφίστανται τις συνέπειες των παράνομων και σε κάθε περίπτωση αντιδεοντολογικών επιλογών των ΝΠΔΔ που εκπροσωπούν, ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός, τους «λειτουργηματίες» αυτούς; Μήπως θα πρέπει να εξετασθούν κάποια στιγμή σοβαρά οι ευθύνες αυτών των ΝΠΔΔ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου