Tης Αγγελικης Στουπακη
Ηταν ένα αστυνομικό μυθιστόρημα «τσέπης», από αυτά που τα αποκαλούν στην Αμερική pulp fiction. Τα διαβάζεις και μετά τα πετάς. Δεν θυμάμαι τον τίτλο ή το όνομα του συγγραφέα, πάντως δεν ήταν κανένας από τους διάσημους της αστυνομικής λογοτεχνίας. Εκείνο που θυμάμαι είναι το κεντρικό εύρημα της πλοκής: μια «εταιρεία δολοφόνων» οργανωμένη νομότυπα, σαν γραφείο στοιχημάτων. Αν ήθελες να βγάλεις κάποιον από τη μέση, πήγαινες και στοιχημάτιζες ότι το άτομο αυτό θα βρίσκεται στη ζωή έπειτα από ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Αν ο άνθρωπος αυτός πέθαινε, έχανες τα χρήματα του στοιχήματος. Τα κέρδιζε το «γραφείο», το οποίο βέβαια φρόντιζε για τον θάνατο του «στόχου» με τρόπο που να μην κινεί υποψίες - ένα τροχαίο ατύχημα, π. χ. Οι πληρωμένοι δολοφόνοι εξασφάλιζαν έτσι την αμοιβή τους και ο εντολέας πραγματοποιούσε την επιθυμία του, μέσω μιας συμφωνίας που έμοιαζε με «ανάποδο» ασφαλιστήριο συμβόλαιο
Στις ασφάλειες ζωής, οι εταιρείες στοιχηματίζουν ότι ο πελάτης τους θα ζήσει αρκετά ώστε να κερδίσουν από τα ασφάλιστρα που θα καταβάλει έως ότου επέλθει το μοιραίο. Και ο πελάτης δεν μπορεί να «αντι-στοιχηματίσει» για κάποιον άλλον εκτός από τον εαυτό του. Δεν μπορείς, π. χ., να κάνεις ασφάλεια ζωής για τον γείτονά σου και να είσαι εσύ ο δικαιούχος της αποζημίωσης. Ούτε για συγγενικό σου πρόσωπο χωρίς τη δική του υπογραφή. Δεν επιτρέπεται δηλαδή να αποκτά κάποιος, μέσω ασφαλιστηρίου συμβολαίου, οικονομικό συμφέρον στον θάνατο κάποιου άλλου, εν αγνοία του δεύτερου.
Στο σύγχρονο οικονομικό πεδίο, όμως, η φαντασία του αστυνομικού συγγραφέα έχει γίνει από καιρό πραγματικότητα. Επιτρέπεται να ποντάρεις στην οικονομική καταστροφή του άλλου και ταυτόχρονα να συμβάλλεις σ’ αυτήν. Να πουλάς σκάρτα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και να αγοράζεις ασφάλιστρα γι’ αυτά, στοιχηματίζοντας στην υποτίμησή τους.
Ο πρόεδρος του τραπεζικού κολοσσού Goldman Sacks, που κατηγορείται τώρα για τέτοιες πρακτικές (με θύμα, μεταξύ πολλών άλλων, και την ελληνική οικονομία) απάντησε στις επικρίσεις με ένα αλαζονικό «αυτή είναι η ελεύθερη αγορά». Ενα πεδίο όπου ο φόνος -οικονομικός αλλά τελικά και φυσικός- επιτρέπεται στον βωμό του κέρδους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου