ΣΠΥΡΟΣ ΛΟΥΗΣ 12/1/1973 - 26/3/1940

Γράφει ο EYΑΓΓEΛOΣ X. ΦIΛIΠΠOY
Ιστορικός - Συγγραφέας

Αναμφίβολα ο πλέον δοξασμένος Oλυμπιονίκης των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 υπήρξε ο θριαμβευτής του Μαραθώνιου δρόμου Σπυρίδων Λούης. Γεννημένος στις αρχές του 1872 στο γραφικό, τότε, Αμαρούσιο, ο Λούης ασχολήθηκε με αγροτικές ασχολίες βοηθώντας, όπως και ο μεγαλύτερος αδελφός του Δημήτρης, τους γονείς τους Αθανάσιο και Καλομοίρα στα λιγοστά κτήματα που διέθεταν. Τελειώνοντας με δυσκολία το Δημοτικό, δραστηριοποιήθηκε με την προσφιλή ενασχόληση των συγχωριανών του, μεταφέροντας με άμαξες το πεντακάθαρο νερό του Αμαρουσίου και πουλώντας το στην Αθήνα, που εκείνα τα χρόνια αντιμετώπιζε έντονο πρόβλημα λειψυδρίας, ενώ ακολουθώντας το παράδειγμα των νέων της περιοχής του, έτρεχε ακατάπαυστα στα χωράφια και τις εξοχές του χωριού του.
(photo: O Σπύρος Λούης, νερουλάς, αρκετά χρόνια μετά τη «χρυσή» επιτυχία του. Στο πλάι του κάρου του διακρίνονται τα εξής: «Yδωρ aμαρουσίου. Σπ. Λούης Oλυμπιονίκης». Hταν δύσκολες οι δύο τελευταίες δεκαετίες της ζωής του Σπ. Λούη.  (φωτ.: Γ. Tόλης/ Hνωμένοι Φωτορεπόρτερ).

Στα 18 του κατατάχτηκε στον Στρατό και υπηρέτησε στο Σύνταγμα της Αθήνας υπό τις διαταγές του πολυπράγμονος ταγματάρχη του Μηχανικού Γ. Παπαδιαμαντοπούλου. Ο τελευταίος, εκτιμώντας τη φιλοτιμία του νεαρού αγρότη-νερουλά, τον ανέλαβε υπό την προστασία του και κυρίως διέγνωσε τα αγωνιστικά του προσόντα. Μάλιστα για το τελευταίο έχουν γραφτεί πλείστα όσα γεγονότα, μερικά από τα οποία χαρακτηρίζονται φυσικά ως αποκυήματα της φαντασίας, όπως π. χ. ένα πρωινό που ο Παπαδιαμαντόπουλος ξέχασε το σπαθί (ή τα γυαλιά) του και έστειλε τον Λούη στην οικία του με διαταγή να επιστρέψει πριν από την αναφορά του Συντάγματος. Ο απλοϊκός Αμαρουσιώτης εκτέλεσε τη διαταγή διασχίζοντας δρομαίως απόσταση πολλών χιλιομέτρων σε μικρό χρονικό διάστημα.

Η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 1896 ξεσήκωσε τους φημισμένους Αμαρουσιώτες δρομείς, όχι όμως και τον Λούη, που μετά τον στρατό επέστρεψε στη σκληρή πραγματικότητα της αγροτικής ζωής. aλλωστε δεν είχε ποτέ ασχοληθεί συστηματικά με τον αθλητισμό. Γι' αυτό δεν έλαβε μέρος στους Πανελλήνιους Αγώνες -πρόκριμα για τους Ολυμπιακούς- στις πρώτες ημέρες του Μαρτίου, όπου νικητής ανεδείχθη ο κορυφαίος μαραθωνοδρόμος της εποχής Χαρίλαος Βασιλάκος και πρωταγωνίστησαν ο Σπυρίδων Μπελόκας, ο Ευάγγελος Γερακάκης, ο Δεληγιάννης, ο Λαυρέντης και ο Χριστόπουλος.

Παρ' όλα αυτά, η Ελλανόδικος Επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων προκήρυξε νέο προκριματικό αγώνα για τη Δευτέρα 25/3 προκειμένου να λάβουν μέρος και αρκετοί αλλοδαποί δρομείς που φημίζονταν μεν για τις επιδόσεις τους, αλλά αγνοούσαν παντελώς τη δύσκολη, κλασική μαραθώνια διαδρομή.

Ο Λούης, με προτροπή του Παπαδιαμαντόπουλου αλλά και για να συγκινήσει την άκαμπτη θετή μητέρα του εφηβικού του έρωτα Ελένη Κόντου, αποφάσισε να διαγωνισθεί. Oμως κατετάγη 17ος και σύμφωνα με την αρχική διακήρυξη απεκλείσθη, αφού προκρίνονταν οι πρώτοι 16! Ωστόσο, χάρη στην επιμονή του Παπαδιαμαντόπουλου, που εκτιμούσε τις ικανότητές του και είχε διορισθεί επικεφαλής ελλανοδίκης του Mαραθωνίου, προκρίθηκε έστω και την τελευταία στιγμή.

Ο ιστορικός Mαραθώνιος διεξήχθη την Παρασκευή 29/3. Την προηγούμενη οι δρομείς μεταφέρθηκαν με άμαξες στον Μαραθώνα, όπου δείπνησαν στις λιγοστές ταβέρνες και φιλοξενήθηκαν στις αγροικίες των κατοίκων της περιοχής. Τη μεσημβρία της επομένης δόθηκε η εκκίνηση από τον Παπαδιαμαντόπουλο. Αμέσως προπορεύθηκαν οι αλλοδαποί δρομείς, ο ήδη Oλυμπιονίκης των 800 και 1.500 μ. «ωκυποδέστατος» Αυστραλός Edwin Flack, ο Γάλλος albin Lermosiaox, ο Αμερικανός νικητής των 400 μ. Thomas Blake, ο Ούγγρος Kelner, ακολουθούμενοι από τους Eλληνες. Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο Λούης, όπως και αρκετοί άλλοι Αμαρουσιώτες δρομείς, είχε μείνει αρκετά πίσω, ακολουθούμενος από δεκάδες συμπατριώτες του.

Kάτω απ' το άλογο!
Oπως αποπδείχθηκε, οι αλλοδαποί δρομείς, μην γνωρίζοντας τις δυσκολίες της διαδρομής, με τις απότομες υψομετρικές ανωμαλίες και το σκληρό οδόστρωμα μετά το χωριό Μπέη (νυν Νέα Μάκρη), άρχισαν να ανακόπτουν τον ρυθμό και μερικοί να εγκαταλείπουν. Στο Πικέρμι ο Γάλλος Lermoisiaox είχε αποσπασθεί αρκετά. Εκεί, όπως λέγεται, ο Λούης αντί για νερό ήπιε ένα ποτήρι μεσογείτικο οίνο!

Στο Χαρβάτι (νυν Παλλήνη) οι Eλληνες είχαν πλέον πλησιάσει τους προπορευόμενους αλλοδαπούς. Εκεί, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Χαρίλαου Βασιλάκου, πλήθος αγροτών, σε πλήρη ευθυμία και εορταστική ατμόσφαιρα, ανέμεναν τους δρομείς. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώθηκε μεγάλη καθυστέρηση, αφού ο προελαύνων έφιππος Παπαδιαμαντόπουλος και οι ελάχιστοι χωροφύλακες που τον συνόδευαν δεν κατόρθωσαν να επιβάλουν την τάξη. Ο Βασιλάκος εκμυστηρεύθηκε πως χρειάσθηκε να ξεφύγει περνώντας κάτω από την κοιλιά αλόγου (!) για να συνεχίσει. Oλη αυτή η κατάσταση ευνόησε τον Λούη, που μετά το Χαρβάτι βρέθηκε ανάμεσα στους προπορευομένους.

Η απόσταση μέχρι τον Σταυρό και την Αγία Παρασκευή -ανωφερική και κακοτράχαλη- ήταν η πλέον κρίσιμη, αφού τότε εγκατέλειψαν εξαντλημένοι οι δύο προηγούμενοι, ο Γάλλος Lermosiaox και ο Αυστραλός Flack που παρελήφθησαν από ιατρικές άμαξες. Από το σημείο αυτό και μετά, ο Λούης, αφού είχε καταφθάσει τους προπορευομένους, ανέλαβε την πρωτοπορία και, ευνοημένος από τον κατωφερικό δρόμο, αύξησε τον ρυθμό του, στο ύψος των Αμπελοκήπων είχε αποσπασθεί και στο σημείο των Παραπηγμάτων (νυν Αμερικανική Πρεσβεία) έδινε την εικόνα του νικητή. Επευφημούμενος από τα πλήθη του κόσμου που είχαν κατακλύσει την οδό Κηφισίας (νυν Βασιλίσσης Σοφίας) έφτασε στο ύψος του Ευαγγελισμού, διήλθε έμπροσθεν των Ανακτόρων και ακμαίος εισήλθε στο κατάμεστο και παραληρούν Παναθηναϊκό Στάδιο, ενώ από το ύψος των Προπυλαίων (δεν είχε κατορθωθεί η ανέγερσή τους) τον συνόδευσαν στα τελευταία μέτρα πλήρεις ενθουσιασμού ο διάδοχος Κωνσταντίνος και ο βασιλόπαις Γεώργιος.

Η νίκη του Λούη υποχρέωσε ακόμη και τον βλοσυρό βασιλέα Γεώργιο να πετάξει στον αέρα το επίσημο ναυαρχικό πηλήκιο (!) και να εναγκαλισθεί τη σύζυγό του βασίλισσα Oλγα και τους περί αυτούς επισήμους. Μετά από επτά λεπτά εισήλθαν σχεδόν απαρατήρητοι ο 2ος Eλληνας Χαρίλαος Βασιλάκος και λίγο πιο πίσω ο 3ος Σπυρίδων Μπελόκας.

Η επιτυχία του Λούη δημιούργησε, όπως ήταν φυσικό, πανηγυρική ατμόσφαιρα στην Αθήνα και το Μαρούσι. Ο απλοϊκός αγρότης έγινε το δημοφιλέστερο πρόσωπο για πολλές ημέρες. Παντού τον υποδέχονταν με ενθουσιασμό και τον επιδαψίλευαν με τιμές και δώρα. Στο Μαρούσι στήθηκε ολοήμερο γλέντι... μια εβδομάδα μετά το Πάσχα. Στο επίσημο πρόγευμα που παρέθεσε ο βασιλιάς Γεώργιος στα Ανάκτορα την Κυριακή 31/3, ο Λούης παρουσιάσθηκε με στολή εύζωνα και τον γηραιό πατέρα του, εντυπωσιάζοντας με την... αρβανίτικη προφορά του και την απλοϊκότητά του. Τέλος, την τελευταία ημέρα της απονομής των μεταλλίων, Τετάρτη 3/4, ο Λούης παρέλαβε τα έπαθλά του, ανάμεσα στα οποία και το αθλοθετηθέν κύπελλο από τον Γάλλο Ζαν Μπρεάλ. H βασίλισσα Oλγα τού χάιδεψε τα ροζιασμένα χέρια και του χάρισε πολύτιμα κοσμήματα που φορούσε, ενώ ο βασιλιάς Γεώργιος τού υποσχέθηκε να ικανοποιηθεί το απλό αίτημα του για δυο γερά άλογα και μια άμαξα για τη μεταφορά του νερού του.

Στη φυλακή
Αυτό ήταν το κύκνειο Oλυμπιακό άσμα του θρυλικού μαραθωνοδρόμου. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με τις χειρωνακτικές του εργασίες του, ένα χρόνο μετά νυμφεύθηκε την αγαπημένη του Ελένη, προικισμένη πλουσιοπάροχα, απέκτησε τρεις γιους -Παναγιώτη, Γεώργιο και Νικόλαο- και για μερικά χρόνια έζησε ανέμελο και ευτυχή οικογενειακό βίο, εργαζόμενος, αγρότης και νερουλάς, πάντα στο Αμαρούσιο.

Αλλά με την ανατολή του 20ού αιώνα άρχισαν τα προβλήματα. Η ασθένεια της συζύγου του -σακχαρώδης διαβήτης- και οι εργασιακές ατυχίες έφεραν την οικονομική ένδεια. Η εργασία του αγροφύλακα δεν του πρόσφερε μεγάλο εισόδημα και η θεραπεία της συζύγου του τον υποχρέωσε να πωλήσει μεγάλο μέρος της κτηματικής του περιουσίας.

Το 1926 ενεπλάκη σε περίεργη περιπέτεια δωροδοκίας με συνέπεια να καταλήξει στη φυλακή και χρειάσθηκε η κινητοποίηση της εφημερίδας «Εμπρός» προκειμένου να αποφυλακισθεί. Συνέχισε να ασχολείται με τα λιγοστά κτήματά του και την οικογένειά του.

Το 1935 η μεταξική δικτατορία και η Γερμανία του Xίτλερ τον ενθυμήθηκαν εν όψει των 11ων Ολυμπιακών Αγώνων του Βερολίνου και για μικρό διάστημα επανήλθε στη δημοσιότητα. Μάλιστα στη ναζιστική πρωτεύουσα ήταν το τιμώμενο πρόσωπο, παραδίδοντας κλάδο της Oλυμπιακής ιερής ελαίας στον Χίτλερ. Μετά την παρένθεση των Αγώνων του Βερολίνου επέστρεψε πάλι στην απλοϊκή ζωή του, έχασε τη σύζυγό του, έζησε με τις οικογένειες των γιων του και πέθανε στις 26 Mαρτίου 1940, σαραντατέσσερα χρόνια μετά τον προκριματικό αγώνα που τον έφερε στον Oλυμπιακό Mαραθώνιο του 1896, μετά από σύντομη αλλά βαριά βρογχίτιδα.

ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 18/7/2004

1 σχόλιο:

  1. Υπάρχει και μια άλλη άγνωστη εκδοχή της Ιστορίας του Σπύρου Λούη:

    Τρέχει σαν … Βασιλάκος

    Διαβάστε την με προσοχή και κρίνετε μόνοι σας ποιός ήταν ο πραγματικός Ολυμπιονίκης το 1896.

    Μαραθωνοδρόμος

    ΑπάντησηΔιαγραφή