Κάπνισμα και νέοι

Του ΓΙΑΝΝΗ ΤΟΥΝΤΑ
(Αν. καθηγητή Κοινωνικής Ιατρικής, διευθυντή Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής (ΙΚΠΙ), προέδρου Παγκόσμιας Ενωσης Νοσοκομείων και Υπηρεσιών Προαγωγής Υγείας)

Σύμφωνα με τα ευρήματα της πανευρωπαϊκής έρευνας Kidscreen, που πραγματοποιήσαμε πρόσφατα και στη χώρα μας σε μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στην ηλικία των 12-13 ετών περίπου το 1% των μαθητών καπνίζουν.
Συνολικά, για την ηλικία 14-17 ετών, υπολογίζεται ότι ένας περίπου στους τέσσερις μαθητές καπνίζει.
Η μέση ηλικία έναρξης του καπνίσματος είναι τα 15 χρόνια, που είναι ελαφρώς μεγαλύτερη από τις περισσότερες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, όπου η μέση ηλικία έναρξης είναι γύρω στα 14 χρόνια.

Σε ό,τι αφορά διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα, στην ηλικία των 14-15 ετών καπνίζει το 5% των αγοριών και το 7% των κοριτσιών και στην ηλικία των 16-18 ετών καπνίζει το 26% των αγοριών και το 28% των κοριτσιών. Τα κορίτσια καπνίζουν περισσότερο στις ηλικίες αυτές, γιατί ωριμάζουν κατά την εφηβεία πιο γρήγορα από τα αγόρια και έτσι υιοθετούν σε μικρότερη ηλικία πρότυπα συμπεριφοράς μεγαλύτερων ηλικιών. Επιπλέον, τα κορίτσια βιώνουν κατά την εφηβεία περισσότερο έντονο στρες, γεγονός που τα στρέφει σε μεγαλύτερο βαθμό στο κάπνισμα, που από πολλούς θεωρείται, λανθασμένα βέβαια, αγχολυτικό.

Γενικότερα, όμως, οι νέοι ξεκινούν το κάπνισμα γιατί καπνίζουν οι γύρω τους. Οι γονείς που καπνίζουν, τα μεγαλύτερα αδέλφια, οι πρωταγωνιστές του κινηματογράφου ή της τηλεόρασης, ο καουμπόι του Marlboro και πολλοί άλλοι. Ειδικά ο γονέας, όσο περισσότερο καπνίζει τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα το παιδί να ξεκινήσει το κάπνισμα. Η επίδραση αυτή είναι εντονότερη στις ηλικίες κάτω των 12 ετών. Ομως, τη μεγαλύτερη επίδραση την ασκούν οι συνομήλικοι καπνιστές, οι οποίοι λειτουργούν ως πρότυπα, κυρίως στους εφήβους που είναι εξαρτημένοι, κοινωνικά απομονωμένοι, νιώθουν αδύναμοι και που τείνουν να πειραματίζονται και να υιοθετούν συνήθειες των μεγάλων.
Εκτιμάται δε ότι το 70-90% των εφήβων που καπνίζουν παραμένουν καπνιστές όταν ενηλικιωθούν.

Με στόχο την καταπολέμηση του καπνίσματος στους Ελληνες εφήβους, πραγματοποιήθηκε η πρόσφατη συνάντηση της υπουργού Παιδείας με τους εκπροσώπους της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κατά την οποία συμφωνήθηκε να υπάρξει μια προγραμματική συνεργασία για τη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης αντικαπνιστικής πολιτικής για τους μαθητές.

Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, θεωρώ απαραίτητο να υπάρξουν ρυθμίσεις για την ενεργοποίηση του νόμου που προβλέπει την ένταξη της Αγωγής Υγείας στο αναλυτικό ωρολόγιο πρόγραμμα, ενώ σημαντικό βάρος πρέπει να δοθεί στην κατάρτιση των εκπαιδευτικών στα ζητήματα που αφορούν την καταπολέμηση του καπνίσματος, αλλά και τα άλλα κρίσιμα θέματα της υγείας των νέων, όπως είναι η διατροφή, η άσκηση, το στρες, τα ναρκωτικά, το αλκοόλ, τα ατυχήματα και η πρόληψη των σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων.

Θα πρέπει, επίσης, να προβλεφθούν οι αναγκαίοι πόροι, αξιοποιώντας και το ΕΣΠΑ, για να χρηματοδοτηθεί η κατάρτιση αλλά κυρίως για να μπορέσουν να υλοποιηθούν ολοκληρωμένα προγράμματα Αγωγής Υγείας και να παραχθεί το αναγκαίο εκπαιδευτικό και ενημερωτικό υλικό. Και όλα αυτά, βέβαια, θα πρέπει να ενταχθούν σε μια συνολικότερη και καλά σχεδιασμένη εθνική αντικαπνιστική πολιτική, γιατί τα αποτελέσματα της πρόσφατης αντικαπνιστικής εκστρατείας είναι απογοητευτικά.

Τα μέτρα απαγόρευσης του καπνίσματος στους κλειστούς δημόσιους χώρους έχουν αποτύχει σε σημαντικό βαθμό για τρεις βασικούς λόγους.
Πρώτον, γιατί οι εξαιρέσεις και τα ημίμετρα δύσκολα εφαρμόζονται και εύκολα καταστρατηγούνται.
Δεύτερον, γιατί δεν υπήρξε και δεν υπάρχει μηχανισμός εποπτείας και ελέγχου εφαρμογής των μέτρων.
Και τρίτον, γιατί η κυβερνητική αλλαγή τον Οκτώβριο δημιούργησε «κενό εξουσίας» και έτσι δεν δόθηκε συνέχεια σε ό,τι είχε ξεκινήσει την 1η Ιουλίου του 2009.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου