Του Ι. Σπυριδακη (Ομότιμου καθηγητή Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών)
Eίναι γνωστή η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΔΕΚ) για την εξίσωση του χρόνου συνταξιοδότησης των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων με αυτόν των ανδρών, με κύριο επιχείρημα την αρχή της ισότητας.
Εξίσου γνωστές είναι η αναστάτωση που έχει δημιουργηθεί σε πλήθος ελληνικών οικογενειών με την ανατροπή των προσδοκιών τους, οι διάφορες αντιδράσεις και η προσπάθεια της ελληνικής πολιτείας να επιτύχει την παραχώρηση εκ μέρους των αρμοδίων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως χρονικών περιθωρίων για την προσαρμογή μας στη δικαστική απόφαση και τις υποδείξεις/απαιτήσεις της Ενώσεως.
Το δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως και οι όροι του αποτελούν «ιδιοκτησία» (=περιουσιακό δικαίωμα) των υπαλλήλων, στην προκειμένη περίπτωση των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων. Το δικαίωμα αυτό δημιουργείται ήδη και από τον διορισμό του υπαλλήλου και όχι με τη συμπλήρωση των κατά τον νόμο προϋποθέσεων για τη συνταξιοδότηση του συγκεκριμένου δικαιούχου.
Κατά την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο άρθρο 1 παρ. 1), «Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθεί της ιδιοκτησίας αυτού ειμή διά λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους, υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου, όρους».
Αυτοί οι όροι, μεταξύ άλλων, είναι και η αποζημίωση του δικαιούχου, η οποία μπορεί να είναι και αυτούσια (in natura). Δηλαδή ο στερούμενος της ιδιοκτησίας του θα πρέπει να αποζημιωθεί και αν η αποζημίωση είναι αυτούσια, θα πρέπει να λάβει ως αποζημίωση ό,τι θα είχε χωρίς τη στέρηση της ιδιοκτησίας του.
Η ρύθμιση αυτή της ΕΣΔΑ επεκτείνει τις ρυθμίσεις της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως ακινήτων σε κάθε περιουσιακό δικαίωμα, ανεξάρτητα από την ειδικότερη φύση του και τον λόγο γενέσεώς του. [Πρέπει να σημειωθεί, ότι και σχετικά με το άρθρο 17 του Συντάγματός μας έχει υποστηριχθεί επανειλημμένα πως με αυτό προστατεύεται κάθε ιδιοκτησία, κάθε περιουσιακό δικαίωμα και όχι μόνο η ακίνητη ιδιοκτησία, όπως γίνεται (ή γινόταν) δεκτό από την κρατούσα γνώμη].
Θεωρία και πράξη στη χώρα μας εφαρμόζουν τις ρυθμίσεις αυτές της ΕΣΔΑ, οι οποίες αποτελούν κανόνες συνταγματικής (κατά μία γνώμη, υπερσυνταγματικής) ισχύος, δεσμευτικούς για την ελληνική πολιτεία. Η ΕΣΔΑ δεσμεύει και την Ευρωπαϊκή Ενωση και τα όργανά της.
Αν οι ρυθμίσεις της ΕΣΔΑ εφαρμοσθούν στο θέμα του χρόνου συνταξιοδοτήσεως των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων, θα ισχύσουν τα ακόλουθα:
(α) Το συνταξιοδοτικό περιουσιακό δικαίωμα των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων δεν επιτρέπεται να θιγεί από την πολιτεία. Νόμος, που θα αλλάζει τους όρους (π.χ. την ηλικία) συνταξιοδοτήσεως γυναικών δημοσίων υπαλλήλων κατά τρόπο δυσμενή γι’ αυτές, είναι αντίθετος προς την ΕΣΔΑ και ανίσχυρος. [Εκτός αν δικαιολογείται από δημόσια ωφέλεια και προβλέπει αποζημίωση των θιγόμενων γυναικών (κατά τα ανωτέρω, υπό 3)].
Ενας τέτοιος δυσμενής νόμος θα είναι ισχυρός μόνο για τις μετά τον νόμο αυτόν διοριζόμενες γυναίκες δημοσίους υπαλλήλους.
(β) Επειδή από την ΕΣΔΑ δεσμεύεται και η Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΔΕΚ, η απόφαση (βλ. παραπάνω, αρ. 1) δεν είναι δεσμευτική για τη χώρα μας, αφού έρχεται σε πρόδηλη αντίθεση με την ΕΣΔΑ.
(γ) Αν η Ευρωπαϊκή Ενωση επιμένει στις αντίθετες προς την ΕΣΔΑ υποδείξεις/απαιτήσεις της, θα πρέπει η χώρα μας (ή η ΑΔΕΔΥ κ.λπ.) να προσφύγει στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά της Ευρωπαϊκής Ενώσεως επειδή εφαρμόζει πολιτική αντίθετη προς τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Eίναι γνωστή η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (ΔΕΚ) για την εξίσωση του χρόνου συνταξιοδότησης των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων με αυτόν των ανδρών, με κύριο επιχείρημα την αρχή της ισότητας.
Εξίσου γνωστές είναι η αναστάτωση που έχει δημιουργηθεί σε πλήθος ελληνικών οικογενειών με την ανατροπή των προσδοκιών τους, οι διάφορες αντιδράσεις και η προσπάθεια της ελληνικής πολιτείας να επιτύχει την παραχώρηση εκ μέρους των αρμοδίων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως χρονικών περιθωρίων για την προσαρμογή μας στη δικαστική απόφαση και τις υποδείξεις/απαιτήσεις της Ενώσεως.
Το δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως και οι όροι του αποτελούν «ιδιοκτησία» (=περιουσιακό δικαίωμα) των υπαλλήλων, στην προκειμένη περίπτωση των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων. Το δικαίωμα αυτό δημιουργείται ήδη και από τον διορισμό του υπαλλήλου και όχι με τη συμπλήρωση των κατά τον νόμο προϋποθέσεων για τη συνταξιοδότηση του συγκεκριμένου δικαιούχου.
Κατά την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο άρθρο 1 παρ. 1), «Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθεί της ιδιοκτησίας αυτού ειμή διά λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους, υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου, όρους».
Αυτοί οι όροι, μεταξύ άλλων, είναι και η αποζημίωση του δικαιούχου, η οποία μπορεί να είναι και αυτούσια (in natura). Δηλαδή ο στερούμενος της ιδιοκτησίας του θα πρέπει να αποζημιωθεί και αν η αποζημίωση είναι αυτούσια, θα πρέπει να λάβει ως αποζημίωση ό,τι θα είχε χωρίς τη στέρηση της ιδιοκτησίας του.
Η ρύθμιση αυτή της ΕΣΔΑ επεκτείνει τις ρυθμίσεις της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως ακινήτων σε κάθε περιουσιακό δικαίωμα, ανεξάρτητα από την ειδικότερη φύση του και τον λόγο γενέσεώς του. [Πρέπει να σημειωθεί, ότι και σχετικά με το άρθρο 17 του Συντάγματός μας έχει υποστηριχθεί επανειλημμένα πως με αυτό προστατεύεται κάθε ιδιοκτησία, κάθε περιουσιακό δικαίωμα και όχι μόνο η ακίνητη ιδιοκτησία, όπως γίνεται (ή γινόταν) δεκτό από την κρατούσα γνώμη].
Θεωρία και πράξη στη χώρα μας εφαρμόζουν τις ρυθμίσεις αυτές της ΕΣΔΑ, οι οποίες αποτελούν κανόνες συνταγματικής (κατά μία γνώμη, υπερσυνταγματικής) ισχύος, δεσμευτικούς για την ελληνική πολιτεία. Η ΕΣΔΑ δεσμεύει και την Ευρωπαϊκή Ενωση και τα όργανά της.
Αν οι ρυθμίσεις της ΕΣΔΑ εφαρμοσθούν στο θέμα του χρόνου συνταξιοδοτήσεως των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων, θα ισχύσουν τα ακόλουθα:
(α) Το συνταξιοδοτικό περιουσιακό δικαίωμα των γυναικών δημοσίων υπαλλήλων δεν επιτρέπεται να θιγεί από την πολιτεία. Νόμος, που θα αλλάζει τους όρους (π.χ. την ηλικία) συνταξιοδοτήσεως γυναικών δημοσίων υπαλλήλων κατά τρόπο δυσμενή γι’ αυτές, είναι αντίθετος προς την ΕΣΔΑ και ανίσχυρος. [Εκτός αν δικαιολογείται από δημόσια ωφέλεια και προβλέπει αποζημίωση των θιγόμενων γυναικών (κατά τα ανωτέρω, υπό 3)].
Ενας τέτοιος δυσμενής νόμος θα είναι ισχυρός μόνο για τις μετά τον νόμο αυτόν διοριζόμενες γυναίκες δημοσίους υπαλλήλους.
(β) Επειδή από την ΕΣΔΑ δεσμεύεται και η Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΔΕΚ, η απόφαση (βλ. παραπάνω, αρ. 1) δεν είναι δεσμευτική για τη χώρα μας, αφού έρχεται σε πρόδηλη αντίθεση με την ΕΣΔΑ.
(γ) Αν η Ευρωπαϊκή Ενωση επιμένει στις αντίθετες προς την ΕΣΔΑ υποδείξεις/απαιτήσεις της, θα πρέπει η χώρα μας (ή η ΑΔΕΔΥ κ.λπ.) να προσφύγει στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά της Ευρωπαϊκής Ενώσεως επειδή εφαρμόζει πολιτική αντίθετη προς τα ανθρώπινα δικαιώματα.
ΠΗΓΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου