Μικρά εγκλήματα εκτός ωραρίου

Tης Mαριας Kατσουνακη

Ξεκίνησαν να περάσουν ένα Σαββατόβραδο στο Γκάζι. Λάθος, όπως πληροφορήθηκαν εκ των υστέρων από τα 20χρονα παιδιά τους που απόρησαν με την «αφέλεια» και το συνεπακόλουθο πάθημα των γονιών τους.

Η τσάντα μιας εκ των κυριών έκανε φτερά μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, λίγες στιγμές πριν από την αναχώρησή της από trendy εστιατόριο της περιοχής. Η τσάντα, λόγω μιας διαβολικής σύμπτωσης, περιείχε τη μισή της ζωή. Σε συναισθηματική -και όχι μόνο- αξία.

Η νεολαία κάγχασε, καθώς το φαινόμενο είναι μότο στην ηλικία τους. Δηλαδή: ποτέ αφηρημένος, με χρήματα, στο Γκάζι. Καθένα από τα 20χρονα είχε να αναφέρει τουλάχιστον τρία παρόμοια περιστατικά που έχουν συμβεί σε φίλους ή στην παρέα τους.


Οι ώριμοι ενήλικες, τώρα, αποφάσισαν να απευθυνθούν στο αστυνομικό τμήμα για να δηλώσουν την κλοπή. Το σαφάρι για την ανεύρεση του αρμόδιου τμήματος, περασμένες 2 του Σαββάτου, ήταν μια διαδικασία που κράτησε πάνω από ώρα.
Εφτασαν, εν τέλει, στο σωστό μέρος. Τυπικά τουλάχιστον. Γιατί ό,τι αντιμετώπισαν αποκάλυπτε την παθογένεια ενός συστήματος, στο οποίο δύσκολα θα μπορούσε να παρέμβει ο αρμόδιος υπουργός έστω και για να το αλλάξει στο ελάχιστο.

Κατ’ αρχάς, σε ένα κτίριο συνυπήρχαν δύο ανεξάρτητα «κράτη»: της Ασφάλειας και της Αστυνομίας. Μόνο που εκείνη την ώρα της ημέρας η πρώτη... αργούσε. Θα έπρεπε οι ενδιαφερόμενοι να επιστρέψουν την επομένη το πρωί «δια την υπόθεσή τους».

Η Ασφάλεια, η υπηρεσία δηλαδή που κατ’ εξοχήν θα έπρεπε να είναι στη διάθεση του πολίτη 24 ώρες το 24ωρο, εμφανιζόταν «παρούσα» μόνο στα χαρτιά και ενδεχομένως στη μισθοδοσία.

Η προσπάθεια του αστυνομικού να καλύψει το συναδελφικό κενό ήταν εμφανής και αξιέπαινη. Ομως, πώς να εξηγήσει στους επίμονα νομοταγείς πολίτες ότι η λειτουργία της υπηρεσίας Ασφαλείας προϋποθέτει οργανωμένο έγκλημα με ωράριο Δημοσίου; Διακεκομμένο και χωρίς νυχτερινή βάρδια.

Οσο προχωρούσε η βραδιά και χάραζε η νέα μέρα, το πλήθος στο Τμήμα αυγάτιζε. Μια πινακοθήκη περιπτώσεων και περιστατικών που το ολιγομελές προσωπικό έπρεπε να βάλει σε τάξη. Ιδρωναν, αγκομαχούσαν, αλάφιαζαν· όλα μαζί. Η πίεση μεγάλη, οι αρμόδιοι απόντες. Στην είσοδο οι σκοποί του σώματος των «ειδικών φρουρών», με την οικειότητα που φέρνει το ξενύχτι, εκμυστηρεύτηκαν τον πόνο τους. Ηταν εμφανές πως στο κτίριο αυτό ζούσαν εργαζόμενοι πρώτης, δεύτερης και τρίτης κατηγορίας. Της πρώτης απολάμβαναν προνόμια που της δεύτερης δεν τολμούσαν να ονειρευτούν. Οσο για την τρίτη, ήταν απλώς υπηρέτες δύο αφεντάδων.

Μπροστά στο ανυποχώρητο της παθούσης (γνώριζε και τα δικαιώματά της) ο αξιωματικός υπηρεσίας αναγκάστηκε να καταγράψει το περιστατικό, χωρίς να μπορεί να διεκπεραιώσει την υπόθεση. Η αρμοδιότητα αυτή ανήκε στο άλλο «κράτος», το οποίο θα έπρεπε να επισκεφθεί η παθούσα αυτοπροσώπως. Την επομένη, υπήρχε μια μικρή ουρά από παρόμοια συμβάντα «εκτός ωραρίου», που έπρεπε να περιμένουν να «ανοίξει το γραφείο» για να καταγραφούν.

Και τις καλύτερες των προθέσεων να έχει ένας υπουργός πόσο άραγε μπορεί να τροποποιήσει συνθήκες εδραιωμένες δεκαετίες τώρα, αποκλίσεις συμπεριφοράς (η λούφα ενδεχομένως να συγκαταλέγεται στις ανώδυνες), οργανογράμματα που άλλοτε τηρούνται άλλοτε όχι, μικροεξουσίες που λειτουργούν τιμωρητικά και απαξιωτικά για τον ασθενέστερο, ευθύνες που διαχέονται; Για να μιλήσουμε για την καθημερινότητα και μόνο, στην οποία δοκιμάζεται ένα υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.
Και αντίστροφα: πόσο η πληροφορία φτάνει στον υπουργό;

Πόσο, δηλαδή, ο «μηχανισμός» δεν έχει διασφαλίσει την αυτοπροστασία και επιβίωσή του ερήμην κυβερνήσεων και πολιτικών προϊσταμένων;

Η εμπειρία του περασμένου Σαββάτου είχε απ’ όλα: μια πρωτεύουσα με κόκκινες ζώνες· αστικές περιοχές αναπτυσσόμενες, δημοφιλείς προορισμούς για έξοδο και ψυχαγωγία, όπου πρέπει να κυκλοφορείς με... περιφρούρηση. Κλέφτες που κάνουν πάρτι αμέριμνοι και ανενόχλητοι. Υπηρεσίες για την προστασία του πολίτη άφαντες. Ούτε στους δρόμους για να αποτρέψουν το έγκλημα ούτε στα γραφεία για να το καταγράψουν έστω εκ των υστέρων.

πηγη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου