Του ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ
Κάποτε όλοι πίστευαν ότι για να πάει μπροστά μία χώρα, οικονομικά και κοινωνικά, έπρεπε να έχει πρώτες ύλες –άρα πλούσιο υπέδαφος και –γιατί όχι– να είναι και πετρελαιοπαραγωγός. Σήμερα, όμως, εξακολουθεί να ισχύει αυτή η ακλόνητη αλήθεια του παρελθόντος; Θα λέγαμε ότι δεν επιβεβαιώνεται πλήρως από την πραγματικότητα. Το κλειδί για οικονομική και κοινωνική άνοδο βρίσκεται πλέον αλλού.
Κατά πολλούς διεθνείς παρατηρητές και άλλους ειδικούς επιστήμονες αν χώρες όπως η Ελβετία και η Ιαπωνία –χωρίς φυσικούς πόρους, χωρίς ενεργειακές πηγές και με περιορισμένη γεωργική γη– βρίσκονται στην κορυφή της διεθνούς οικονομικής ιεραρχίας, αυτό δεν οφείλεται σε κάποια μαγική συγκυρία. Είναι, πριν απ’ όλα, το αποτέλεσμα των εκπαιδευτικών τους συστημάτων και της σοβαρότητας που αποδίδουν στον παράγοντα παιδεία. Έτσι, στην Ελβετία, λόγου χάρη, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές δεν θεωρούνται «φτωχοπρόδρομοι» και η καριέρα τους δεν εξαρτάται ούτε από τις πολιτικές τους πεποιθήσεις ούτε από την υποστήριξη κάποιων κομμάτων. Οι Ελβετοί εκπαιδευτικοί είναι οι πιο καλοπληρωμένοι στον κόσμο, στη, δε, Ιαπωνία οι άνθρωποι που είναι επιφορτισμένοι με τη διάδοση της γνώσης τυγχάνουν και υψηλότατου κοινωνικού κύρους.
Όπως υποστηρίζει στο βιβλίο του «Ο Πλούτος της Πληροφορίας» ο Βρετανός καθηγητής Τομ Στόνιερ, η παιδεία σύντομα τείνει να γίνει η πρώτη βιομηχανία στις αναπτυγμένες κοινωνίες, ήδη απορροφά μεγάλο ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος σε σύγκριση με άλλες δραστηριότητες και προσφέρει απασχόληση. Εξάλλου, την εξέλιξη αυτή είχαν προβλέψει πολλές δυτικοευρωπαϊκές επιχειρήσεις –γι’ αυτό στις σχέσεις πανεπιστημίου και επιχείρησης παρατηρούνται αλλαγές οι οποίες προωθούν τη συνεργασία, τον κοινό διάλογο, αλλά και την αλληλοβοήθεια.
Αυτά, βέβαια, συμβαίνουν στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία και, δυστυχώς, δεν αφορούν την Ελλάδα. Στην χώρα μας το πανεπιστήμιο λειτουργεί ερήμην των αναγκών της παραγωγής και δύσκολα μπορεί να συλλάβει ότι η οικονομική ανάπτυξη και η κοινωνική ευημερία εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα μιας κοινωνίας να οργανώνεται και να νεωτερίζει. Εξάλλου, σε καινοτομία, έρευνα και ανάπτυξη η χώρα μας είναι ουραγός στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να φαίνεται ότι θέλει να εγκαταλείψει την «επίζηλη» αυτή θέση.
Πέρα, λοιπόν, από τα σοβαρότατα προβλήματα του δημοσίου χρέους και των μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων, η οικονομία μας –κυρίως, δε, η ελληνική επιχείρηση– αντιμετωπίζει και το εξίσου σοβαρότατο πρόβλημα της έλλειψης γνώσεων και φαιάς ουσίας, σε μια εποχή κατά την οποία οι δύο αυτοί παράγοντες αποτελούν κορυφαία πλουτοπαραγωγική πηγή.
Κάποτε όλοι πίστευαν ότι για να πάει μπροστά μία χώρα, οικονομικά και κοινωνικά, έπρεπε να έχει πρώτες ύλες –άρα πλούσιο υπέδαφος και –γιατί όχι– να είναι και πετρελαιοπαραγωγός. Σήμερα, όμως, εξακολουθεί να ισχύει αυτή η ακλόνητη αλήθεια του παρελθόντος; Θα λέγαμε ότι δεν επιβεβαιώνεται πλήρως από την πραγματικότητα. Το κλειδί για οικονομική και κοινωνική άνοδο βρίσκεται πλέον αλλού.
Κατά πολλούς διεθνείς παρατηρητές και άλλους ειδικούς επιστήμονες αν χώρες όπως η Ελβετία και η Ιαπωνία –χωρίς φυσικούς πόρους, χωρίς ενεργειακές πηγές και με περιορισμένη γεωργική γη– βρίσκονται στην κορυφή της διεθνούς οικονομικής ιεραρχίας, αυτό δεν οφείλεται σε κάποια μαγική συγκυρία. Είναι, πριν απ’ όλα, το αποτέλεσμα των εκπαιδευτικών τους συστημάτων και της σοβαρότητας που αποδίδουν στον παράγοντα παιδεία. Έτσι, στην Ελβετία, λόγου χάρη, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές δεν θεωρούνται «φτωχοπρόδρομοι» και η καριέρα τους δεν εξαρτάται ούτε από τις πολιτικές τους πεποιθήσεις ούτε από την υποστήριξη κάποιων κομμάτων. Οι Ελβετοί εκπαιδευτικοί είναι οι πιο καλοπληρωμένοι στον κόσμο, στη, δε, Ιαπωνία οι άνθρωποι που είναι επιφορτισμένοι με τη διάδοση της γνώσης τυγχάνουν και υψηλότατου κοινωνικού κύρους.
Όπως υποστηρίζει στο βιβλίο του «Ο Πλούτος της Πληροφορίας» ο Βρετανός καθηγητής Τομ Στόνιερ, η παιδεία σύντομα τείνει να γίνει η πρώτη βιομηχανία στις αναπτυγμένες κοινωνίες, ήδη απορροφά μεγάλο ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος σε σύγκριση με άλλες δραστηριότητες και προσφέρει απασχόληση. Εξάλλου, την εξέλιξη αυτή είχαν προβλέψει πολλές δυτικοευρωπαϊκές επιχειρήσεις –γι’ αυτό στις σχέσεις πανεπιστημίου και επιχείρησης παρατηρούνται αλλαγές οι οποίες προωθούν τη συνεργασία, τον κοινό διάλογο, αλλά και την αλληλοβοήθεια.
Αυτά, βέβαια, συμβαίνουν στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία και, δυστυχώς, δεν αφορούν την Ελλάδα. Στην χώρα μας το πανεπιστήμιο λειτουργεί ερήμην των αναγκών της παραγωγής και δύσκολα μπορεί να συλλάβει ότι η οικονομική ανάπτυξη και η κοινωνική ευημερία εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα μιας κοινωνίας να οργανώνεται και να νεωτερίζει. Εξάλλου, σε καινοτομία, έρευνα και ανάπτυξη η χώρα μας είναι ουραγός στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να φαίνεται ότι θέλει να εγκαταλείψει την «επίζηλη» αυτή θέση.
Πέρα, λοιπόν, από τα σοβαρότατα προβλήματα του δημοσίου χρέους και των μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων, η οικονομία μας –κυρίως, δε, η ελληνική επιχείρηση– αντιμετωπίζει και το εξίσου σοβαρότατο πρόβλημα της έλλειψης γνώσεων και φαιάς ουσίας, σε μια εποχή κατά την οποία οι δύο αυτοί παράγοντες αποτελούν κορυφαία πλουτοπαραγωγική πηγή.
Συνεπώς, μία χώρα που δεν διαθέτει αυτές τις δύο πλουτοπαραγωγικές πηγές στην απαιτούμενη ποσότητα, στην ουσία αυτοκαταδικάζεται στη μεταβιομηχανική υπανάπτυξη. Σήμερα, είναι σ’ όλους γνωστό ότι το τρίπτυχο γνώση-επιστήμη-πειραματισμός είναι κορυφαίος συντελεστής παραγωγής πλούτου, η σημασία του οποίου ξεπερνά κατά πολύ την αντίστοιχη του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού. Μ’ άλλα λόγια, οι σύγχρονες βιομηχανικές και μη επιχειρήσεις πρώτα στρέφονται προς την άντληση πληροφοριών και τη δημιουργία γνώσεων και μετά επενδύουν σε πάγιο εξοπλισμό.
Έτσι τα εκπαιδευτικά συστήματα είναι σημαντικός και αξιοποιήσιμος εθνικός πόρος για μια χώρα. Όπως γράφει ο Τ. Στόνιερ «οι λαοί είναι αυτοί που παράγουν αγαθά, κάνουν εφευρέσεις, ανακαλύπτουν πράγματα, οργανώνουν τη ζωή και τελικά δημιουργούν ευημερία…». Σίγουρα, δε, κάτι γνωρίζει.
Ωστόσο, στη χώρα, που διατείνεται ότι έδωσε τα φώτα της στον κόσμο, η παιδεία αποτελεί τον τελευταίο τροχό της αμάξης…
Ωστόσο, στη χώρα, που διατείνεται ότι έδωσε τα φώτα της στον κόσμο, η παιδεία αποτελεί τον τελευταίο τροχό της αμάξης…
ΠΗΓΗ: ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου