Kαθηγητή Διεθνούς Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Η τουρκική πολιτική, και εν προκειμένω η εκάστοτε πολιτική ηγεσία της Άγκυρας, συνηθίζει να ανακοινώνει τόσο τους σχεδιασμούς της, όσο και τις φιλοσοφικές και πολιτικές αντιλήψεις της για ένα ζήτημα που έχει εντάξει στη στρατηγική της, όχι για να προειδοποιήσει, αλλά για να φοβίσει και να δημιουργήσει το κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα που θα επιτρέψει στην τουρκική ηγεσία να επιβάλει στην κατάλληλη στιγμή και υπό τις δεδομένες πολιτικές συνθήκες τη βούλησή της και να επιτύχει τους στόχους της.
Αυτό συνέβη στο παρελθόν, όταν το 1957 η τουρκική ηγεσία υπό τον Αντνάν Μεντερές, πρωθυπουργό τότε, ανέθεσε στον συνταγματολόγο Νιχάτ Ερίμ να εκπονήσει ένα τουρκικό σχέδιο ελέγχου της Κύπρου, στο πλαίσιο της στρατηγικής της Άγκυρας να προκαλέσει ανατροπή της ελληνικής κοινωνικο-πολιτικής κυριαρχίας στην Κύπρο και νʼ αλλάξει την ιστορική πορεία της Μεγαλονήσου.
Το σχέδιο που εκπόνησε ομάδα επιστημόνων υπό τον Νιχάτ Ερίμ, ονομάστηκε «Αττίλας», δημοσιοποιήθηκε αρχές της δεκαετίας του ʼ60 προκαλώντας ειρωνείες και γέλωτες στη δική μας πλευρά, επιχειρήθηκε αποτυχημένα να εφαρμοστεί το 1964 και εφαρμόστηκε εν τέλει το 1974. Ο εμπνευστής της ιδέας Αντνάν Μεντερές απαγχονίσθηκε το 1961, το σχέδιο όμως της τουρκικής ηγεσίας και πολιτικής παρέμεινε ενεργό, ως στρατηγική της Άγκυρας έναντι της Κύπρου και της Ελλάδας.
Σήμερα, ο πολυδιαφημισμένος ως «γκουρού» της ανανεωμένης για τις συνθήκες του 21ου αιώνα τουρκικής στρατηγικής -αφού ο πρώτος που την εμπνεύστηκε ήταν ο Τουργκούτ Οζάλ- για εμπέδωση ενός τουρκικού ρόλου ηγεμονικού σταθεροποιητή στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, μέχρι και τις παρυφές της Κίνας, Αχμέτ Νταβούτογλου, αναπτύσσει τόσο στο βιβλίο του, όσο και σε πρόσφατο δημοσίευμά του στον τουρκικό Τύπο, την πολιτική του προσέγγιση σε σχέση ειδικότερα με την Κύπρο και το κυπριακό πρόβλημα. Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών αντιλαμβάνεται την Κύπρο ως ενιαίο χώρο, απορρίπτει την έννοια της διχοτόμησης ή των δύο κρατών και θεωρεί ότι η Κύπρος ενιαία, όχι φυσικά ως ενιαίο κράτος αλλά στο πλαίσιο της διζωνικότητας και δικοινοτικότητας, θα επιτρέψει στους Έλληνες, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει, ν' αναπτύξουν τις κοινωνικοοικονομικές δεξιότητες και ταλέντα τους, που διαχρονικά τους επέτρεψαν και να επιβιώσουν και ν' αναπτυχθούν, ν' αναπτύξουν το εμπόριο στο οποίο θεωρούνται πρωταγωνιστές, την επιχειρηματική τους δεινότητα και ν' αξιοποιήσουν την παρουσία και δράση τους, όχι μόνο σε όλη την Κύπρο, αλλά και στον τουρκικό χώρο ευρύτερα.
Όλα αυτά καλά και ωραία. Αυτή όμως η δραστηριότητα και προοδευτική δεινότητα των Ελλήνων της Κύπρου δεν θα συμβαίνει στο πλαίσιο ενός κυπριακού ελεύθερου και ανεξάρτητου κράτους, όπου Έλληνες και Τούρκοι της Κύπρου σε συνθήκες ειρήνης, ελευθερίας και δικαιοσύνης, θα συνεργάζονται και θ' ανταγωνίζονται για την πρόοδο και την ευημερία του συνόλου του λαού και της κοινωνίας, αλλά στο πλαίσιο μιας τουρκικής πολιτικής επικυριαρχίας επί της νήσου, όπου η ελληνική κοινότητα, που αποτελεί και τη μεγάλη πλειοψηφία της Μεγαλονήσου, θ' αποτελεί μια εθνική μειονότητα του τουρκικού χώρου. Όπως δηλαδή ήσαν οι Έλληνες της Κωνσταντινουπόλεως, της Ίμβρου και της Τενέδου, οι οποίοι είχαν όντως καταφέρει ν' αποτελούν την οικονομική ελίτ του τουρκικού κράτους, μέχρι τη βίαιη εκδίωξή τους διαδοχικά το 1955, 1964 και 1974.
Το πρόβλημα της Κύπρου δεν είναι συνταγματικό. Δεν είναι καν ζήτημα εσωτερικής αντιπαλότητας αυτήν τη στιγμή. Αλλά αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στο εξωτερικό πολιτικό κέντρο, την Άγκυρα που είναι δίπλα, και που θα είναι σε θέση επί τη βάσει δύσκαμπτων και αναποτελεσματικών, δυσλειτουργικών δομών και θεσμών τού υπό διαπραγμάτευση διζωνικού, δικοινοτικού ομοσπονδιακού κράτους, να ελέγχει γεωστρατηγικά και εν τέλει πολιτικά ολόκληρο το νησί.
Υπ' αυτήν την έννοια, ένα αδύναμο και επισφαλές ως προς τη βιωσιμότητά του ομοσπονδιακό κράτος, sui generis όπως εν προκειμένω το υπό συζήτηση Κυπριακό, θα «φινλανδοποιηθεί» υποχρεούμενο σε μια διαρκή προσαρμογή στη βούληση του περιφερειακού ηγεμόνα, μετατρεπόμενο σταδιακά σ' ένα είδος σατραπείας της Άγκυρας.
Κατόπιν τούτου, πρέπει να υπογραμμίσουμε πως το πρόβλημα της Κύπρου δεν εστιάζεται τόσο στην ομοσπονδιακή δομή, τη δικοινοτικότητα ή τη διζωνικότητα, όσο στον δυνάμει και απολύτως υπαρκτό κίνδυνο η Κύπρος, στο πλαίσιο της λύσης και με το σημερινό ισοζύγιο δυνάμεων, να ενταχθεί ως χώρος και πολιτειακό πλαίσιο στον έλεγχο και τη γεωστρατηγική επιρροή της Άγκυρας.
Η τουρκική πολιτική, και εν προκειμένω η εκάστοτε πολιτική ηγεσία της Άγκυρας, συνηθίζει να ανακοινώνει τόσο τους σχεδιασμούς της, όσο και τις φιλοσοφικές και πολιτικές αντιλήψεις της για ένα ζήτημα που έχει εντάξει στη στρατηγική της, όχι για να προειδοποιήσει, αλλά για να φοβίσει και να δημιουργήσει το κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα που θα επιτρέψει στην τουρκική ηγεσία να επιβάλει στην κατάλληλη στιγμή και υπό τις δεδομένες πολιτικές συνθήκες τη βούλησή της και να επιτύχει τους στόχους της.
Αυτό συνέβη στο παρελθόν, όταν το 1957 η τουρκική ηγεσία υπό τον Αντνάν Μεντερές, πρωθυπουργό τότε, ανέθεσε στον συνταγματολόγο Νιχάτ Ερίμ να εκπονήσει ένα τουρκικό σχέδιο ελέγχου της Κύπρου, στο πλαίσιο της στρατηγικής της Άγκυρας να προκαλέσει ανατροπή της ελληνικής κοινωνικο-πολιτικής κυριαρχίας στην Κύπρο και νʼ αλλάξει την ιστορική πορεία της Μεγαλονήσου.
Το σχέδιο που εκπόνησε ομάδα επιστημόνων υπό τον Νιχάτ Ερίμ, ονομάστηκε «Αττίλας», δημοσιοποιήθηκε αρχές της δεκαετίας του ʼ60 προκαλώντας ειρωνείες και γέλωτες στη δική μας πλευρά, επιχειρήθηκε αποτυχημένα να εφαρμοστεί το 1964 και εφαρμόστηκε εν τέλει το 1974. Ο εμπνευστής της ιδέας Αντνάν Μεντερές απαγχονίσθηκε το 1961, το σχέδιο όμως της τουρκικής ηγεσίας και πολιτικής παρέμεινε ενεργό, ως στρατηγική της Άγκυρας έναντι της Κύπρου και της Ελλάδας.
Σήμερα, ο πολυδιαφημισμένος ως «γκουρού» της ανανεωμένης για τις συνθήκες του 21ου αιώνα τουρκικής στρατηγικής -αφού ο πρώτος που την εμπνεύστηκε ήταν ο Τουργκούτ Οζάλ- για εμπέδωση ενός τουρκικού ρόλου ηγεμονικού σταθεροποιητή στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, μέχρι και τις παρυφές της Κίνας, Αχμέτ Νταβούτογλου, αναπτύσσει τόσο στο βιβλίο του, όσο και σε πρόσφατο δημοσίευμά του στον τουρκικό Τύπο, την πολιτική του προσέγγιση σε σχέση ειδικότερα με την Κύπρο και το κυπριακό πρόβλημα. Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών αντιλαμβάνεται την Κύπρο ως ενιαίο χώρο, απορρίπτει την έννοια της διχοτόμησης ή των δύο κρατών και θεωρεί ότι η Κύπρος ενιαία, όχι φυσικά ως ενιαίο κράτος αλλά στο πλαίσιο της διζωνικότητας και δικοινοτικότητας, θα επιτρέψει στους Έλληνες, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει, ν' αναπτύξουν τις κοινωνικοοικονομικές δεξιότητες και ταλέντα τους, που διαχρονικά τους επέτρεψαν και να επιβιώσουν και ν' αναπτυχθούν, ν' αναπτύξουν το εμπόριο στο οποίο θεωρούνται πρωταγωνιστές, την επιχειρηματική τους δεινότητα και ν' αξιοποιήσουν την παρουσία και δράση τους, όχι μόνο σε όλη την Κύπρο, αλλά και στον τουρκικό χώρο ευρύτερα.
Όλα αυτά καλά και ωραία. Αυτή όμως η δραστηριότητα και προοδευτική δεινότητα των Ελλήνων της Κύπρου δεν θα συμβαίνει στο πλαίσιο ενός κυπριακού ελεύθερου και ανεξάρτητου κράτους, όπου Έλληνες και Τούρκοι της Κύπρου σε συνθήκες ειρήνης, ελευθερίας και δικαιοσύνης, θα συνεργάζονται και θ' ανταγωνίζονται για την πρόοδο και την ευημερία του συνόλου του λαού και της κοινωνίας, αλλά στο πλαίσιο μιας τουρκικής πολιτικής επικυριαρχίας επί της νήσου, όπου η ελληνική κοινότητα, που αποτελεί και τη μεγάλη πλειοψηφία της Μεγαλονήσου, θ' αποτελεί μια εθνική μειονότητα του τουρκικού χώρου. Όπως δηλαδή ήσαν οι Έλληνες της Κωνσταντινουπόλεως, της Ίμβρου και της Τενέδου, οι οποίοι είχαν όντως καταφέρει ν' αποτελούν την οικονομική ελίτ του τουρκικού κράτους, μέχρι τη βίαιη εκδίωξή τους διαδοχικά το 1955, 1964 και 1974.
Το πρόβλημα της Κύπρου δεν είναι συνταγματικό. Δεν είναι καν ζήτημα εσωτερικής αντιπαλότητας αυτήν τη στιγμή. Αλλά αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στο εξωτερικό πολιτικό κέντρο, την Άγκυρα που είναι δίπλα, και που θα είναι σε θέση επί τη βάσει δύσκαμπτων και αναποτελεσματικών, δυσλειτουργικών δομών και θεσμών τού υπό διαπραγμάτευση διζωνικού, δικοινοτικού ομοσπονδιακού κράτους, να ελέγχει γεωστρατηγικά και εν τέλει πολιτικά ολόκληρο το νησί.
Υπ' αυτήν την έννοια, ένα αδύναμο και επισφαλές ως προς τη βιωσιμότητά του ομοσπονδιακό κράτος, sui generis όπως εν προκειμένω το υπό συζήτηση Κυπριακό, θα «φινλανδοποιηθεί» υποχρεούμενο σε μια διαρκή προσαρμογή στη βούληση του περιφερειακού ηγεμόνα, μετατρεπόμενο σταδιακά σ' ένα είδος σατραπείας της Άγκυρας.
Κατόπιν τούτου, πρέπει να υπογραμμίσουμε πως το πρόβλημα της Κύπρου δεν εστιάζεται τόσο στην ομοσπονδιακή δομή, τη δικοινοτικότητα ή τη διζωνικότητα, όσο στον δυνάμει και απολύτως υπαρκτό κίνδυνο η Κύπρος, στο πλαίσιο της λύσης και με το σημερινό ισοζύγιο δυνάμεων, να ενταχθεί ως χώρος και πολιτειακό πλαίσιο στον έλεγχο και τη γεωστρατηγική επιρροή της Άγκυρας.
ΠΗΓΗ: ΠΑΡΟΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου