Tης Ευρυδικης Μπερση
«Θα πηγαίνατε ποτέ σε έναν φτωχό Αφρικανό που τρέμει από το έιτζ να του ζητήσετε εκατοντάδες χιλιάδες λίρες που “σας χρωστάει” παρόλο που ποτέ δεν τις δανείστηκε;» ρωτάει ο αρθρογράφος Γιόχαν Χάρι στον «Ιντιπέντεντ» του Σαββάτου. «Αυτό συμβαίνει κατ’ επανάληψη στα αμερικανικά και βρετανικά δικαστήρια. Κάποιοι από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου πετυχαίνουν ώς και 500% απόδοση στα χρήματά τους, ξετινάζοντας τους φτωχότερους - για χρέη που δεν είναι δικά τους».
Η πρακτική στην οποία αναφέρεται ο Χάρι είναι τόσο εξοργιστική που καταρτίζεται νομοθεσία, τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στη Βρετανία, προκειμένου να σταματήσει. Εν τω μεταξύ, όμως, οι ληστείες (ή οι επενδύσεις, όπως το δει κανείς) εξακολουθούν.
Πάρτε παράδειγμα την πανέμορφη, αλλά πάμπτωχη, Ζάμπια, μια χώρα με προσδόκιμο ζωής τα 38 χρόνια. Το 1979, ο δικτάτορας της Ζάμπιας αγόρασε μια παρτίδα ελαττωματικά τρακτέρ από τη Ρουμανία αντί 15 εκατ. δολαρίων. Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, η χώρα είχε περάσει μία χρεοκοπία, μια αλλαγή καθεστώτος και μια επιδημία έιτζ, που ακόμα και σήμερα θερίζει το ένα πέμπτο του πληθυσμού της. Καθώς οι διεθνείς πολιτικές πιέσεις για την εξάλειψη της υπερχρέωσης του Τρίτου Κόσμου αυξάνονταν, η κυβέρνηση της Ρουμανίας ετοιμαζόταν να συμφωνήσει με τη Ζάμπια τη μείωση του οφειλόμενου ποσού στα 3 εκατομμύρια δολάρια. Τότε, το επενδυτικό κεφάλαιο Ντόναγκαλ, με έδρα τον φορολογικό παράδεισο των βρετανικών Παρθένων Νήσων, έδωσε στους Ρουμάνους «ζεστά» τα 3 εκατομμύρια και προσέφυγε στα βρετανικά δικαστήρια για να διεκδικήσει από τη Ζάμπια... το πλήρες ποσόν, συν τους τόκους, ίσον με 55 εκατομμύρια δολάρια.
«Θα πηγαίνατε ποτέ σε έναν φτωχό Αφρικανό που τρέμει από το έιτζ να του ζητήσετε εκατοντάδες χιλιάδες λίρες που “σας χρωστάει” παρόλο που ποτέ δεν τις δανείστηκε;» ρωτάει ο αρθρογράφος Γιόχαν Χάρι στον «Ιντιπέντεντ» του Σαββάτου. «Αυτό συμβαίνει κατ’ επανάληψη στα αμερικανικά και βρετανικά δικαστήρια. Κάποιοι από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου πετυχαίνουν ώς και 500% απόδοση στα χρήματά τους, ξετινάζοντας τους φτωχότερους - για χρέη που δεν είναι δικά τους».
Η πρακτική στην οποία αναφέρεται ο Χάρι είναι τόσο εξοργιστική που καταρτίζεται νομοθεσία, τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στη Βρετανία, προκειμένου να σταματήσει. Εν τω μεταξύ, όμως, οι ληστείες (ή οι επενδύσεις, όπως το δει κανείς) εξακολουθούν.
Πάρτε παράδειγμα την πανέμορφη, αλλά πάμπτωχη, Ζάμπια, μια χώρα με προσδόκιμο ζωής τα 38 χρόνια. Το 1979, ο δικτάτορας της Ζάμπιας αγόρασε μια παρτίδα ελαττωματικά τρακτέρ από τη Ρουμανία αντί 15 εκατ. δολαρίων. Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, η χώρα είχε περάσει μία χρεοκοπία, μια αλλαγή καθεστώτος και μια επιδημία έιτζ, που ακόμα και σήμερα θερίζει το ένα πέμπτο του πληθυσμού της. Καθώς οι διεθνείς πολιτικές πιέσεις για την εξάλειψη της υπερχρέωσης του Τρίτου Κόσμου αυξάνονταν, η κυβέρνηση της Ρουμανίας ετοιμαζόταν να συμφωνήσει με τη Ζάμπια τη μείωση του οφειλόμενου ποσού στα 3 εκατομμύρια δολάρια. Τότε, το επενδυτικό κεφάλαιο Ντόναγκαλ, με έδρα τον φορολογικό παράδεισο των βρετανικών Παρθένων Νήσων, έδωσε στους Ρουμάνους «ζεστά» τα 3 εκατομμύρια και προσέφυγε στα βρετανικά δικαστήρια για να διεκδικήσει από τη Ζάμπια... το πλήρες ποσόν, συν τους τόκους, ίσον με 55 εκατομμύρια δολάρια.
Τελικά, το δικαστήριο υποχρέωσε τη χώρα να πληρώσει 15 εκατ. δολάρια – ποσό που είναι αρκετό για τη φαρμακευτική περίθαλψη 100.000 ατόμων και την εκπαίδευση 300.000 μαθητών. Τέτοιου είδους επενδυτικά ταμεία ζητούν από τη Λιβερία 130 εκατ. δολάρια, δηλαδή το ένα πέμπτο του ΑΕΠ της, ενώ κατάφεραν να αποσπάσουν από το Περού 58 εκατ. δολάρια για χρέος που αγόρασαν αντί 11 εκατ. δολαρίων.
Οταν, πριν από δύο χρόνια, ο δημοσιογράφος Γκρεγκ Πάλαστ είχε καταφέρει να βρει σε ποιον ανήκει η Ντόναγκαλ και τον είχε κυνηγήσει με την κάμερα του BBC στην Ουάσιγκτον, ο πολυεκατομμυριούχος Φράνσις Σίαν είχε αρκεστεί να απαντήσει ότι επρόκειτο για «μια επένδυση». Μια τοποθέτηση σαν όλες τις άλλες, που απέδωσε πέντε φορές τα χρήματά της. Μια επένδυση που επικυρώθηκε με την σφραγίδα του νόμου. Την ίδια στιγμή που ο Μπόνο τραγουδάει για το χρέος του Τρίτου Κόσμου και το διεθνές κίνημα εναντίον της υπερχρέωσης σημειώνει διάφορες νίκες, οι φτωχότερες χώρες υποχρεώνονται να πληρώσουν από τη μία τσέπη τα χρήματα που εξοικονόμησαν στην άλλη. Τουλάχιστον, όπως μας πληροφορεί ο Πάλαστ, ο κ. Σίαν έχει μια καλή συλλογή από Κάντιλακ...
Οταν, πριν από δύο χρόνια, ο δημοσιογράφος Γκρεγκ Πάλαστ είχε καταφέρει να βρει σε ποιον ανήκει η Ντόναγκαλ και τον είχε κυνηγήσει με την κάμερα του BBC στην Ουάσιγκτον, ο πολυεκατομμυριούχος Φράνσις Σίαν είχε αρκεστεί να απαντήσει ότι επρόκειτο για «μια επένδυση». Μια τοποθέτηση σαν όλες τις άλλες, που απέδωσε πέντε φορές τα χρήματά της. Μια επένδυση που επικυρώθηκε με την σφραγίδα του νόμου. Την ίδια στιγμή που ο Μπόνο τραγουδάει για το χρέος του Τρίτου Κόσμου και το διεθνές κίνημα εναντίον της υπερχρέωσης σημειώνει διάφορες νίκες, οι φτωχότερες χώρες υποχρεώνονται να πληρώσουν από τη μία τσέπη τα χρήματα που εξοικονόμησαν στην άλλη. Τουλάχιστον, όπως μας πληροφορεί ο Πάλαστ, ο κ. Σίαν έχει μια καλή συλλογή από Κάντιλακ...
ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου