"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Δημόσιο χωρίς «δήμο»

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ

Οποιος έχει ασχοληθεί, γνωρίζει το παράδοξο του κοινωνικού κράτους στην Ελλάδα. Ενώ οι δημόσιες δαπάνες για παιδεία, υγεία και συντάξεις ήταν σχετικά υψηλές, το κοινωνικό τους αποτέλεσμα ήταν απαράδεκτα χαμηλό. Το σύστημα συντάξεων είχε την παγκόσμια πρωτοτυπία να ανακατανέμει το εισόδημα προς τα πάνω. Το δημόσιο σχολείο, με σχεδόν την υψηλότερη αναλογία δασκάλων προς μαθητές στην Ε.Ε., είχε σχεδόν τις χειρότερες επιδόσεις στις διεθνείς εξετάσεις PISA. Στο σύστημα υγείας, οι ανισότητες στην πρόσβαση ήταν τριτοκοσμικού επιπέδου.

Η αιτία είναι ότι δεν υπήρχαν ισχυροί παίκτες να υπερασπιστούν την ποιότητα και την ισότητα των παροχών. 

Αυτό είναι επίσης παράδοξο. Η μεγάλη πλειονότητα των πολιτικών και των πολιτών, διαχρονικά, ομνύουν στη δημόσια παιδεία και στην κοινωνική ασφάλιση. Οσοι, ελάχιστοι, προτείνουν μικρότερο κοινωνικό κράτος με αυξημένο ρόλο της αγοράς, θεωρούνται από γραφικοί ως ανάλγητοι. Υπήρχαν λοιπόν πολλοί ισχυροί που υπερασπίζονταν το ύψος των κοινωνικών δαπανών και τον αριθμό των απασχολούμενων στις υπηρεσίες. Δεν νοιάζονταν όμως για το αποτέλεσμα.

Ο κύριος λόγος, πιστεύω, βρίσκεται στη συμπεριφορά των ελίτ. Δεν εννοώ τους πολύ πλούσιους, οι οποίοι σε κάθε κοινωνία επιλέγουν ιδιωτικές λύσεις για σχολεία, πανεπιστήμια και γιατρούς. Εννοώ τους πολιτικούς και άλλες ομάδες που διαμορφώνουν τον δημόσιο λόγο, έχουν ιδιαίτερη πρόσβαση στην πολιτική εξουσία και ασκούν οι ίδιοι καθημερινή εξουσία στις ζωές των πολλών: δημοσιογράφοι, δικηγόροι, πανεπιστημιακοί, μηχανικοί, κ.ά., αλλά και η «εργατική αριστοκρατία» που ελέγχει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Είναι, σε γενικές γραμμές, αυτοί που ο Γκράμσι ονόμαζε οργανικούς διανοούμενους.

Σε χώρες με καλό κοινωνικό κράτος, η πλειονότητα αυτών των ομάδων έχουν ταυτίσει τις προσωπικές τους τύχες με το μεγάλο πλήθος των εργαζομένων και των αδύναμων που ωφελούνται από αυτό. Στέλνουν τα παιδιά τους στο δημόσιο σχολείο, πηγαίνουν στο δημόσιο νοσοκομείο, παίρνουν σύνταξη με τους ίδιους κανόνες όπως όλοι οι άλλοι.

Ενώ εδώ, στη χώρα της υποκρισίας, όλες αυτές οι ομάδες διεκδικούσαν και πετύχαιναν εξαιρέσεις μέσα στο κοινωνικό κράτος, ή επέλεγαν ιδιωτικές λύσεις. Τα ευγενή επαγγέλματα είχαν τα δικά τους ταμεία, προνομιούχα και επιχορηγούμενα με ειδικούς πόρους. Είχαν ιδιαίτερες συμβάσεις με ιατρούς και κλινικές.

Οσο μεγαλύτερος ήταν ο σαματάς για τις χαμηλές συντάξεις «πείνας», τόσο μεγάλωναν οι ψηλότερες, με ρυθμίσεις και επιδόματα που δεν ωφελούσαν τους φτωχούς. 

Διαχρονικά οι ελίτ διεκδικούσαν υψηλές κοινωνικές δαπάνες, αλλά φρόντιζαν να παίρνουν από αυτές τη μερίδα του λέοντος.

Στην παιδεία, οι αντικαπιταλιστές πολιτικοί στέλνουν τα παιδιά τους στα καλά ιδιωτικά σχολεία, και οι περισσότεροι δημοσιογράφοι τους δικαιολογούν - ενώ στη Βρετανία έγινε σάλος όταν μια πρώην υπουργός Παιδείας των Εργατικών έστειλε τον δυσλεκτικό γιο της σε ειδικό ιδιωτικό σχολείο. Οι πανεπιστημιακοί που με πάθος αγωνίζονται για να μην αλλάξει το άθλιο ελληνικό πανεπιστήμιο φοίτησαν οι ίδιοι στο LSE, στέλνουν το παιδί τους στην Οξφόρδη, και κανένας δεν εξεγείρεται γι’ αυτήν την αντίφαση.

Η συμπεριφορά των «οργανικών διανοουμένων» έχει επίπτωση στις επιλογές που κάνουν οι υπόλοιποι πολίτες όταν μπορούν. Το παιδί θα πάει στο φροντιστήριο για τα αγγλικά και ίσως θα ετοιμαστεί με ιδιαίτερα για τις πανελλαδικές. Τον γιατρό θέλει να τον διαλέξει ο ίδιος ο ασθενής, και δεν θα δεχθεί κανόνες που κατανέμουν αυτόματα τις περιπτώσεις. Είναι λογικές αυτές οι επιλογές όταν τα δημόσια σχολεία και ιατρεία είναι τόσο ανεπαρκή. Δεν παύουν όμως να δηλώνουν μια απάθεια για τα κοινά, μια μοιρολατρική σχεδόν αντίληψη ότι δεν μπορεί κανείς να τα βελτιώσει με συλλογική δράση. Ετσι αντί να διεκδικούν καλύτερες μεθόδους διδασκαλίας και κυρώσεις για τους ανεπαρκείς δασκάλους, οι γονείς σιωπούν, πληρώνουν φροντιστήρια, και μερικοί ξεσπάνε στην τρόικα.

Καταλήξαμε να έχουμε ένα μεγάλο Δημόσιο, χωρίς όμως τον αντίστοιχο «δήμο» όπου να συζητιούνται προβλήματα και απαντήσεις και να παίρνονται αποφάσεις γενικής εφαρμογής. 

Αντί για δήμο έχουμε ιδιωτικές και συντεχνιακές λύσεις.  

Ακόμα και στο ΙΚΑ, που είναι γενικός και όχι συντεχνιακός φορέας, δεν έχει νόημα η συζήτηση για το γενικό όριο ηλικίας, αφού μόνο το 15% των συνταξιούχων βγαίνει με αυτό το όριο - τόσες πολλές είναι οι εξαιρέσεις.

Εγραφα σε προηγούμενο κείμενο ότι πρέπει να αναζητήσουμε τη σιωπηρή συναίνεση στη βάση της κοινωνίας για να σκεφτούμε πώς θα πορευτούμε. Η συναίνεση για το κοινωνικό κράτος ώς τώρα ήταν περίπου η εξής: να είναι μεγάλο, αλλά χωρίς γενικούς και αυστηρούς κανόνες, ώστε να μπορούν μερικοί να ωφεληθούν από εξαιρέσεις, αν βρουν τρόπο νομότυπο ή και παράνομο. Το κράτος των εξαιρέσεων έφτασε στο αδιέξοδο. Πώς μπορεί να αναμορφωθεί, απηχώντας όμως μια ευρεία συναίνεση;

Ενα μέρος της απάντησης το δίνει η τρόικα: ενοποιήστε φορείς και ταμεία, για να υπάρχουν γενικοί κανόνες και στοιχειώδης προγραμματισμός, που είναι προαπαιτούμενα του δημοκρατικού ελέγχου

Προσθέτω εγώ: και για να έχουν οι ελίτ συμφέρον να τα βελτιώσουν για όλους.

Την υπόλοιπη απάντηση πρέπει να τη δώσουν οι οργανικοί διανοούμενοι. Είτε μερικοί από τους παλαιότερους, αν έχουν καταλάβει τι έγινε, είτε ένας νέος τύπος που γεννιέται τώρα στις ομάδες ακτιβιστών και στα κοινωνικά δίκτυα. Σε ποια κατεύθυνση, και με ποιες προϋποθέσεις, μένει για επόμενο άρθρο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: